Η εργασιακή ηθική που υπήρχε στη χώρα πριν την δεκαετία του ‘70αντικαταστάθηκε από τη λογική των τυχερών παιγνίων: Είναι συλλογική η πεποίθηση πως κάπου υπάρχουν «θαμμένες λίρες» που θα βγάλουν την οικονομία μας από τα αδιέξοδα και θα κρατήσουν τις παλιές αντιπαραγωγικές δομές ακέραιες.
Υπάρχει μια αγγλοσαξονική παράδοση που θέλει ένα κιούπι χρυσάφι στην άκρη του ουράνιου τόξου. Στην Ελλάδα προφανώς αυτό δεν θεωρείται μύθος. Είναι βαθιά πεποίθηση. Ας δούμε κάποιες εκφάνσεις αυτής της εδραιωμένης πίστης.
Είμαστε σίγουροι ότι τενεκέδες με χρυσάφι είναι διάσπαρτοι στα ελληνικά βουνά: Αρκεί να ψάξει κάποιος καλά. «Δεν ακούσατε για τον κουνιάδο του φίλου μιας θείας του κολλητού μου που σε μια βραδιά έγινε πλούσιος; Βρήκε σίγουρα λίρες…»
Θεωρούμε δεδομένο ότι στους λαβύρινθους του δημόσιου τομέα υπάρχουν θαμμένες δεσμίδες με δεκαχίλιαρα: αρκεί να κάνουμε τις κατάλληλες κινήσεις. «Ο Κόκκαλης πως τα κατάφερε δηλαδή;»
Το χρηματιστήριο είναι μια υπόθεση που εκδημοκρατικοποιεί την τύχη: μοιράζει τζακ-ποτ, ασχέτως της μετοχής που θα επιλέξουμε. «Βάζουμε ένα εκατομμύριο σήμερα και μέχρι τα Χριστούγεννα θα έχουμε τα χρήματα να πάρουμε σπίτι.»
Μια επιχείρηση είναι ένα πράγμα που εκτυπώνει λεφτά. Την στήνουμε και με το ελάχιστο κόπων και τα κέρδη αρχίζουν να ρέουν. «Ο Κωστόπουλος της Alpha Bank, πιο μάγκας είναι;»
Κάθε ένας χωριστά πιστεύει ακράδαντα ότι ο επόμενος πρώτος αριθμός του λαχείου είναι δικός του: αρκεί να του έρθει η φώτιση. «Ο δείνα που εμφανίστηκε στα κανάλια πιο έξυπνος είναι;»
Σ’ αυτή την κοινωνία που η συντριπτική πλειοψηφία των μελών της ζει με το όνειρο του εύκολου και γρήγορου πλουτισμού, φυσικό και επόμενο είναι η δουλειά να ιεραρχείται εξαιρετικά χαμηλά στο σύστημα αξιών της. Γαλουχήθηκαν γενιές με όραμα τη βολή του δημοσίου: «Και μετά θα κάααααθεσαι». Δημιουργήθηκε η επιχειρηματική νοοτροπία της αρπαχτής’ φυσικά πάντα από το δημόσιο. Η εργασιακή ηθική, που είχαν οι γενιές των ελλήνων μέχρι την δικτατορία, εξαφανίσθηκε παντελώς. Όλοι θεωρούμε δεδομένο ότι, ακόμη και αν δεν παράγει κανείς, κάπου υπάρχουν κρυμμένα λεφτά τα οποία μας περιμένουν. «Ο θεός της Ελλάδας εξάλλου, είναι μεγάλος. Κάτι βρίσκεται πάντα να κουτσοβολευτούμε».
