Eπόμενο είναι στα σχολεία να εξετάζονται μόνο Κορνήλιο Καστοριάδη και στη Ρηγίλλης να θρονιάζεται ο Τόνι Νέγκρι. Να μην παρεξηγηθούμε: είναι πολύ αξιόλογοι και ο μεν και ο δε. Απλώς είναι η έλλειψη των Νόζικ, Χάγιεκ, Αιν Ραντ και λοιπών πολλών πρωτοκλασάτων στοχαστών, που πικραίνει…
Είναι ευτύχημα ότι η μαρξιστική βιβλιογραφία είναι τόσο εκτεταμένη στη χώρα μας, ώστε τα στελέχη της φιλελεύθερης παράταξης δεν έχουν πρόβλημα στην ονομαστική γιορτή του αρχηγού τους. Μπορούν να του προσφέρουν πολλά βιβλία: από το «Τι να κάνουμε» του Βλαδίμηρου Λένιν, μέχρι την «Αυτοκρατορία» των Μάικλ Χάρντ και Αντόνιο Νέγκρι και μέχρι τον εσχάτως αναστηθέντα (από τις ελληνικές εφημερίδες) θεωρητικό του τριτοκοσμικού σοσιαλισμού Σαμίρ Αμίν. Διότι, για να πούμε και του Προκόπη το δίκιο (τον οποίο πολλοί σάρκασαν επειδή δώρισε βιβλίο του Τόνι Νέγκρι στον κ. Καραμανλή) ακόμη κι αν ήθελε κάποιος να προσφέρει ένα βιβλίο της φιλελεύθερης σκέψης, που θα μπορούσε να το βρει; Στα ελληνικά δεν μεταφράζεται τίποτε αν δεν έχει Αριστερή σφραγίδα. Ολόκληρες περιοχές της παγκόσμιας σκέψης είναι terra igognita. Το ιδεολογικό έλλειμμα της κεντροδεξιάς παράταξης λάμπει πρώτα απ’ όλα στις προθήκες των βιβλιοπωλείων.
Όταν λοιπόν, ακόμη και το «Ίδρυμα Δημοκρατίας» εκδίδει δεύτερα έργα του (μεγάλου μεν, αλλά «κεντροαριστερού») Τζον Ρόουλς, αντί του κορυφαίου έργου της φιλελεύθερης σκέψης «Αναρχία, Κράτος και Ουτοπία» που έγραψε (ο σύγχρονος, αλλά «αντίπαλος» ιδεολογικά) Ρόμπερτ Νόζικ, φυσικό κι επόμενο είναι στα σχολεία να εξετάζονται μόνο Κορνήλιο Καστοριάδη και στη Ρηγίλλης να θρονιάζεται ο Τόνι Νέγκρι. Να μην παρεξηγηθούμε: είναι πολύ αξιόλογοι και ο μεν και ο δε. Απλώς είναι η έλλειψη των Νόζικ, Χάγιεκ, Αιν Ραντ και λοιπών πολλών πρωτοκλασάτων στοχαστών, που πικραίνει…
Το ευτύχημα είναι ότι διάφορες πτυχές της φιλελεύθερης σκέψης υιοθετούνται ή αναλύονται σοβαρά από πατενταρισμένους μαρξιστές κι έτσι έρχονται ως απόηχος στη χώρα μας. Παρά το γεγονός ότι η ελληνική έκδοση της «Αυτοκρατορίας» διακηρύσσει στο οπισθόφυλλό της ότι είναι «μια σύγχρονη γραφή του “Κομουνιστικού Μανιφέστου”», απέχει μακράν αυτού. Αν αφαιρέσει κανείς την μαρξιστική ορολογία του βιβλίου (π.χ. «Αυτοκρατορία») θα δει ότι οι συγγραφείς επιχειρηματολογούν για το αναπόφευκτο της παγκοσμιοποίησης ακόμη και για πολλές θετικές πλευρές της. Απλώς ανησυχούν, όπως κάθε σκεπτόμενος άνθρωπος, για τις διαδικασίες ολοκλήρωσής της. Ψάχνουν τον τρόπο να διατηρηθούν τα οικονομικά κέρδη της παγκοσμιοποίησης, χωρίς να γίνει η διαδικασία μια νέα αποικιοκρατία. (άσχετη σημείωση: το βιβλίο στα αγγλικά μοιράζεται και δωρεάν μέσω του internet, από την πρώτη μέρα κυκλοφορίας του το 2000. Έτσι για να ξέρουμε ποιοι είναι Αριστεροί στην πράξη και ποιοι στα λόγια).
Ένα ερώτημα απομένει. Στην ατυχή (ή μήπως πονηρή;) περίληψη που υπάρχει στο εξώφυλλο της ελληνικής έκδοσης αναγράφεται: «Η Αυτοκρατορία αποδεικνύει αδιάψευστα ότι η παγκόσμια κεφαλαιοκρατία γεννά ανταγωνισμούς που τελικά θα προκαλέσουν την έκρηξη του συστήματος. Το βιβλίο αυτό είναι το αγγελτήριο του τέλους όχι μόνο για τους εφησυχασμένους φιλελεύθερους θιασώτες του “τέλους της ιστορίας”, αλλά και για τις ψευδοριζοσπαστικές Πολιτισμικές Σπουδές που αποφεύγουν την κατά μέτωπο αντιπαράθεση με τη σύγχρονη κεφαλαιοκρατία.»
Διάβασε το οπισθόφυλλο ο κ. Προκόπης Παυλόπουλος πριν το δωρίσει το βιβλίο στον κ. Καραμανλή, ή μήπως έχει προχωρήσει τόσο πολύ το άνοιγμα προς τα Αριστερά της Νέας Δημοκρατίας;
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 25.5.2003