Το εθνικό σχέδιο για την οικονομία που όλοι ονειρευόμαστε δεν μπορεί να είναι τίποτε περισσότερο από την «καμήλα» του σερ Αλεκ Ισιγκόνις.
Είναι σίγουρο ότι πολύ λίγοι θα σκέφτονταν να παράγουν χειροποίητα πούρα στην Ελλάδα. Το έκανε ένας νέος αγρότης με την οικογένειά του, και μάλιστα επιτυχημένα. Οπως διαβάζουμε σε σχετικό ρεπορτάζ ηλεκτρονικής εφημερίδας, «ο Αρης Κωνσταντινίδης δηλώνει αγροτοοικονομολόγος – αγρότης… Μαζί με τον αδελφό του Κώστα, 50 χρόνων, μαζί με τους γονείς τους, που επί δεκαετίες ήταν μεταξύ των παραδοσιακών καπνοκαλλιεργητών της περιοχής, κατάφεραν να στήσουν την πρώτη ελληνική βιοτεχνία παραγωγής πούρων. Hδη έχουν βγει στην ελληνική αγορά εξασφαλίζοντας ένα “καλό” εισόδημα και αξιοποιώντας μόλις δέκα στρέμματα χωραφιού στα οποία φυτεύουν την ποικιλία “μεγαλόφυλλα ανατολικού τύπου”… Και οι δύο μαζί είχαν όλες τις απαραίτητες γνώσεις για να δημιουργήσουν κάτι δικό τους. Η περιοχή τους καλλιεργούσε καπνά. Οταν σταμάτησαν οι επιδοτήσεις και τα καπνοχώραφα έμειναν χέρσα, σκέφτηκαν απλά: Η εποχή της γεωργίας της ποσότητας τελείωσε, ας περάσουμε στη γεωργία της ποιότητας, που παραμένει και το μεγάλο ζητούμενο για τη χώρα μας. Ετσι, από τα πενήντα στρέμματα που καλλιεργούσαν παλιά, επέλεξαν δέκα, στα οποία φύτεψαν ποικιλίες καπνού τύπου Κούβας» (iefimerida.gr, 11.2.2013).
Αν είναι πολύ δύσκολο να φανταστεί κάποιος τις δυνατότητες παραγωγής πούρων στην Ελλάδα, μπορούμε να κατανοήσουμε πόσο πιο δύσκολο είναι να συμπεριληφθεί αυτή η δραστηριότητα στο εθνικό σχέδιο για την οικονομία, το σχέδιο που όλοι ψάχνουν και ποτέ δεν πρόκειται να βρούμε. Ο λόγος είναι απλός: κανένας γραφειοκρατικός μηχανισμός δεν πρόκειται να αναπτύξει τη φαντασία ενός οραματιστή επιχειρηματία. Σπανίως, δημόσιος υπάλληλος θα συμμεριστεί το γινάτι του ιδιώτη να φτιάξει κάτι που δεν έχει υπάρξει ποτέ στη χώρα. Ακόμη κι εκείνοι οι δημόσιοι υπάλληλοι που σκέφτονται διαφορετικά και θα ήταν φιλικοί προς τις «τρελές ιδέες», θα πνίγονταν στους δαιδαλώδεις γραφειοκρατικούς μηχανισμούς. Οι παλιότεροι και πιο έμπειροι θα τους νουθετούσαν να μην πάρουν ρίσκο που θα τους εκθέσει στους προϊσταμένους τους. Πιθανότατα θα τους έλεγαν «να μην μπλέξουν με τρελούς, που θα τους εκθέσουν στο μέλλον», και αν ετίθετο ζήτημα χρηματοδότησης της εταιρείας, θα διέτρεχαν τον κίνδυνο να κατηγορηθούν για «λάδωμα». Αρκεί να σκεφτούμε μόνο ποια θα ήταν η αντίδραση, ακόμη και των ΜΜΕ, αν έβγαινε η είδηση ότι το κράτος επιδοτεί μια επιχείρηση που φιλοδοξεί να παράγει πούρα στην Ελλάδα.
Από τη φύση του το Δημόσιο είναι συντηρητικότερο των επιχειρηματιών. Αυτό είναι λογικό και δεν είναι κατ’ ανάγκην κακό. Ενα «κρατικό σχέδιο για την οικονομία» δεν μπορεί παρά να είναι ο μέσος όρος της κοινωνίας, η οποία περιλαμβάνει ανθρώπους όλων των γούστων και προτιμήσεων. Οι αποφάσεις που λαμβάνονται σε καθεστώς δημοκρατίας είναι προϊόν συμβιβασμού μεταξύ των προοδευτικότερων στοιχείων και των πλέον συντηρητικών. Μην παρεξηγηθούμε: αυτό δεν είναι κακό· είναι αναγκαίο για να λειτουργήσει η δημοκρατία και να προχωρήσει η κοινωνία. Οι συμβιβασμοί εντός του δημοκρατικού πολιτεύματος αποτρέπουν τα ακραία «καλά», αποτρέπουν όμως και τα ακραία «κακά». Επειδή κανείς δεν ξέρει εκ των προτέρων και ασφαλώς ποιο είναι το «καλό» ή το «κακό» για το μέλλον, ζυμώνονται οι αντιτιθέμενες απόψεις και προκύπτει ένα σχεδόν μεσοβέζικο συμπέρασμα· πότε προς προοδευτική, πότε προς συντηρητική κατεύθυνση. Η δημοκρατία είναι μια αέναη διαδικασία δοκιμών, λάθους και επανόρθωσης. Η βασική της αρετή είναι ότι εκφράζει πιο πιστά τη λαϊκή βούληση, η οποία είναι ο συγκερασμός των αντιτιθέμενων απόψεων. Δεν υπάρχει περίπτωση, λοιπόν, να συμφωνούσε ποτέ η πλειοψηφία να χαράξει σχέδιο που θα περιλάμβανε την παραγωγή πούρων στην Κρύα Βρύση.
