Το πρόβλημα δεν βρίσκεται στην προβολή της δραστηριότητας του ΛΑΟΣ, αλλά των απόψεών του. Το τηλεοπτικό τοπίο είναι κομμένο και ραμμένο στα μέτρα του.
Κάνει αίσθηση η καταγγελία της κ. Αλέκας Παπαρήγα ότι το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται πίσω από την υπερπροβολή του «Λαϊκού Ορθόδοξου Συναγερμού» στα κανάλια. Τα στοιχεία (που οφείλει να καταθέσει) θα αποτελέσουν μια ακόμη πληγή στην πολλαπλώς τρωθείσα δημοσιογραφική αξιοπιστία. Είναι κακό να υποτάσσεται το δημοσιογραφικό έργο σε κομματικούς σχεδιασμούς, αλλά το χειρότερο δεν είναι αυτό. Φοβόμαστε ότι οι επιλογές των καναλιών υπερβαίνουν και το κομματικό σύστημα. Ακόμη και τη δημοσιογραφία. Στον τηλεοπτικό τέντζερη, όπου ανακατεύεται ο Βας-Βας Παρασκευάς, ημίγυμνα μοντέλα, κραυγές και καταγγελίες, ο λαϊκισμός του ΛΑΟΣ ταιριάζει καπάκι. Ο λόγος του κ. Καρατζαφέρη είναι απλός, εύληπτος και λάθος. Οπως όλα τα πράγματα στην ελληνική τηλεόραση.
Αν κοιτάξει κάποιος τις μετρήσεις του Εθνικού Ραδιοτηλεοπτικού Συμβουλίου για την προβολή των κομμάτων από τα κανάλια θα διαπιστώσει, ότι ο ΛΑ.Ο.Σ. δεν καλύπτει ούτε το 1% του χρόνου των δελτίων ειδήσεων. Οι στατιστικές όμως του ΕΣΡ είναι σαν τις μίνι φούστες: αποκαλύπτουν πολλά και κρύβουν την ουσία. Το πρόβλημα δεν βρίσκεται στην προβολή της δραστηριότητας του κ. Καρατζαφέρη, αλλά των απόψεών του. Ας θυμηθούμε λίγο τη «συζήτηση» που έγινε στα παράθυρα σχετικά με το βιβλίο ιστορίας της ΣΤ’ Δημοτικού. Κατά την τρέχουσα τηλεοπτική λογική το ΛΑΟΣ δεν μπορούσε να λείπει απ’ αυτή. Σίγουρα όχι οι απόψεις του.
Αν μπορούσε να μετρηθεί η εγγύτητα της κυρίαρχης αντίληψης που διακινούν τα κανάλια με τις απόψεις του «Συναγερμού» τότε θα βλέπαμε σχεδόν ταυτίσεις. Τα πάντα για τα ελληνικά κανάλια είναι συνωμοσίες: από τους «επιτήδειους της αγοράς», μέχρι τους «επιτήδειους της ιστορίας». Η τηλεόραση χρειάζεται παλμό. Γι’ αυτό και στα πάνελ πρέπει πάντα να υπάρχει κάποιος εκπρόσωπος του ΛΑΟΣ για να συγκρουσθεί σε «ευαίσθητα» θέματα δικαιωμάτων με τον εκπρόσωπο του Συνασπισμού. Δεν χρειάζεται να λένε κάτι οι ομιλούσες κεφαλές. Αρκεί που προκαλούν.
Θα είχε, επίσης, ενδιαφέρον να μετρούσαμε το χρόνο που δίνεται, όχι στα κόμματα συνολικά, αλλά σε όσους τα εκπροσωπούν τηλεοπτικά. Θα διαπιστώναμε επιφανειακές διαφορές και ουσιώδεις ομοιότητες. Οι θορυβοποιοί κάθε παράταξης -εκείνοι που είναι έτοιμοι να δακρύσουν ή να κραυγάσουν για τους «καημούς του λαού»- έχουν πιάσει στασίδι στα σόου των οκτώ. Καλούνται να σχολιάσουν τα πάντα. Από την τέχνη, μέχρι την ακρίβεια. Δεν έχουν άποψη, αλλά κάνουν νούμερα (και τηλεθέασης). Και για τα κανάλια το τελευταίο μετράει.
Το τηλεοπτικό τοπίο είναι κομμένο και ραμμένο στα μέτρα του κ. Καρατζαφέρη. Αυτός απλώς δρέπει τους καρπούς τόσων χρόνων λαϊκισμού που καλλιέργησε και η τηλεόραση και το πολιτικό σύστημα. Γιατί οι πολιτικοί δεν είναι άμοιροι ευθυνών για το χάλι που σήμερα υφίστανται. Οχι μόνο δεν ρύθμισαν τα τηλεοπτικά πράγματα, αλλά τα νομιμοποιούν διά της παρουσίας των.
Στην Ιταλία, όταν το κόμμα της Αλεσάντρα Μουσολίνι κέρδιζε τηλεοπτικούς πόντους και οι πολιτευτές της είχαν γίνει μόνιμοι θαμώνες των καναλιών, τα κόμματα πήραν μια μεγάλη απόφαση. Οι εκπρόσωποί τους αρνούνταν να καθίσουν στο ίδιο τραπέζι. Ετσι χάλασαν τη σούπα των τηλεαστέρων. Διότι η τηλεόραση χρειάζεται τη βαβούρα του λαϊκισμού, αλλά καβγάς με ένα δεν γίνεται.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 10.6.2007