Κάποιοι θεωρούν ότι περιβάλλονται από ένα αόρατο τείχος «ιδιωτικότητας» όπου κι αν βρίσκονται.
Υπάρχει ένα βασικό πρόβλημα με τη «θεωρία της κλειδαρότρυπας» που αναπτύσσουν οι βουλευτές και υπουργοί του ΣΥΡΙΖΑ, ώστε να αποφύγουν τη συζήτηση για την επίσκεψη που έκανε ο σύντροφός τους και υπουργός Εθνικής Αμυνας Πάνος Καμμένος σε ρουλέτα του Λονδίνου. Να θυμίσουμε ότι ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ κ. Θοδωρής Δρίτσας θεώρησε το θέμα «παρεμπίπτον που αποκάλυψαν οι δαιμόνιοι ρεπόρτερ της κλειδαρότρυπας» (ΣΚΑΪ, 25.9.2017). Ο κ. Δρίτσας τάχθηκε κατά της εξεταστικής επιτροπής για τις συνομιλίες του κ. Καμμένου με ισοβίτη, χωρίς να διευκρινίσει αν τις θεωρεί κι αυτές μέρος της ιδιωτικής ζωής τού υπουργού. Πιο γλαφυρή ήταν η κοινοβουλευτική εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ κ. Φωτεινή Μπάκα που δήλωσε: «Το ότι φτάνουμε, όμως, σε ένα σημείο να τίθεται μέσα στην ολομέλεια του Κοινοβουλίου θέμα του καζίνο που πήγε ο υπουργός τάδε, του ζεϊμπέκικου του άλλου –που ήταν fake news– και να κάνουμε μια αντιπολίτευση κλειδαρότρυπας, κουτσομπολιού και fake news, αυτό δεν περιποιεί τιμή στον χώρο στον οποίο βρισκόμαστε» (ΣΚΑΪ, 27.9.2017) .
Το πρόβλημα δεν είναι οι ιερεμιάδες που εξαπέλυαν στο παρελθόν οι ισόβιοι ιδιοκτήτες του «ηθικού πλεονεκτήματος», για μικρότερα ηθικά παραπτώματα. Αφορά τα όρια του ιδιωτικού βίου των πολιτικών, τα οποία θέλουν να τα κόβουν και να τα ράβουν στα μέτρα τους. Και η «θεωρία της κλειδαρότρυπας» εμπεριέχει μια αντίφαση: για να υπάρξει κλειδαρότρυπα χρειάζεται πόρτα. Ελα όμως που στον δημόσιο χώρο δεν υπάρχουν πόρτες και δη ιδιωτικές. Οτιδήποτε κάνει ένας πολίτης –και πολύ περισσότερο ένας πολιτικός– είναι δημόσιο.
Κάποιοι θεωρούν ότι περιβάλλονται από ένα αόρατο τείχος «ιδιωτικότητας» όπου κι αν βρίσκονται. Ετσι, αν ένας υπουργός κάνει κωλοτούμπες στην πλατεία Συντάγματος, αυτό θεωρείται «ιδιωτική του υπόθεση», αρκεί να το δηλώσει ο ίδιος. Αν πάλι διαδηλώνει στην ίδια πλατεία, καλεί τις κάμερες να τον τραβήξουν, διότι ο ίδιος πάλι βαφτίζει την παρουσία του «δημόσια υπόθεση». Αυτό δεν είναι απλώς λογοκρισία. Είναι αρχισυνταξία. Ο πολιτικός αποφασίζει μόνος του ποια στοιχεία του δημόσιου βίου του θα προβληθούν και ποια θα αποκρυβούν.
Οτιδήποτε συμβαίνει στον δημόσιο χώρο είναι δημόσιος βίος, ασχέτως των μεταμοντέρνων ανοησιών που οδήγησαν τη νομοθεσία και τη νομολογία σε απίστευτους παραλογισμούς. Κάποτε δόθηκε μάχη για τις κάμερες στους δρόμους, οι οποίες μπορούσαν να είναι δίπλα σε πρεσβευτικές κατοικίες, αλλά όχι στο παραδίπλα τετράγωνο. Μπορούσαν να λειτουργούν σε δρόμους, αλλά όχι όταν γίνονταν διαδηλώσεις, διότι το να διαδηλώνει κάποιος δημοσίως ήταν… ιδιωτική του υπόθεση. Η «ιδιωτικότητα» ήταν το νέο κοσκινάκι πολιτικών, νομικών κ.ά. και επειδή δεν έβρισκαν πού να το κρεμάσουν, το έβαζαν παντού.
