Ο κ. Αγγελος Συρίγος γνωρίζει καλύτερα από όλους ότι υπάρχουν ζητήματα ταμπού στην ελληνική κοινωνία που δεν τα αγγίζουν ούτε καθηγητές, πόσο δε μάλλον κυβερνητικοί βουλευτές. Τα γνωρίζει επειδή υπήρξε και ο ίδιος σε πλείστα ζητήματα –από το όνομα της ακατονόμαστης χώρας μέχρι τα ελληνοτουρκικά– επικριτικός κατά πολιτικών του αντιπάλων που τα άγγιξαν, είχαν δεν είχαν δίκιο.
Επομένως όλοι μπορούμε να μένουμε με το στόμα ανοικτό για την «πατριωτική» (τρομάρα μας!) φλόγα που άναψε στο Αλμπουκέρκι των ΗΠΑ (ή όπου, τέλος πάντων, βρισκόταν στις γιορτές ο κ. Στέφανος Κασσελάκης), αλλά όχι ο κ. Συρίγος.
Η αλήθεια είναι πως αυτή τη φορά ο κ. Συρίγος είχε δίκιο. Η Συνθήκη της Λωζάννης έχει πολλές παρωχημένες διατάξεις. Ο ίδιος ανέφερε μερικές: «Εχει διατάξεις για το πώς θα γίνει ανταλλαγή αιχμαλώτων, τι θα γίνει με τα συμμαχικά νεκροταφεία, τι θα γίνει με τις εταιρείες οι οποίες είχαν συμβόλαια στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ολα αυτά είναι νεκρά, είναι περασμένα» (3.1.2024). Εχει και περίεργες ερμηνείες. Εχει αναρωτηθεί κανείς πώς γίνεται να έχει η Τουρκία ελληνική εθνική μειονότητα και η Ελλάδα απλώς θρησκευτική; Τέλος πάντων…
Αυτό που, μέσα στον «νεοπατριωτικό» του οίστρο, δεν κατάλαβε ο κ. Κασσελάκης είναι πως βρίσκεται στο ίδιο μετερίζι με τον βουλευτή της Ν.Δ. Ο κ. Συρίγος θεωρεί παρωχημένες μόνο τις άβολες για την Ελλάδα διατάξεις, όπως είναι η αποστρατιωτικοποίηση των νησιών. Η διάταξη αυτή ήταν προϊόν της συγκυρίας του 1922. Η νεότευκτη Τουρκία ήταν σχετικώς αδύναμη και θεωρούσε την ηττημένη Ελλάδα απειλή για την εδαφική της ακεραιότητα στη Μικρά Ασία. Οπως λένε οι Τούρκοι σήμερα, «οι καταδρομείς μας μπορούσαν να φτάσουν κολυμπώντας στα τουρκικά παράλια». Η Συνθήκη της Λωζάννης, μια τεράστια διπλωματική επιτυχία του Ελευθερίου Βενιζέλου, διασκέδαζε αυτούς τους φόβους διά των αποστρατιωτικοποιημένων νησιών.Τα χρόνια πέρασαν και πολλά άλλαξαν. Η Ελλάς εγκατέλειψε τη «Μεγάλη Ιδέα». Ουδείς εχέφρων πιστεύει, φοβάται ή ελπίζει ότι η χώρα μας θα εισβάλει εκ νέου στη Μικρά Ασία· η αποβίβαση του Ελληνικού Στρατού στη Σμύρνη το 1919 είναι βαθύ εθνικό τραύμα για τους Τούρκους. Από την άλλη πλευρά, η Τουρκία ισχυροποιήθηκε και το 1974 εισέβαλε (και μάλιστα με αποβατικά) σε ένα ανεξάρτητο κράτος, ασχέτως της δικαιολογίας ότι είναι «εγγυήτρια δύναμη» της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η Κυπριακή Δημοκρατία, μετά το καθ’ όλα παράλογο πραξικόπημα της ελληνικής χούντας, αποκαταστάθηκε, αλλά τα τουρκικά στρατεύματα παραμένουν εκεί. Πενήντα χρόνια τώρα…
Επομένως έγινε αντιστροφή ρόλων. Οι δικαιολογημένοι φόβοι της Τουρκίας του 1922 έγιναν εύλογοι φόβοι της Ελλάδας από το 1974 και μετά, δεδομένου ότι η Τουρκία διατηρεί στα δικά της παράλια του Αιγαίου μεγάλο αποβατικό στόλο. Προφανώς δεν τον ετοίμασε για την Ιταλία, ούτε για τη Μάλτα…
Με ζωντανή την τουρκική απειλή στο Αιγαίο και παρατεταγμένο τον αποβατικό στόλο, ουδείς λογικός άνθρωπος μπορεί να ζητάει άρση της –αμυντικής, έτσι κι αλλιώς– στρατιωτικοποίησης των νησιών. Είναι κάτι που κατανοούν και οι ξένοι διπλωμάτες, γι’ αυτό και σφυρίζουν αδιάφορα στα διαβήματα της Τουρκίας, παρ’ όλο που τυπικώς έχει δίκιο. Εσχάτως υπάρχει και μια νέα παράμετρος: ουδείς μπορεί να προβλέψει με τι διαθέσεις θα ξυπνήσει αύριο το πρωί ο Ταγίπ Ερντογάν.
Το βασικό όμως από το πάθημα του πρώην υπουργού είναι να γίνει μάθημα για τους υπολοίπους. Πρέπει επιτέλους να αρχίσουμε να συζητάμε (και) τα εθνικά θέματα χωρίς φόβο και πάθος, αλλά με επάρκεια γνώσεων. Σε αυτό μπορεί να συμβάλει τα μέγιστα και ο κ. Συρίγος, αρκεί να θυμάται ότι πρώτα είναι ένας καλός επιστήμονας και δευτερευόντως (αντισυριζαίος) βουλευτής της Ν.Δ.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 6.1.2024