Σ’ αυτή την αναγκαία για τη δημοκρατία λειτουργία θα πρέπει να προσθέσουμε το φιλτράρισμα που της θα κάνει η εκ της φύσεώς της συντηρητικότερη γραφειοκρατία.
Είναι φυσιολογικό οι δημόσιοι λειτουργοί να αποφασίζουν με το μικρότερο για τους ίδιους πιθανό κόστος. Δεν τους ζητείται να ρισκάρουν κι αν ρισκάρουν το πιθανότερο είναι να τιμωρηθούν. Επειδή οι περισσότερες από τις νέες και «τρελές» ιδέες συνήθως αποτυγχάνουν (απλώς οι λίγες επιτυχημένες φτάνουν και περισσεύουν για να καλύψουν το κόστος των αποτυχιών) είναι ανθρωπίνως αδύνατον ένας δημόσιος υπάλληλος να ρισκάρει για κάτι που πιθανότατα θα αποτύχει, αλλά κι αν επιτύχει, ο ίδιος δεν πρόκειται να επιβραβευθεί. Είναι η φύση του Δημοσίου να λειτουργεί με την πεπατημένη. Και γιατί η κοινωνία το απαιτεί, αλλά και διότι οι γραφειοκρατικοί μηχανισμοί δεν μπορούν και δεν θέλουν να κάνουν κάτι άλλο.
Το εθνικό σχέδιο για την οικονομία που όλοι ονειρευόμαστε δεν μπορεί να είναι τίποτε περισσότερο από την «καμήλα» του σερ Αλεκ Ισιγκόνις. Ο ελληνικής καταγωγής σχεδιαστής είχε πει κάποτε ότι «η καμήλα είναι ένα άλογο που σχεδιάστηκε από επιτροπή». Θα είναι δύσμορφο διότι θα εμπεριέχει πολλαπλούς συμβιβασμούς αντικρουόμενων συμφερόντων, και θα καταλήξει να επιδοτεί κλωστοϋφαντουργίες αντί για επιχειρήσεις πληροφορικής, οι οποίες έχουν επιδείξει κάποιες τρομακτικές επιτυχίες αλλά και υψηλότατο βαθμό αποτυχίας. Μη μιλήσουμε για ευκαιρίες σε ακόμη πιο νέους τεχνολογικούς τομείς που η συντριπτική πλειονότητα ημών δεν ξέρουμε καν ότι υφίστανται…
Προς τι, λοιπόν, όλη αυτή η φρενίτιδα για το «εθνικό σχέδιο εξόδου από την κρίση»; Κατ’ αρχάς, για να έχουμε κάτι να λέμε. Είναι σύνηθες σε αυτήν τη χώρα να μεταθέτουμε όλα τα ζητήματα σε μια μεγάλη ιδέα· σε ένα σύστημα (γενικώς) που μας καταδυναστεύει, σε ένα «γκράντε σχέδιο» που θα λύσει όλα μας τα προβλήματα. Δεύτερον, είναι φυσιολογικό για μια χώρα που δεν έζησε τίποτε άλλο από τον άμεσο ή έμμεσο κρατικό σχεδιασμό, να αντιληφθεί την εξελικτικού τύπου πρόοδο της οικονομίας. Οι περισσότεροι από εμάς συνηθίσαμε να βλέπουμε την οικονομική πραγματικότητα ως το αποτέλεσμα του «μεγάλου σχεδίου» ενός Θεού που το ονομάσαμε κράτος. Αδυνατούμε να καταλάβουμε πως η διαδικασία δοκιμής και λάθους μπορεί τελικώς να έχει αγαθά αποτελέσματα. Πιθανότατα νιώθουμε την ίδια αποστροφή που νιώθουν οι χριστιανοί για τη δαρβινική θεωρία. Δεν μπορούμε να καταλάβουμε ότι η οικονομία προοδεύει με ρίσκο, καταστροφή παλιών δομών και ανάδυση νέων.