H ιστορική εμπειρία
Βέβαια η ιστορική εμπειρία μας παραμύθιασε, πολύ περισσότερο ίσως κι από τις πολιτικές μας ηγεσίες. Κατ’ αρχήν αυτή η χώρα έχει τεράστια πολιτιστική κληρονομιά κι απαράμιλλο φυσικό περιβάλλον, ένα κεφάλαιο ανεκτίμητο που σήμαινε εισροές χρημάτων. Αν στη δεκαετία του 1950 είχες ένα παλιοχώραφο σε μια όμορφη παραλία, έστηνες μια παράγκα κι έβγαζες λεφτά. Αν τύχαινε να βρεθείς κοντά σε αρχαιολογικό χώρο άνοιγες «souvenir shop» και τα κέρδη ήταν εξασφαλισμένα. Μόνο που αυτό το παραμύθι, της χωρίς υποδομής και σχεδιασμού τουριστικής ανάπτυξης έχει τελειώσει. Οι τουρίστες δεν θα σταματήσουν να έρχονται, αλλά για να πληρώσουν καλά δεν θέλουν απλώς «λίγη θάλασσα, λίγο κρασί και μια παράγκα», αλλά υπηρεσίες υψηλού επιπέδου. Το κόστος δε αποκατάστασης του περιβάλλοντος – το οποίο ήταν κεφάλαιο και φαγώθηκε – είναι πολύ μεγαλύτερο απ’ ότι αν ξεκινούσαμε τώρα σχεδιασμένη οικιστική πολιτική.
Μετά ήρθαν οι εισροές από ΕΟΚ νυν Ε.Ε. Το πρώτο Πλαίσιο Στήριξης το φάγαμε: έγινε εισοδηματική πολιτική και ρείθρα πεζοδρομίων. Με το δεύτερο, κάποια έργα ξεκινήσαμε και τώρα περιμένουμε το τρίτο να την βολέψουμε. Είμαστε δε σίγουροι ότι κάπου στις Βρυξέλες θα βρίσκεται θαμμένο το 4ο ΚΠΣ. Μόνο που κανείς δεν λέει ότι η διεύρυνση της Ε.Ε. δεν αφήνει λεφτά για μας: τα νέα ΚΠΣ θα πάνε αποκλειστικά στα νέα μέλη.
Κάποιοι υπολογίζουν στην εξισωτική παράδοση της Ευρώπης (γεφύρωμα του χάσματος Βορρά Νότου) ή στην θρυλούμενη στρατηγική θέση της χώρας μας: «θα τολμήσουν να μας αφήσουν στην τύχη μας;», λένε. Η απάντηση στο δεύτερο είναι εύκολη: δείτε την οικονομική κατάσταση της Τουρκίας. Είναι ή δεν είναι το χαϊδεμένο παιδί της Δύσης; Σε ότι αφορά το πρώτο, πρέπει να δούμε ότι η εποχή Ντελόρ, Μιτεράν, Κολ πέρασε ανεπιστρεπτί. Κυρίαρχη λογική είναι: καθ’ ένας σύμφωνα με τις δυνατότητές του. Ο ρόλος εξάλλου της πολιτικής στην οικονομία υποχωρεί διαρκώς. Ακόμη κι αν υπήρχε ένας Ντελόρ στις Βρυξέλες, η αναδιανεμητική του δυνατότητα θα ήταν εξαιρετικά περιορισμένη. Αλλά, όπως και να το κάνουμε, οι δυτικοευρωπαίοι θα προτιμήσουν να κάνουν μια ανατολικοευρωπαϊκή Εγνατία για να μεταφέρουν τα εμπορεύματά τους σε αγορές εκατοντάδων εκατομμυρίων κατοίκων παρά στην ψωροκώσταινα. Ότι δώσανε- δώσανε. Αν εμείς δεν τα κάναμε υποδομές, αλλά τα σπαταλήσαμε κακό του κεφαλιού μας. Το σενάριο που κυκλοφορεί στις Βρυξέλες και στο οποίο δίνονται οι μεγαλύτερες πιθανότητες είναι ότι «όπως η Αμερική έχει το Μεξικό της έτσι και η Ευρώπη θα έχει την Ελλάδα της».
