Οταν, στα τέλη της δεκαετίας του 1970, πρωτοπήγα στην Αμερική, ένα από τα πράγματα που μου έκαναν εντύπωση ήταν η ελευθεριότητα στο στυλ. Στην Ευρώπη είχαμε αυστηρές προδιαγραφές στην ένδυση. Τα γήινα χρώματα συνδυάζονταν μόνο με γήινα χρώματα, τα μπλε με γκρι και οπωσδήποτε μαύρο σκαρπίνι. Αντιθέτως, στις ΗΠΑ κάποιος μπορούσε να φορέσει λαδί σακάκι, σιέλ πουκάμισο, μπλουτζίν και στον πάτο Τίμπερλαντ, που τότε φάνταζαν σαν γουρουνοτσάρουχα. Αν μάλιστα πρόσθετε και μια κατακόκκινη γραβάτα, εθεωρείτο «well dressed», καλοντυμένος…
Στην Ελλάδα των μικρών σπιτιών είχαμε ένα δωμάτιο που παρέμενε 360 ημέρες τον χρόνο κλειστό, το σαλόνι· άνοιγε στις ονομαστικές γιορτές και δεν νοείτο να έχουν διαφορετικό ύφασμα ο καναπές με τις πολυθρόνες. Αντιθέτως, στις ΗΠΑ υποδέχονταν τους επισκέπτες στα καθημερινά «living rooms», όπου ο καναπές μπορούσε να είναι λαδής, μία πολυθρόνα μαύρη, η άλλη γκρι κ.ο.κ.
Ο λόγος της παρδαλότητας ήταν πρακτικός. Ο Αμερικανός καμάρωνε για την (μαύρη) «La-Z-Boy πολυθρόνα» που αγόρασε κοψοχρονιά σε ένα σπιτικό παζάρι (yard sale), την απίστευτη τύχη να αποκτήσει τον (καφέ) καναπέ σε κάποια Black Friday κ.λπ. Η ελληνική ομοιοχρωμία στα ρούχα και ομοιομορφία στα έπιπλα εθεωρείτο περιττός κόπος και περιττή σπατάλη.
Σιγά σιγά και λόγω της πολιτιστικής κυριαρχίας των ΗΠΑ (κάποιοι το είπαν «πολιτιστικό ιμπεριαλισμό») η παρδαλότητα ήρθε στην Ευρώπη, αλλά με μία διαφορά: Εδώ εισήχθη σαν στυλ και όχι ως προϊόν πρακτικότητας. Εξ ου και το γεγονός ότι πουκάμισα που πουλιόνταν στα «πανέρια της Αμερικής» έφταναν στα καταστήματα του Κολωνακίου σε αστρονομικές τιμές.
Από την άλλη μεριά, όμως, οι ελίτ (πρωτίστως της ανατολικής ακτής) υιοθετούσαν πολλά από τα χούγια της Ευρώπης. Είναι χαρακτηριστικό ότι στις ορκωμοσίες –μέχρι και του Τζον Κένεντι, το 1961– πρόεδροι, αντιπρόεδροι και άλλοι αξιωματούχοι έπρεπε να φορούν ημίψηλα καπέλα. Η ορκωμοσία αυτή καθαυτή γινόταν μέχρι το 1816 μέσα σε ένα δωμάτιο και σιγά σιγά άρχισαν να προστίθενται μπιχλιμπίδια. Η παρέλαση προστέθηκε το 1881, οι δημόσιες προσευχές το 1937, το γεύμα το 1953 και φέτος προστέθηκε η αναγγελία κατά την είσοδο των αξιωματούχων, κάτι που θύμιζε βασιλική αυλή.
Το πρακτικό πνεύμα –λαού και ηγεσίας– ήταν ένας από τους λόγους που έκανε μεγάλη την Αμερική. Αυτό σταδιακά άρχισε να εκλείπει, κάτι που φαίνεται στην εξέλιξη της ορκωμοσίας των προέδρων της. Ετσι, ακούσαμε ύμνους για την καπελαδούρα (σε κλειστό χώρο) της Μελάνια, που ήταν τόσο άβολη, που απέτρεψε τον πρόεδρο να της δώσει το εντελώς τυπικό φιλί στο μάγουλο. Η πρακτικότητα θυσιάστηκε για χάρη του στυλ.