Η πολιτική της Ευρώπης πρέπει να στοχεύει να γινουν πλεονασματικές οι χώρες του Νότου κι όχι ελλειμματικές οι χώρες του Βορά.
Ο όρος «εμμονή στη λιτότητα» μοιάζει πια στην Ελλάδα κάτι σαν μεταφυσική αμαρτία των Γερμανών. Είναι κατά τα ειωθότα μια προτεσταντική ιδιότητα που μάλλον έρχεται σε αντίθεση με τη «λαρτζ» αντίληψη για την οικονομία που έχουν οι ορθόδοξοι και δη οι ορθόδοξοι νεοκεϊνσιανοί. Βεβαίως η χώρα μας δεν αποδείχθηκε ποτέ απλόχερη σε ό,τι αφορά τη βοήθεια τρίτων χωρών. Στους προ της κρίσης προϋπολογισμούς, η Ελλάδα και η Ιταλία παρουσίαζαν το χαμηλότερο ποσοστό δαπανών βοήθειας σε υπανάπτυκτες χώρες, αλλά όπως λέει και το ατράνταχτο εγχώριο επιχείρημα: «Αλλο αυτό».
Η «άλλη πολιτική» λοιπόν που προκρίνεται αριστεροδεξιόθεν στην Ελλάδα είναι η πολιτική των δαπανών. Σύμφωνα με τη ρητορική του 2010 κι εντεύθεν, ο μόνος τρόπος για να εξυγιανθεί η οικονομία είναι η πολιτική των ελλειμμάτων τα οποία χρηματοδοτούν τρίτοι. Μέχρι το 2009 αυτό γινόταν. Οι αγορές πλήρωναν τις καταναλωτικές δαπάνες. Δεν τις χρηματοδοτούσαν αδαπάνως· περίμεναν ότι θα πάρουν τα λεφτά τους πίσω και με τόκο.
Οι αγορές φοβήθηκαν από τα υπερβολικά ελλείμματα που δημιουργούσαν τεράστιο χρέος κι αποτραβήχτηκαν. Εκλήθησαν οι φορολογούμενοι των άλλων ευρωπαϊκών χωρών να μας διευκολύνουν. Δεν το έκαναν για να συντηρήσουν το καταναλωτικό μας πρότυπο με πρωτογενές έλλειμμα 24 δισ. που ήταν το 2009· ξέρουν κι αυτοί να καταναλώνουν. Εκλήθησαν να συμβάλουν ώστε αφενός η αποκλιμάκωση του ελλείμματος να γίνει σταδιακά και αφετέρου να δοθεί χρόνος για ανακατάταξη της οικονομίας για να αυξηθεί το παραγόμενο προϊόν. Αποφασίστηκε η σταδιακή αποκλιμάκωση του δυσθεώρητου ελλείμματος από 15,8% το 2009 σε πρωτογενώς πλεονασματικό προϋπολογισμό πέρυσι. Δεν ήταν εύκολο, αλλά δεν υπήρχε κι άλλη λύση. Αυτό που υπονοείται ως «άλλη, μη-προτεσταντική, πολιτική», δεν γίνεται. Αφενός οι άλλοι δεν έχουν καμιά διάθεση να το χρηματοδοτήσουν και αφετέρου δεν είναι βιώσιμο. Κάποια στιγμή η οικονομία πρέπει να παράγει για να μπορεί να καταναλώνει.
Το λαϊκίστικο επιχείρημα του «κακού Βορρά» και του «αγαθού Νότου» ντύνεται και με άλλες ωραίες λέξεις, όπως είναι οι «μεταβιβαστικές πληρωμές». Οι συγκεκριμένες μεταβιβάσεις πλούτου στηρίζονται σε ένα ορθό σκεπτικό: μια νομισματική ένωση δεν μπορεί να υπάρξει επί μακρόν έχοντας κάποια πολύ πλεονασματικά μέλη και κάποια πολύ ελλειμματικά. Αυτό όμως σημαίνει ότι οι πλεονασματικές χώρες πρέπει να χρηματοδοτήσουν την αύξηση της παραγωγής στις ελλειμματικές και όχι την κατανάλωση. Οι μεταβιβαστικές πληρωμές έχουν να κάνουν με επενδύσεις του Βορρά στον Νότο, όπως π.χ. με αύξηση της χρηματοδότησης των διαρθρωτικών ταμείων, δεν έχουν να κάνουν με την περιρρέουσα φιλολογία ότι θα παράγουν οι Βόρειοι και οι Νότιοι θα τους βοηθούν στις εξαγωγές με τα λεφτά των Βορείων.
Δεν είναι γερμανική, δεν είναι προτεσταντική η πολιτική λιτότητας στις χώρες του Νότου, ούτε οφείλεται σε κάποιο γινάτι των Βορείων, γιατί «εδώ κάτω περνάμε καλά». Είναι κοινή λογική: η κατανάλωση κάθε χώρας αργά ή γρήγορα έρχεται στα επίπεδα της παραγωγής. Η πολιτική της βαθύτερης ενοποίησης λοιπόν πρέπει να έχει στόχο την αύξηση της παραγωγής (με επενδύσεις, μεταφορά τεχνογνωσίας κ.λπ.) γιατί αλλιώς -θέλουμε δεν θέλουμε, είμαστε δεν είμαστε στην ΟΝΕ- θα περιορίσουμε κι άλλο την κατανάλωση
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 2.4.2013