Μετά την υποχώρηση του δεξιού αντικομμουνισμού, οι δύο χώροι συνέκλιναν στη ρητορεία τους, με τη διαφορά ότι από Αριστερά υπήρχε ιστορικά μεγάλη επεξεργασία απόψεων, ενώ από Δεξιά υπήρχαν δάνεια θέσεων.
«Ευτυχώς στηρίζουν οι Αριστεροί αυτή την κυβέρνηση, γιατί οι Δεξιοί ούτε μπορούν ούτε πρέπει», έλεγε φίλος χαριτολογώντας. Πραγματικά, αν διαβάσει κανείς εμβληματικούς αρθρογράφους της Αριστεράς, θα διαπιστώσει ότι προσφέρουν αμέριστη στήριξη στα βασικά θέματα που ταλανίζουν αυτή την κυβέρνηση. Σε σημείο, μάλιστα, παρεξηγήσεως. Στο σύνολό της, δε, η Αριστερά, ακόμη και στις θεσμικές της εκφράσεις, στηρίζει την κυβέρνηση με πολλούς τρόπους. Μεγαλύτερος, για παράδειγμα, σταυροφόρος υπέρ της νομοθεσίας για το βασικό μέτοχο υπήρξε ο κ. Κωνσταντόπουλος, ο οποίος μαζί με το κόμμα του οποίου κάποτε ηγείτο σήκωσαν το αντιευρωπαϊκό λάβαρο, για να το κρατήσουν αντάμα με πολλούς της αντίπερα όχθης.
Για το φαινόμενο αυτό δίνονται αρκετές εξηγήσεις. Η πρώτη είναι παλιά κι έχει να κάνει με το επίσης παλαιό στρατήγημα «ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου». Το ΠΑΣΟΚ, κατά την Αριστερά, ήταν ένα κόμμα που λεηλάτησε τα συνθήματά της για να μην προχωρήσει η χώρα στο σοσιαλιστικό μετασχηματισμό που επέκειτο στη δεκαετία του ’70.
Μια δεύτερη εξήγηση έχει να κάνει με το άσβεστο μίσος των Αριστερών ενάντια στον κ. Σημίτη και στο πείραμα του αστικού εκσυγχρονισμού της χώρας που επιχείρησε. Πιθανώς να θεωρούν (όπως και πολλοί ΠΑΣΟΚοι) ότι ένα αριστερό κόμμα κουρσεύτηκε από τη Δεξιά του πτέρυγα και απέτρεψε τον επικείμενο σοσιαλιστικό μετασχηματισμό που θα έκανε το κόμμα της 3ης Σεπτέμβρη. Κάποιοι πιο κακόπιστοι υποστηρίζουν ότι το ΠΑΣΟΚ είναι ικανότερος κουμανταδόρος του αστικού συστήματος, ενώ η Δεξιά, με τις υπαρκτές διαχειριστικές της αδυναμίες, ωθεί τη χώρα ταχύτερα στα αδιέξοδα, τα οποία κατά τη μαρξιστική θεωρία είναι εγγενή στον καπιταλισμό.
Η τρίτη εξήγηση είναι πιο λογική. Η ιδεολογική πενία που χαρακτηρίζει τον κεντροδεξιό χώρο μεταφράστηκε σε υιοθέτηση ό,τι πιο απλοϊκού έχει ο Αριστερός λόγος (λόγος υπέρ αδυνάτων, αντιιμπεριαλισμός, αντιεπιχειρηματικός λόγος κ.λπ.). Ένα μεγάλο κομμάτι της Νέας Δημοκρατίας έχει μπολιαστεί βαθιά από τον ηγεμονεύοντα στη χώρα Αριστερό παραλογισμό. Πιστεύουν ότι το κράτος μπορεί να είναι η θεραπεία διά πάσαν νόσον, ότι οι επιχειρήσεις είναι εξ ορισμού κακό πράγμα, ότι οι επιχειρηματίες είναι είτε στην καλύτερη περίπτωση κερδοσκόποι είτε διαπλεκόμενοι. Πιστεύουν ότι οι Αμερικανοί είναι φονιάδες των λαών και οι Ευρωπαίοι τσιράκια των πρώτων ή έστω του μεγάλου κεφαλαίου.
Μετά την υποχώρηση του δεξιού αντικομμουνισμού, οι δύο χώροι συνέκλιναν στη ρητορεία τους, με τη διαφορά ότι από Αριστερά υπήρχε ιστορικά μεγάλη επεξεργασία απόψεων, ενώ από Δεξιά υπήρχαν δάνεια θέσεων. Δεν πρέπει να παραβλέψουμε κι έναν ανθρώπινο παράγοντα: Γενικώς στο Δεξιό στελεχιακό δυναμικό υπάρχει ένα δέος απέναντι στους γραμματιζούμενους της Αριστεράς. Αυτό μπορεί να έχει μια υπαρκτή βάση, γιατί η πολιτιστική παράδοση της Αριστεράς είναι μεγάλη, είναι όμως εντελώς αδικαιολόγητη σήμερα, διότι αυτός ο χώρος έχει στερέψει και απλώς αρθρώνει ένα πομπώδες «αντί». Γενικώς, πάντως, τα στελέχη της Δεξιάς νιώθουν καλά όταν λαμβάνουν εύσημα από τ’ Αριστερά τους -ολοκληρώνουν (πολιτικώς) όταν κερδίσουν έναν καλό λόγο του κ. Κωνσταντόπουλου ή έστω του κ. Αλαβάνου. Αυτό μπορεί να το διακρίνει κανείς και στη συμπεριφορά τους απέναντι στον Τύπο της κεντροδεξιάς και σ’ εκείνον της απέναντι πλευράς…
Το ζήτημα είναι ότι η κυβέρνηση έχει τυφλωθεί από τη βραχυπρόθεσμη κολακεία της Αριστεράς κι αναπαράγει εν πολλοίς τον ηγεμονεύοντα παραλογισμό της χώρας. Οι αντιευρωπαϊκές κορόνες που ακούστηκαν από στελέχη του κόμματος που ίδρυσε ο αρχιτέκτων της ευρωπαϊκής πορείας της χώρας, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, μπορεί βραχυπρόθεσμα να ωφελούν πολιτικώς την κυβέρνηση, θα γίνουν όμως βαρίδι στα επόμενα αναγκαία βήματα. Τίποτε δεν είναι δωρεάν σ’ αυτήν τη ζωή, ούτε καν οι ρητορείες. Αυτό έπρεπε να το είχαν αντιληφθεί άπαντες όσοι βρίσκουν μπροστά τους τα προεκλογικά τα λόγια τα μεγάλα.
Οι Αριστερές ρητορείες και οι Αριστερές στην αντίληψη νομοθεσίες τύπου «βασικού μετόχου» ήδη άρχισαν να εκδικούνται. Όσο περνά ο καιρός τα πράγματα θα χειροτερεύουν…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 3.4.2005