Η κυβέρνηση άργησε μερικά δισ. στον χώρο του φαρμάκου. Πρέπει γρήγορα να απελευθερώσει την αγορά και των φαρμακείων και των γενόσημων.
Δεν ξέρουμε με ποιο τρόπο αποτιμάται το κοινωνικό έργο των φαρμακοποιών (που έγραφε και ο κ. Κυριάκος Θεοδοσιάδης, αντιπρόεδρος Πανελληνίου Φαρμακευτικού Συλλόγου, «Καθημερινή» 6/10/2010) αλλά στην περίπτωση π.χ. του Fuzeon (ενός φαρμάκου για το έιτζ), μάς έρχεται κάπως ακριβά. Σύμφωνα με το Ενιαίο Δελτίο Τιμών Φαρμάκου, η τιμή αυτού του σκευάσματος είναι στη χονδρική 1.392,34 ευρώ. Στο φαρμακείο πωλείται προς 2.086,41 ευρώ. Υστερα από ΦΠΑ και όλα τα παραφερνάλια το κέρδος του φαρμακοποιού είναι 487,32 ευρώ! Στη Σουηδία το κέρδος του φαρμακοποιού για το συγκεκριμένο σκεύασμα είναι 15,53 ευρώ, προφανώς ο κοινωνικός τους ρόλος είναι εξαιρετικά περιορισμένος. Στην περίπτωση του Abelcet, ενός άλλου φαρμάκου που χρησιμοποιείται για κάποιες μολύνσεις, ο κοινωνικός ρόλος των φαρμακοποιών μάς έρχεται ακόμη πιο ακριβά. Η τιμή της χονδρικής είναι 1.039,27 ευρώ και στα φαρμακεία πωλείται προς 1.557,34 ευρώ. Η διαφορά των 518,07 ευρώ ανά πώληση είναι εξασφαλισμένη διά νόμου…
Πώς, λοιπόν, να μην έχουμε τη μεγαλύτερη αναλογία φαρμακείων σε ολόκληρη την Ευρώπη; Με τέτοια εξασφαλισμένα κέρδη είναι απορίας άξιον πώς δεν έχουμε περισσότερα από ένα φαρμακεία ανά 950 κατοίκους (ο μέσος όρος στην Ευρώπη είναι 1/4.000) Αλλά κι αυτό το εξασφαλίζουν οι καλοί (για κάποιους) ελληνικοί νόμοι. Θέτουν γεωγραφικούς και πληθυσμιακούς περιορισμούς στο άνοιγμα των φαρμακείων, έτσι ώστε οι άδειες των φαρμακείων να έχουν γίνει σαν εκείνες των φορτηγών. Μεταβιβάζονται πάρα πολύ ακριβά και συνήθως κάτω από το τραπέζι.
Ολα αυτά, βέβαια, θα ήταν απλώς ζηλευτά από τους πληβείους, που παίρνουν μηνιάτικο όσο βγάζει ένας φαρμακοποιός από την πώληση ενός σκευάσματος, αν δεν υπήρχαν δευτερεύουσες παρενέργειες τις οποίες μάλιστα πληρώνει ο μεροκαματιάρης των 700 ευρώ. Επειδή τα φάρμακα πληρώνονται από τα ασφαλιστικά ταμεία, τα υψηλά ποσοστά κέρδους σε ολόκληρη την αλυσίδα τού φαρμάκου δημιουργούν κίνητρο για λίγη (ή πολύ) περισσότερη συνταγογράφηση. Αν δηλαδή ένας γιατρός -είτε επειδή αγαπά τον ιατρικό επισκέπτη είτε αναπολεί το ωραίο συνέδριο στις Μπαχάμες που διοργάνωσε μια φαρμακευτική εταιρία- γράψει δύο περισσότερα σκευάσματα των 1.500 ευρώ, δύσκολα ένας φαρμακοποιός θα αρνηθεί το επιπλέον χιλιάρικο κέρδους και θα συμβουλεύσει τον πελάτη να μην το πάρει. Πώς έφτασε ένας γιατρός να γράφει φάρμακα 250.000 ευρώ μηνιαίως; Κανείς στην αλυσίδα δεν είχε το κίνητρο να τον σταματήσει. Αντιθέτως: φαρμακευτικές εταιρείες, γιατρός, ασθενής, φαρμακοποιός είχαν ισχυρό κίνητρο να πάνε την συνταγογράφηση στις 500.000 ευρώ. Ετσι κι αλλιώς το κράτος πληρώνει.
Για την περικοπή αυτής της απίστευτης σπατάλης, που βουλιάζει τα ασφαλιστικά ταμεία, δυστυχώς η κυβέρνηση έκανε πολύ λίγα κι αυτά προς την αντίθετη κατεύθυνση. Με απόφασή της η κ. Λούκα Κατσέλη όρισε την τιμή των γενόσημων φαρμάκων (αυτά δηλαδή που έχουν τις ίδιες δραστικές ουσίες, αλλά δεν έχουν ετικέτα) στο 80% των πανάκριβων πατενταρισμένων, αντί να αφήσει την τιμή τους να διακυμανθεί ελεύθερα (σ.σ.: η ειρωνεία είναι ότι πήρε αυτή την απόφαση ως υπουργός… Ανταγωνιστικότητας).
Η κυβέρνηση άργησε μερικά δισ. στον χώρο του φαρμάκου. Πρέπει γρήγορα να απελευθερώσει την αγορά και των φαρμακείων και των γενόσημων. Πρέπει ταχύτατα να προχωρήσει σε δραστικές τομές, γιατί τα ταμεία βουλιάζουν και λεφτά δεν υπάρχουν. Φυσικά θα υπάρξουν πολλές και ποικίλες αντιδράσεις, απεργίες, τεχνητές ελλείψεις κ. λπ. τις οποίες τα κανάλια θα μοιρολογήσουν δεόντως: «Αφησαν τους ασθενείς χωρίς περίθαλψη». Αλλά αυτό το ακριβό καλαμπούρι με τα φάρμακα έπρεπε χθες να είχε τελειώσει.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 10.10.2010