Τα παραμύθια των πολιτικών
Από τα πετροδόλαρα του Ανδρέα μέχρι την επίπλαστη ανάπτυξη που μας σερβίρει ο Γιάννος και μέχρι την μη-πρόταση για την οικονομία της Νέας Δημοκρατίας οι πολιτικοί έχουν εθιστεί στο παραμύθι, όπως κι εμείς στο παραμύθιασμα. Χαϊδεύουν τ’ αυτιά μας με θεωρίες που βολεύουν στο συλλογικό υποσυνείδητο: κάπου βρίσκονται θαμμένα λεφτά που σύντομα θα μας βγάλουν από τη στενωπό. Τα πετροδόλαρα, φυσικά, ποτέ δεν ήρθαν. Το 3 συν τοις εκατό αύξησης της Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος (ΑΕΠ) που ευαγγελίζεται ο κ. Παπαντωνίου δεν είναι παρά λογιστικό: είναι παραοικονομία που λόγω των ελάχιστα αποτελεσματικότερων ελεγκτικών μηχανισμών τώρα βγαίνει στο φως και εγγράφεται στις επίσημες στατιστικές. Το ιστορικό ΠΑΣΟΚ θυμάται με νοσταλγία την εποχή του αλόγιστου δανεισμού. Θέλει τρισεκατομμύρια για την άμυνα, τρισεκατομμύρια για το ασφαλιστικό και φυσικά να μην ιδιωτικοποιηθεί η Ολυμπιακή: τα 800 δις που απαιτούνται κάθε τόσο, για να καλυφθούν τα ελλείμματα, «κάπου είναι θαμμένα. Θα βρεθούν». Α! Και προς Θεού. «Μην πειράξουμε τη βολή της ιστορικής βάσης του ΠΑΣΟΚ. Αυτοί μας ψηφίζουν γιατί τους τακτοποιήσαμε στο δημόσιο. Το συνδικαλιστικό κίνημα μας στηρίζει γιατί τα στελέχη του (μέχρι και οι πρόεδροι των σωματείων) πληρώνονται χωρίς να δουλεύουν.» Ποιος τους πληρώνει όλους αυτούς; «Έλα βρε αδελφέ! Στα λεφτά θα κολλήσουμε τώρα. Ο Θεός της Ελλάδας να’ ναι καλά. Θα χαθούμε για μερικά τρις το χρόνο;».
Η Νέα Δημοκρατία μας σερβίρει μια από τα ίδια. Το παίζει «άγγελος-εξάγγελος»: έχει λύσεις, δεν αποκαλύπτει το κόστος’ δείτε το καραγκιοζλίκι με το ασφαλιστικό. Για το ΚΚΕ ας μην πούμε’ ζει στην εποχή της κολεκτιβοποίησης.
Ο «πολιτικός» λόγος των κομμάτων όμως δεν θα μπορούσε να σταθεί αν δεν στηριζόταν σε μια βαθιά συλλογική πεποίθηση: Κάπου υπάρχουν λεφτά, τα οποία – δεν μπορεί – άκοπα θα πέσουν μπροστά μας. Όπως ορθά θεωρείται τρελός κάποιος που σε ατομικό επίπεδο δεν πάει στη δουλειά περιμένοντας ότι το ερχόμενο Σάββατο θα έχει το μοναδικό εξάρι του ΛΟΤΤΟ, τόσο ανεδαφικός πρέπει να θεωρείται ο τυπικός Πασόκος, Νεοδημοκράτης, Κουκουές, που περιμένει το τζακ-ποτ του προϋπολογισμού για να λύσει το ασφαλιστικό. Θαμμένα λεφτά δεν υπάρχουν. Τα Παπαντώνεια πλεονάσματα είναι απλώς μαγικοί αριθμοί. Όσο και να θυμίζει ’85 η ρητορική που ακούγεται τώρα στη Βουλή (και δια στόματος Σημίτη, παρακαλώ) το ποτάμι δεν γυρίζει πίσω. «Aγγελος-εξάγγελος» ήταν μόνο ένας. Καλό το Τριτοδρομικό παραμύθι που μας φίλεψε μια δεκαετία, μόνο που τον λογαριασμό τον άφησε πάνω μας. Τον πληρώνουμε και θα συνεχίσουμε να τον πληρώνουμε…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Γραμμή» τον Mάιο του 2001