Τέλος, υπάρχουν κι εκείνοι που σιτίζονται από το υπάρχον και, γνωρίζοντας πως ένα «εθνικό σχέδιο εξόδου από την κρίση» δεν μπορεί παρά να αναπαράγει τη σημερινή κατάσταση, επιχειρηματολογούν με θέρμη υπέρ του. Οσοι δεν το πιστεύουν, ας ψάξουν τις δηλώσεις των συνδικαλιστών του επιχειρηματικού κόσμου. Δύο είναι οι καημοί τους: να μην απελευθερωθεί η αγορά και να συνταχθεί ένα εθνικό σχέδιο επιδοτήσεων.
Πνίγοντας την επιχειρηματικότητα
Τα παραπάνω δεν υπονοούν ότι δεν χρειάζεται εθνικό σχέδιο για την έξοδο της χώρας από την κρίση. Απλώς τονίζουν το γεγονός ότι στην Ελλάδα πάντα παλεύουμε να λύσουμε τα λάθος προβλήματα. Το βασικό πρόβλημα είναι το μεγάλο κράτος που δεν επιτρέπει στον ιδιωτικό τομέα να παράγει πλούτο, ώστε να βγούμε από την κρίση. Ετσι, αντί να επικεντρωθούμε στον σχεδιασμό ενός μικρού κι ευέλικτου κράτους, θέλουμε να σχεδιάσουμε την ιδιωτική οικονομία, κάτι που εκτός των άλλων απαιτεί… ακόμη μεγαλύτερο κράτος.
Δυστυχώς, αυτό είναι η μόνη κοινή συνισταμένη που έχουμε για το σχέδιο εξόδου από την κρίση. Οι υπουργοί της εκάστοτε κυβέρνησης προσπαθούν να κρατήσουν όσο περισσότερο κράτος μπορούν και οι εκάστοτε αντιπολιτευόμενοι πιέζουν για να φτιάξουν ακόμη περισσότερο. Από την άλλη, οι συνδικαλιστικές εκφράσεις της κοινωνίας (μεταξύ αυτών και οι επιχειρηματικές) παλεύουν για ακόμη περισσότερες ρυθμίσεις που θα προστατεύσουν τα «κεκτημένα», αυτά που δημιουργούν το τέλμα. Εκεί βρίσκεται το σύνορο των «εντός» και των «εκτός» του συστήματος. Νέα παιδιά που θα μπορούσαν να επιχειρήσουν, να παραγάγουν και να δημιουργήσουν νέες ιδέες και θέσεις εργασίας συνθλίβονται στις συμπληγάδες ενός συστήματος που μόνο στόχο έχει τη συντήρηση των κατεστημένων δομών, είτε αυτές ονομάζονται «κεκτημένα» είτε «επιδοτήσεις αντιπαραγωγικών τομέων» είτε ρυθμίσεις υπέρ συντεχνιών (δικηγόρων, μηχανικών, φαρμακοποιών κ.λπ.). Ετσι οι τολμηρότεροι και δημιουργικότεροι των νέων θα πάρουν των ομματιών τους για το εξωτερικό. Πιθανώς αυτό να εξηγεί το γεγονός ότι πολλά Ελληνόπουλα διαπρέπουν στην αλλοδαπή· όταν πνίγεται εγχωρίως η δημιουργικότητα, οι πιο δημιουργικοί πάνε για να διαπρέψουν εκεί που τους επιτρέπεται να ξετυλίξουν το ταλέντο τους.
Σ’ αυτή τη χώρα δοκιμάσαμε όλους τους πιθανούς σχεδιασμούς της ιδιωτικής οικονομίας. Από την ένταξή μας στην ΕΟΚ ψηφίστηκαν πέντε αναπτυξιακοί νόμοι κι έγιναν χιλιάδες ρυθμίσεις στο όνομα της επιχειρηματικότητας. Ανάπτυξη δεν είδαμε διότι δεν τολμούμε να σκεφτούμε ότι το πιο αναπτυξιακό μέτρο είναι να αφήσουμε τους ανθρώπους να επιχειρήσουν. Ξοδέψαμε δισεκατομμύρια σε επιδοτήσεις για τη συντήρηση παρωχημένων κλάδων και επιχειρήσεων, διότι μόνο αυτές κατανοούσε το πολιτικογραφειοκρατικό σύστημα, και από την άλλη μεριά εμποδίσαμε κι εμποδίζουμε νέους ανθρώπους να καινοτομήσουν. Επομένως, κάποια στιγμή πρέπει να το αντιληφθούμε: η χώρα χρειάζεται μόνο ένα σχέδιο. Την απελευθέρωση της οικονομίας. Αν αφήσουμε τους ανθρώπους να ρισκάρουν και να επενδύσουν θα φέρουν την ανάπτυξη που εναγωνίως ψάχνουμε σε διατάξεις νόμων και εγκυκλίων.
Διαβάστε
– «Η Ελλάδα 10 χρόνια μπροστά. Προσδιορίζοντας το νέο μοντέλο ανάπτυξης της Ελλάδας», μελέτη που έγινε για λογαριασμό του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών, www.sev.org.gr
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 17.2.2013