Αν συνεχίσουμε έτσι μετά τρία χρόνια θα διαπιστώσουμε εμπειρικά ότι ο πολλαπλασιαστής δεν θα είναι καν 1,7.
Είναι μεγάλο κρίμα για τη χώρα που το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο δεν υπολόγισε σωστά τους «πολλαπλασιαστές». Διότι αν το ξέραμε πιο νωρίς, ότι για κάθε περικοπή 1% των δημοσίων δαπανών θα είχαμε ύφεση 1,7%, δεν θα αναγκαζόμασταν να περάσουμε όσα ζήσαμε. Το κράτος θα συνέχιζε να ξοδεύει 24 δισ. περισσότερα απ’ όσα εισέπραττε· οι δημόσιες υπηρεσίες θα ήταν πλημμυρισμένες από ευτυχισμένους «σταζιέρ»· θα ελπίζαμε να βγούμε στη σύνταξη στα 50· το μετρό θα κρατούσε τους υπεράριθμους, οι οποίοι προσελήφθησαν με μπιλιετάκια από το γραφείο του κ. Σουφλιά· οι συμβασιούχοι θα συνέχιζαν να μονιμοποιούνται. Γενικώς θα ήμασταν μια ωραία ατμόσφαιρα.
Αν μάλιστα το ΔΝΤ είχε κάνει το λάθος αντίστροφα και έβγαζε τον πολλαπλασιαστή γύρω στο 3, θα μπορούσαμε να κάνουμε περισσότερα. Θα μπορούσαμε π.χ. να δημιουργήσουμε ακόμη μία αγροφυλακή. Τα σαράντα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα θα μας φαίνονταν λίγα· θα μπορούσαμε να τα κάνουμε εξήντα, έτσι ώστε κάθε χωριό να έχει και τη δική του σχολή για να «αναπτύσσεται» χωρίς κόπο και αγωνία. Η κρατική διαφημιστική δαπάνη, που το σωτήριον έτος 2008 είχε φτάσει τα 80 εκατ. ευρώ, θα μπορούσε να πάει μέχρι τα 120, για να επιβιώνουν κάθε λογής έντυπα και ραδιοτηλεοπτικά μέσα. Οι 26 επίσημα καταχωρισμένες εταιρείες δημοσκοπήσεων θα μπορούσαν να γίνουν σαράντα για να μετράμε κάθε πτυχή του ευτυχισμένου μας βίου.
Αν μάλιστα είχαμε και καλούς διαπραγματευτές (κάτι σε σερ Μαρκεζίνης και βάλε, μην αναφέρουμε τον κ. Νότη Μαριά) θα τους πείθαμε ότι ο πολλαπλασιαστής είναι πέντε και θα γινόταν πραγματικότητα το σύνθημα των αναρχικών «σύνταξη στα 18, στράτευση στα 100».
Βεβαίως ανάμεσα στους πολλαπλασιαστές και τους διαιρέτες υπάρχει μια πολύ σημαντική και πραγματική λεπτομέρεια: τα λεφτά. Κάποιοι θα έπρεπε να δίνουν ή έστω να δανείζουν τη χώρα με τα 24 δισ. πρωτογενούς ελλείμματος που είχαμε το 2009. Κάποιοι έπρεπε να καλύπτουν τις εισαγωγές πραγματικών προϊόντων και υπηρεσιών που είναι πολλαπλάσιες των εξαγωγών μας· το έλλειμμα στο ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών είχε φτάσει το 14% του ΑΕΠ. Κάποιοι γενικώς έπρεπε να πληρώνουν. Το κακό είναι ότι δεν υπήρχαν πρόθυμοι· ούτε καν για να μας δανείσουν.
Με τα λόγια και τους πολλαπλασιαστές χτίζονται ανώγια και κατώγια. Φτιάχνονται πολλοί άλλοι κόσμοι που μοιάζουν εφικτοί. Μόνο που η πραγματικότητα είναι άλλη. Οι δημοσιονομικοί πολλαπλασιαστές μετρήθηκαν εκ των υστέρων και βρέθηκαν τόσο μεγάλοι διότι τρία χρόνια τώρα αντί να απελευθερώνουμε την αγορά, αντί να προχωράμε τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, αντί να ιδιωτικοποιούμε, βαδίζουμε σημειωτόν. Παλιές φούσκες της οικονομίας σκάνε, αλλά το πολιτικό μας σύστημα προτιμά να κάνει τα χατίρια των συντεχνιών αντί να αφήσει την οικονομία να αρχίσει πάλι να δημιουργεί. Τρία χρόνια τώρα χτίζουμε όλο και πιο υψηλούς πολλαπλασιαστές μεγαλώνοντας μόνοι μας την ύφεση. Η οικονομία βυθίζεται στο γραφειοκρατικό τέλμα και η μόνη έγνοια του πολιτικού συστήματος είναι να μην πειραχθούν οι δομές του παλιού «πάρε-δώσε».
Αν συνεχίσουμε έτσι μετά τρία χρόνια θα διαπιστώσουμε εμπειρικά ότι ο πολλαπλασιαστής δεν θα είναι καν 1,7. Θα φτάσουμε στο τρία και θα συνεχίσουμε να ψαχνόμαστε γιατί δεν βγαίνουν τα νούμερα.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 13.2.2013