Δυστυχώς για τη Ν.Δ., η ιστορία επαναλαμβάνεται σαν φάρσα.
Την τελευταία φορά που η παρένθεση ήταν κυρίαρχη στο ελληνικό πολιτικό σύστημα έκανε μεγάλη ζημιά στα κόμματα εξουσίας. Την είχε εισαγάγει στον δημόσιο διάλογο ο κ. Κώστας Λαλιώτης, δημιουργώντας ένα επικοινωνιακό επιφαινόμενο το οποίο κυριάρχησε τελικώς στην πολιτική ζωή. Ηταν το φάντασμα της «Δεξιάς παρένθεσης». Το αστείο ήταν ότι και η κυβέρνηση και η αντιπολίτευση πολιτεύονταν με αυτό το άγχος. Ο κ. Κώστας Καραμανλής δεν προχωρούσε τις δομικές μεταρρυθμίσεις που χρειαζόταν ο τόπος διότι φοβόταν ότι θα πέσει και ο κ. Γιώργος Παπανδρέου δεν «τα άλλαζε όλα στο κόμμα» διότι θα καλείτο σύντομα να κυβερνήσει και χρειαζόταν το «όλον ΠΑΣΟΚ» για να τα βγάλει πέρα. Η νάρκη της «Δεξιάς παρένθεσης» ήταν το ιδανικό άλλοθι του συντηρητισμού που πλάκωσε τη χώρα. Τίποτε δεν εκινείτο στο παρόν, διότι όλοι πρόσμεναν κάτι να γίνει στο άμεσο μέλλον. Κάπως έτσι χάθηκε και η ευκαιρία αναθεώρησης του άρθρου 16, που θα απελευθέρωνε τα ΑΕΙ από τον κρατικό ζυγό, αφού όλο το εκσυγχρονιστικό μπλοκ με μπροστάρη τον κ. Ευάγγελο Βενιζέλο ήταν αντίθετο στην αλλαγή.
Ομως η «παρένθεση» φλόγισε τις ψυχές των νεοδημοκρατών πρώτη φορά το 1981, όταν περίμεναν ότι «όπου να ’ναι πέφτει το ΠΑΣΟΚ», ακόμη και διά των τεθωρακισμένων όπως ψιθύριζαν κάποιοι. Ο Ευάγγελος Αβέρωφ μετακίνησε το κόμμα πιο Δεξιά από τη βαθιά συντήρηση που βρισκόταν. Τότε η Νέα Δημοκρατία έχασε την ευκαιρία της ριζικής ιδεολογικής ανανέωσής της και χαρακτηριστικό είναι ότι το 1983 το Πειθαρχικό Συμβούλιο του κόμματος τιμώρησε τον πρώην βουλευτή και υπουργό Στέφανο Μάνο, διότι εξέφρασε δημοσίως (στην ομιλία του με τίτλο «Η ανάγκη μιας άλλης Αλλαγής») διάφορες αντικομματικές απόψεις: «Με τη θέση ότι “πρέπει να ελευθερωθεί η αγορά εργασίας”, εκφράζει άποψη που αντιτίθεται ευθέως στις αρχές του κόμματος… Η άποψη ότι “η αποκρατικοποίηση των δημοσίων επιχειρήσεων πρέπει σε πολλές περιπτώσεις να γίνει με τη δωρεάν διανομή του κεφαλαίου αυτών στους Ελληνες φορολογούμενους κατά τον λόγο συμμετοχής των στον φόρο εισοδήματος” είναι αντίθετη προς τις βασικές αρχές του κόμματος… Η ασάφεια της περικοπής της ομιλίας του για την κατάργηση του καθολικού ελέγχου τιμών κινδυνεύει να θεωρηθεί ότι το κόμμα μας θα καταργήσει την προστασία των τιμών των αγροτικών προϊόντων… Η άποψη για την απελευθέρωση του τραπεζιτικού συστήματος και της ελευθέρας αγοράς χρήματος… είναι αντίθετη με τις αρχές του κόμματος» (Πειθαρχικό Συμβούλιο της Νέας Δημοκρατίας 4/1983).
Υπό το άγχος της ΠΑΣΟΚικής –εκείνη τη φορά– παρένθεσης, η Νέα Δημοκρατία περιμένοντας (όπως είπε και ο κ. Αντώνης Σαμαράς) ότι «πολύ σύντομα αυτή η παράταξη, που πάντα έβγαλε τη χώρα από τα δύσκολα, θα κληθεί και πάλι να παίξει τον ιστορικό της ρόλο», δεν κατάφερε να μπολιαστεί με νέες απόψεις, δεν επέτρεψε να φυσήξει νέος αέρας στις μουχλιασμένες δομές της, με αποτέλεσμα η Ν.Δ. να χάσει και τις ευρωεκλογές του 1984 (τότε αποχώρησε από την ηγεσία ο Ευάγγελος Αβέρωφ) αλλά και τις εθνικές εκλογές του 1985.
Δυστυχώς για τη Ν.Δ., η ιστορία επαναλαμβάνεται σαν φάρσα. Ετσι, όπως το 1982 αλυχτούσε συντηρητικά για τη θεσμοθέτηση από το ΠΑΣΟΚ μιας σειράς προοδευτικών μέτρων, όπως ήταν ο πολιτικός γάμος, η αποποινικοποίηση της μοιχείας κ.λπ., έτσι και η πρώτη ανακοίνωση της κ. Μαρίας Σπυράκη αφορούσε την επιλογή του κ. Τσίπρα να δώσει τον πολιτικό όρκο. «Πολύ άσχημα ξεκίνησε ο κ. Τσίπρας. Αγνοεί επιδεικτικά μια παράδοση αιώνων του ελληνικού έθνους, η πορεία του οποίου είναι συνυφασμένη με την Ορθοδοξία», είπε. Δυστυχώς, όταν κάποιος θέλει να αυτοκτονήσει πολιτικά, όχι μόνο δεν αλλάζει θέσεις, αλλά ούτε φρασεολογία.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 1.2.2015