Εχουν οι πολιτικοί ιδιωτική ζωή; Φυσικά κι έχουν. Στον βαθμό, όμως, που την κρατούν στην κρεβατοκάμαρά τους. Από τη στιγμή που εμφανίζουν στοιχεία της ιδιωτικής τους ζωής για να επιτύχουν δημόσια αξιώματα, αυτά τα στοιχεία χρήζουν επαλήθευσης. Και ο μόνος τρόπος να επαληθευτούν είναι να ελεγχθεί η προσωπική τους ζωή.
Γράφαμε και παλιότερα ότι όταν ένας πολιτικός κάνει δημόσιες εμφανίσεις με τη σύζυγο και τα παιδιά του, ήδη έχει βγάλει στη φόρα ένα κομμάτι της ιδιωτικής του ζωής. Εμφανίζει εκείνο το μέρος που είναι αρεστό στους πολίτες, προκειμένου να αποσπάσει τις ψήφους τους. Αν οι δημοσιογράφοι ανακαλύψουν ένα «κακό» κομμάτι της προσωπικής του ζωής (π.χ. μια ερωμένη), τότε τίθεται αυτόματα η προστασία της «ιδιωτικότητάς» του. Αυτό δεν είναι απλώς υποκρισία. Είναι άσκηση αρχισυνταξίας: οι πολιτικοί θέλουν να ορίζουν μόνοι τους τι θα δημοσιεύεται γι’ αυτούς και τι όχι.
Οταν ένα δημόσιο πρόσωπο κάνει μέρος της πολιτικής ατζέντας κάποια στοιχεία της προσωπικής του ζωής, τότε όλη η ιδιωτική του ζωή είναι μέρος της πολιτικής. Από τη στιγμή που κάποιος τυπώνει στο προεκλογικό του φυλλάδιο τη φωτογραφία της ευτυχισμένης οικογένειας, ο ψηφοφόρος έχει το δικαίωμα να γνωρίζει πόσο πλαστή ή πραγματική είναι η συγκεκριμένη φωτογραφία, όσο δικαίωμα έχει να μάθει πόσο αληθινές ή ψεύτικες είναι οι φωτογραφίες με τα έργα που παρουσιάζει στο ίδιο φυλλάδιο. Οταν προβάλλει τη –σύμφωνα με τα μέτρα της κοινωνίας– ακεραιότητα του χαρακτήρα του (δείτε τα προεκλογικά φυλλάδια: ήθος, συνέπεια, καταγγελίες για το «σάπιο πολιτικό σύστημα» κ.λπ.), πρέπει να μάθουμε πόσο ακέραιος –σύμφωνα πάντα με τα μέτρα της κοινωνίας– είναι.
Είναι δύσκολη και σύνθετη η δουλειά ενός πολιτικού. Εχει πολλές απολαβές εξαιτίας του αξιώματός του, αλλά και περιορισμούς των δικαιωμάτων του. Πρέπει –για παράδειγμα– οι πολίτες των ΗΠΑ να γνωρίζουν τον ιατρικό φάκελο του προέδρου τους, αφού αυτός μπορεί να ξεκινήσει έναν πυρηνικό όλεθρο; Οφείλει ένας πολιτικός να δημοσιοποιεί την οικονομική του κατάσταση, από τη στιγμή που διαχειρίζεται τα χρήματά μας; Πρέπει ένας υπουργός να αποφεύγει να συχνάζει σε μέρη που μπορούν να τον κάνουν ευάλωτο σε εκβιασμούς;
Αλλά το ζήτημα δεν είναι μόνο λειτουργικό. Ούτε φυσικά ηθικοπλαστικό. Είναι θέμα σύμβασης. Από τη στιγμή που ξεμυτίζουμε σε δημόσιο χώρο, κάνουμε μια αυτόματη και άρρητη σύμβαση: παραχωρούμε το δικαίωμα της ιδιωτικότητάς μας. Αυτό λέει η λογική, διότι κατ’ αρχάς οι άλλοι έχουν μάτια και βλέπουν και κατά δεύτερον μπορεί να κρατούν και κάμερες.
Το ίδιο ισχύει και για τον πολιτικό: από τη στιγμή που μπαίνει στη δημόσια αρένα ανεμίζοντας στοιχεία της προσωπικής του ζωής, καθένας έχει το δικαίωμα να τον ελέγξει…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 29 & 30.9.2017