Πολιτικοί και δημοσιογράφοι συμβάλλουμε, άλλοτε περισσότερο οι μεν κι άλλοτε οι δε, στην απαξίωση και της πολιτικής και της δημοσιογραφίας.
Καλύτερα απ’ όλους το είχε πει ο Τζορτζ Στεφανόπουλος, επικοινωνιακός σύμβουλος του πρώην Αμερικανού προέδρου Μπιλ Κλίντον: «Αν όλα πάνε στραβά», έγραψε στο βιβλίο του, «όλα πολύ ανθρώπινα», «ρίξτε το φταίξιμο στον Τύπο». Η χειρότερη βερσιόν αυτού του αποφθέγματος είναι το «παρερμηνεύτηκαν οι δηλώσεις μου».
Κάθε λίγο και λιγάκι κάποιος πολιτικός κάνει μια δήλωση που δημιουργεί στιγμιαίο κρότο. Αν τα επέκεινα της δήλωσής του είναι θετικά για τον ίδιο, σιωπηρά ή φωναχτά την υιοθετεί. Αν οι αντιδράσεις του κάνουν ζημιά ρίχνει ένα χαστούκι στον μαντατοφόρο. Στην καλύτερη περίπτωση κατηγορεί τους δημοσιογράφους για «παρερμηνεία των δηλώσεών του» και στη χειρότερη για «οργανωμένο σχέδιο πολιτικής εξόντωσής του» κι άλλα εξίσου δραματικά.
Αυτό το άσχημο παιχνιδάκι παίζεται χρόνια τώρα, και μάλιστα χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία, στις πλάτες του ελληνικού Τύπου. Σαν να μην έχουν άλλα προβλήματα οι δημοσιογράφοι, πρέπει κάθε φορά που μεταφέρουν τα λεχθέντα κάποιου πολιτικού παράγοντα να ζητούν πιστοποιητικά αυθεντικότητας των δηλώσεων και πιθανώς ειλικρίνειας όσων τα δηλώνουν. Ο κώδικας συνεννόησης έχει πλέον σπάσει. Δυστυχώς και από τις δύο πλευρές. Οι δημοσιογράφοι δεν δεσμεύονται πλέον από το «off the record» και οι πολιτικοί δεν δεσμεύονται πλέον από τον λόγο τους: «Γράψ’ το όπως το λέω».
Το χειρότερο είναι πως το σπασμένο τηλέφωνο μεταξύ πολιτικών – ΜΜΕ – πολιτών παίρνει πλέον ενδημική μορφή. Κάθε λίγο και λιγάκι μαθαίνουμε ότι «κύκλοι» κάποιου μεγαλοστελέχους δηλώνουν κάτι για κάποιο θέμα. Συνήθως αιχμηρά και χωρίς τις υπεκφυγές που συνήθως χρησιμοποιούν στον επίσημο λόγο τους. Απαντες οι παροικούντες το ιστορικό κέντρο της Αθήνας γνωρίζουν ότι στην πολιτική δεν υπάρχουν γεωμετρικά σχήματα και πως οι δηλώσεις έχουν γίνει από κέντρο των… κύκλων. Από τον ίδιο τον υπουργό ή τον πολιτικό. Μόνο που όλοι παίζουν το παιχνίδι γιατί τους συμφέρει. Οι δημοσιογράφοι διότι δημιουργούν κάποιο θέμα, οι πολιτικοί διότι διά της γεωμετρίας αποφεύγουν να πουν ευθαρσώς την όποια άποψή τους. Αν, δηλαδή, στριμωχτούν μπορούν κάλλιστα να διαψεύσουν τους «κύκλους» και να μην αναλάβουν το κόστος της αποκοτιάς των.
Μόνο που το κόστος δεν εξανεμίζεται επειδή δεν το αναλαμβάνει ο πολιτικός. Το φορτώνεται ο Τύπος. Κάθε φορά που οι «κύκλοι» διαψεύδονται πληγώνεται η αξιοπιστία των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης. Κάποιοι αναγνώστες, ακροατές, τηλεθεατές θα πιστέψουν τη διάψευση, ρίχνοντας το φταίξιμο στον αγγελιαφόρο.
Σ’ ένα τοπίο χωρίς κανόνες, όμως, τίποτε δεν μπορεί να διασφαλιστεί επί μακρόν. Δυστυχώς η έκρηξη των ΜΜΕ στην Ελλάδα δεν συνοδεύτηκε με ενδελεχή επεξεργασία κανόνων δεοντολογίας ή επαφής με τους πολιτικούς. Ενας κώδικας υπάρχει (της Ενωσης Συντακτών) μάλλον για να παραβιάζεται. Σε άλλες χώρες ακόμη και οι σημειώσεις ενός δημοσιογράφου θεωρούνται τεκμήριο πιστότητας όσων του μεταφέρονται. Υπάρχουν σχολές, γίνονται συνέδρια και ημερίδες, ανταλλάσσονται απόψεις στην προσπάθεια να βρεθεί ο τόπος της ορθής επικοινωνίας πολιτικών και δημοσιογράφων.
Στην Ελλάδα βολευτήκαμε άπαντες με τους «περίπου» κανόνες. Πολιτικοί και δημοσιογράφοι συμβάλλουμε, άλλοτε περισσότερο οι μεν κι άλλοτε οι δε, στην απαξίωση και της πολιτικής και της δημοσιογραφίας. Είναι θεμιτή, για παράδειγμα, η έστω αθώα παραπλάνηση του κοινού να αποδίδονται οι δηλώσεις του x υπουργού σε «κύκλους»; Κανείς δεν ξέρει και δυστυχώς κανείς δεν θέλησε ποτέ να μάθει. Εξυπηρετεί μακροπρόθεσμα τη δημοσιογραφία το ρίσκο μετάδοσης κάποιας «έγκυρης», αλλά ανώνυμης πληροφορίας; Τι κάνουμε στην περίπτωση που ένας πολιτικός χρησιμοποιεί με ανώνυμες δηλώσεις τα Μέσα για να δοκιμάσει αντιδράσεις σχετικά με κάποιο μέτρο; Κι αν οι αντιδράσεις είναι τέτοιες και τα μέτρα δεν ληφθούν ποιος χρεώνεται το «ψεύδος»; Ο πολιτικός ή ο δημοσιογράφος;
Ολα τα παραπάνω είναι ερωτήματα που κάποτε πρέπει να απαντηθούν. Και καλά είναι να τα απαντήσουν οι δημοσιογράφοι διά των θεσμικών οργάνων, πριν τα απαντήσουν άλλοι γι’ αυτούς…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 13.5.2006