Μπορεί η επικοινωνία να οργανώνεται με βάση την προστασία των παιδιών, έργο το οποίο οφείλουν να κάνουν οι γονείς; Μπορεί να ασκείται λογοκρισία (ακόμη και στα ραδιοκύματα) με βάση τον ελάχιστο κοινό παρανομαστή της προσβολής κάποιων;
Είναι βαριά η ποινή του Εθνικού Ραδιοτηλεοπτικού Συμβουλίου (ΕΣΡ) που προβλέπει το κλείσιμο ενός ραδιοσταθμού. Παρά τα παράθυρα που αφήνει για έφεση και προσφυγή στην Δικαιοσύνη. Παρά το γεγονός ότι η διεύθυνση του σταθμού έγραψε στα παλαιότερα των υποδημάτων της τις εγκλήσεις της Αρχής για απολογία περί των επίμαχων εκπομπών. Παρά το γεγονός ότι υπάρχει σε όλες σχεδόν τις χώρες νομικό προηγούμενο καταστολής της «βωμολοχίας» στα ραδιοκύματα…
Το 1973 ο διάσημος κωμικός Τζορτζ Καρλίν ηχογράφησε ένα μονόλογο με τις επτά πιο συχνά χρησιμοποιούμενες βρώμικες λέξεις, ο οποίος μεταδόθηκε από το ραδιόφωνο Pacifica το μεσημέρι της 30ης Οκτωβρίου του ίδιου έτους. Ένας ακροατής προσέφυγε στην «Ομοσπονδιακή Επιτροπή Επικοινωνιών» (αντίστοιχο του δικού μας ΕΣΡ) με το αιτιολογικό ότι ο ανήλικος γιος του άκουγε την εκπομπή. Η Επιτροπή εξέδωσε μια απόφαση με την οποία δεν προέβη σε κυρώσεις, αλλά επιφυλάχθηκε να το κάνει στο μέλλον, αν υπήρχαν κι άλαλες διαμαρτυρίες. Η υπόθεση έφτασε στο Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ (την εποχή μάλιστα που ήταν εξαιρετικά φιλελεύθερο στα ζητήματα λόγου) το οποίο αποφάσισε ότι «εκτός του σπιτιού η ισορροπία μεταξύ του ομιλητή που προσβάλει και εκείνου που άθελά του ακούει και προσβάλλεται κλίνει κυρίως υπέρ του ομιλητή, ζητώντας από τον ακροατή να αποφύγει τον λόγο που τον προσβάλει… [αλλά] απ’ όλες τις μορφές επικοινωνίας η ραδιοτηλεοπτική μετάδοση έχει την μικρότερη προστασία από την Πρώτη Τροπολογία του Συντάγματος (για την ελευθερία του λόγου) … {επειδή] οι εκπομπές εκτείνονται εντός του ιδιωτικού χώρου των ανθρώπων και είναι εντελώς αδύνατον να αποφευχθεί από εκείνους που παθητικά προσβάλλονται. Επιπλέον ο εκπεμπόμενος δια των ραδιοκυμάτων λόγος είναι μοναδικά προσβάσιμος από τα παιδία..» (FCC v. Pacifica 3.7.1978)
Η απόφαση αυτή που είχε ισχυρότατη μειοψηφία (5-4) θεωρείται από πολλούς πλέον ξεπερασμένη. Ο συνταγματολόγος καθηγητής κ. Σταύρος Τσακυράκης (συγγραφέας του βιβλίου «Η ελευθερία του λόγου στις ΗΠΑ», εκδόσεις Σάκκουλα) θεωρεί ότι δεν μπορεί η επικοινωνία να οργανώνεται με βάση την προστασία των παιδιών, έργο το οποίο οφείλουν να κάνουν οι γονείς. Ούτε μπορεί να ασκείται λογοκρισία (ακόμη και στα ραδιοκύματα) με βάση τον ελάχιστο κοινό παρανομαστή της προσβολής κάποιων. Με το σκεπτικό αυτό κανείς λόγος δεν θα έπρεπε να επιτρέπεται στα ερτζιανά, διότι κάποιος μπορεί να προσβληθεί ακόμη και από ένα πολιτικό μήνυμα. Με την ίδια λογική π.χ. η θέα του σφυροδρέπανου ή της σβάστικας μπορεί να προκαλέσει οδυνηρές μνήμες σε κάποιους και θα έπρεπε να απαγορευτεί.
Η άλλη θεωρία για τα ερτζιανά βασίζεται πάνω στα περιουσιακά δικαιώματα. Από την στιγμή που τα ραδιοκύματα είναι δημόσια περιουσία η πλειοψηφία αποφασίζει την χρήση τους. Αν η πλειοψηφία είναι συντηρητική, συντηρητικό θα είναι και το προϊόν που μεταδίδεται. Γράφαμε παλιότερα: «το ΕΣΡ ασκεί λογοκρισία. Νομιμοποιείται όμως και ηθικά και πολιτικά διότι οι καναλάρχες διαχειρίζονται δική μας περιουσία. Δεν είναι λογοκρισία που εδράζεται σε κάποια αστήρικτη αντίληψη περί “χρηστών ηθών”, αλλά στην υπαρκτή βάση των συχνοτήτων. Αυτές είναι περιουσία του ελληνικού λαού που δίδονται υπό όρους. Αν αυτός λαός είναι συντηρητικός νομιμοποιείται να επιβάλει τον συντηρητισμό του στα μεταδιδόμενα προγράμματα.» (Απογραφές 13.11.2003)
Το θέμα είναι εξαιρετικά λεπτό και δυστυχώς στην Ελλάδα λείπει από τον δημόσιο διάλογο η σε βάθος θεωρητική αναζήτηση και αυτών των ζητημάτων. Κυριαρχούν οι δικαιολογημένα ίσως οργίλες κραυγές εξαιτίας της μη αναλογικότητας του αδικήματος με την επιβληθείσα ποινή για το κλείσιμο του ραδιοσταθμού. Οι κραυγές όμως δεν φωτίζουν τα ζητήματα…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 3.11.2005