Η συζήτηση για την οικονομία πρέπει να γίνει βαθύτερη και πιο συγκεκριμένη. Όλοι υπερθεματίζουν τη μείωση του κράτους, αλλά κανείς δεν εξηγεί τι ακριβώς εννοούν και πώς θα επιτευχθεί αυτή…
Περί τις 4.000 λέξεις ξόδεψαν οι συντονιστές του ΠΑΣΟΚ, για να περιγράψουν τα προβλήματα της οικονομίας. Πολλές από τις επισημάνσεις τους είναι ορθές. Ο ρυθμός ανάπτυξης, αν και υψηλός, επιβραδύνεται. Τα έσοδα του κράτους υπολείπονται των προβλεφθέντων. Η παραγωγικότητα συνεχίζει να κατρακυλάει και οι επενδύσεις, ακόμη κι αν εξαπλασιαστεί ο ρυθμός αύξησής των (από το 1% στο 5,8%), θα εξακολουθήσουν να είναι λίγες. Στην οικονομία δεν χτυπούν πλέον καμπανάκια κινδύνου, χτυπούν καμπάνες και πρέπει κάποιος να είναι είτε κουφός είτε αριστερός για να μην τις ακούει.
Σε αυτές τις 4.000 λέξεις κριτικής των συντονιστών του ΠΑΣΟΚ, υπάρχουν λιγότερες από εκατό σχετικά με το μέλλον: «Η χώρα χρειάζεται έναν προϋπολογισμό ειλικρινή , αναπτυξιακό και κοινωνικά δίκαιο. Απαιτείται ανατροπή της αλλοπρόσαλλης πολιτικής της κυβέρνησης, που χαρίζει ένα δις. ευρώ κάθε χρόνο στους επιχειρηματίες με τη μείωση της φορολογίας, προτείνει μείωση του πραγματικού εισοδήματος για τους εργαζόμενους, για πρώτη φορά ύστερα από 12 έτη, παγώνει τις επενδύσεις στο επίπεδο πριν από το 1997 και μειώνει την ανεργία με αλχημείες. Χρειάζεται μία άλλη πολιτική που αξιοποιεί τα χρήματα του Γ’ ΚΠΣ, επιταχύνει το ρυθμό ανάπτυξης, μειώνει τις εισοδηματικές ανισότητες και δίνει προτεραιότητα στους τομείς της Παιδείας, της Υγείας και της Κοινωνικής Πρόνοιας. Μία πολιτική που εμπνέει και κινητοποιεί όλες τις παραγωγικές δυνάμεις της χώρας μας.».
Καλά κι άγια όλα τα παραπάνω, αλλά τι ακριβώς σημαίνουν; Όλοι συμφωνούν στην αξιοποίηση του Γ. ΚΠΣ. Κανείς δεν είναι εναντίον της αύξησης του ρυθμού ανάπτυξης και άπαντες αγαπούν την Υγεία, την Παιδεία και την Κοινωνική Πρόνοια. Πώς επιτυγχάνονται όμως, αυτοί οι στόχοι;
«Με διαρθρωτικές αλλαγές», είναι η απάντηση- «καραμέλα» στα χείλη όλων των πολιτικών. Στις σπάνιες φορές που θα ερωτηθούν «Ποιες αλλαγές έχετε κατά νου;»… θα τα μασήσουν. Πέρασαν περί τα δέκα χρόνια για να μιλήσουν περί ανάγκης μείωσης του δημόσιου τομέα και μπορεί να περάσουν άλλα τόσα (αν φυσικά προλάβουμε και δεν καταρρεύσει η οικονομία) για να μάθουμε πώς θα μειωθεί αυτός ο δημόσιος τομέας.
Η συζήτηση για την οικονομία πρέπει να γίνει βαθύτερη και πιο συγκεκριμένη. Όχι μόνον από τους πολιτικούς, αλλά και από τους κοινωνικούς φορείς και από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Όλοι υπερθεματίζουν τη μείωση του κράτους, αλλά κανείς δεν εξηγεί τι ακριβώς εννοούν, και πώς θα γίνει αυτή.
Προχθές, ο κ. Αλογοσκούφης εξήγγειλε την κατάργηση εκατό Οργανισμών και τη συγχώνευση άλλων τριών. Μπράβο, αν και έπρεπε ήδη να είχε ξεκινήσει. Δεν μάθαμε όμως, ακόμη ποιοι είναι αυτοί οι Οργανισμοί, πότε θα αρχίσει η κατάργησή τους και, κυρίως, ποτέ θα τελειώσει. Το τελευταίο έχει μεγαλύτερη σημασία διότι μέχρι τότε θα πληρώνουμε νοίκια, διοικητικά συμβούλια, γραμματείς και πολλούς φαρισαίους. Κι αντί τα χρήματα να πηγαίνουν σε συντάξεις, θα συνεχίσουν να σπαταλιούνται σε άχρηστους Οργανισμούς.
Χθες, το ΠΑΣΟΚ μίλησε για μία ακόμη φορά για την ανάγκη διαρθρωτικών τομών στην οικονομία. Μπράβο του αν και έπρεπε να τις είχε προχωρήσει όσο ήταν κυβέρνηση. Πιθανότατα θα συμφωνεί με τον κ. Αλογοσκούφη για την κατάργηση των εκατό Οργανισμών και, ίσως, να έχει κι άλλους. Γιατί δεν μας αποκαλύπτει τι πρέπει να καταργηθεί; Οι λαλίστατοι βουλευτές του, γιατί δεν βομβαρδίζουν με ερωτήσεις την κυβέρνηση, ώστε να την πιέσουν προς αυτήν την κατεύθυνση;
Η Αριστερά, φυσικά, δεν μπορεί να μετάσχει σε μια τέτοιου τύπου συζήτηση. Μπαίνει όλο και περισσότερο στη σφαίρα του σουρεαλισμού. Χθες, ο κ. Λαφαζάνης ζήτησε από την κυβέρνηση να αμφισβητήσει το Σύμφωνο Σταθερότητας! Ο Συνασπισμός απέχει μόλις ένα βήμα από τη θέση του ΚΚΕ για έξοδό μας «από την ΕΟΚ των μονοπωλίων», οπότε κανείς δεν μπορεί να συζητήσει στα σοβαρά τις προοπτικές της οικονομίας.
Απομένουν τα δύο μεγάλα κόμματα, τα οποία πρέπει να καταλάβουν ότι η εποχή της θολούρας πέρασε ανεπιστρεπτί. Χρειάζονται συγκεκριμένες απαντήσεις και όχι γενικολογίες, διότι οι πολίτες, αν και δεν κατανοούν τους περίτεχνους δείκτες, νιώθουν στην τσέπη τους την πορεία της οικονομίας.
Κι εκεί δεν μπορεί να τους ξεγελάσει κανείς…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 12.10.2005