Κάποτε υπήρχε το μπαλκόνι και οι λέξεις-συνθήματα των αρχηγών που χωρούσαν στους ξύλινους τίτλους των εφημερίδων. Σήμερα υπάρχει η τηλεόραση. Η πολιτική πρέπει να είναι τηλεοπτική…
Κρεμαστήκαμε λοιπόν όλοι στις τηλεοράσεις. Το καλά σκηνοθετημένο σίριαλ της διαδοχής μας απορρόφησε. Απέκτησαν και πάλι αίγλη τα πολιτικά τοκ-σόου, αυτά που για να επιβιώσουν κάποτε έκαναν εκπτώσεις με σταρ και στάρλετ του καλλιτεχνικού στερεώματος. Στις ίδιες καρέκλες που πριν λίγο καιρό ζέσταινε η κ. Δέσποινα Βανδή θα έχουν την τιμή να κάτσουν πρώην και μέλλοντες πρωθυπουργοί. Ο καλός μύλος της τηλεόρασης όλα τα’ αλέθει. Έτσι κι αλλιώς όλη η προεκλογική εκστρατεία για χάρη της θα γίνει. Ένα καλό πλάνο, αξίζει πλέον όσο χίλιοι οπαδοί στην Πλατεία Συντάγματος.
Aσχημα ξεκίνησε αυτή η προεκλογική περίοδος. Με πολλή συγκίνηση και πολύ τηλεόραση. Κι εμείς ντοπαριστήκαμε άσχημα. Θέλουμε όλο και περισσότερες όλο και πιο ραγδαίες εξελίξεις για να κρατήσουμε ψηλά τα νούμερα της AGB. Χρειαζόμαστε πια, σαν πρεζόνια της ενημέρωσης, ατάκες του στιλ «θα διαμορφώσω, θα διαμορφώσουμε τις εξελίξεις…», ώστε να τρέξουμε στο καφενείο ν’ αποκρυπτογραφήσουμε δημόσια τον επόμενο γρίφο του πολιτικού. Περισσότερο χρειαζόμαστε τη δόση εμείς οι δημοσιογράφοι, που ξανά -τι μεγαλεία!- μας πλησιάζει ο κόσμος να ρωτήσει την άποψή μας. Από τον καιρό της εξάρθρωσης της «17 Νοέμβρη» είχαν να φυτρώσουν τόσοι σχολιαστές στα παράθυρα της τηλεόρασης.
Μόνο που το ντοπάρισμα -ακόμη και με ειδήσεις- ποτέ δεν είναι καλό. Ο χρήστης χρειάζεται όλο και μεγαλύτερες δόσεις για να ικανοποιείται. Κι εκεί ελλοχεύει ο κίνδυνος και για το ΠΑΣΟΚ και για την πολιτική. Οι γρήγορες εξελίξεις δημιούργησαν προσδοκίες ακόμη περισσότερο καταιγιστικές πρωτοβουλίες. Το κοινό αδημονεί. Χρειάζεται πρώτη ύλη για τα καφενεία. Τα προγράμματα δεν αρκούν. Σιγά μην πάει κάποιος με πρόταση στην παρέα για να συζητήσουν το δημόσιο χρέος και την πορεία των ιδιωτικοποιήσεων. Το κοινό είναι εθισμένο σε ρήξεις. Θέλει νέα στοιχεία στο σενάριο. Όπως το «Big Brother» φάνταζε φτωχό όταν ενεφανίσθη το εξωτικό «Survivor» έτσι και στην τωρινή συγκυρία οι αργόσυρτες, αλλά τόσο αναγκαίες, διαδικασίες της πολιτικής θα μοιάζουν πληκτικές μπροστά στο απίθανο τηλεπαιγνίδι της διαδοχής.
Ακόμη και οι δευτεραγωνιστές της πολιτικής λίγο νοιάζονται για την ουσία της, εξ ου και η δίκαιη οργή του κ. Μητσοτάκη στο Κοινοβούλιο, όταν κατά την διάρκεια μιας συζήτησης μέτρησε λιγότερα από μια φούχτα κεφάλια. Κι αυτά μάλλον είχαν στο αυτί τους κινητό για να συζητήσουν τις εξελίξεις.
Όλα τα παραπάνω δεν έχουν χαρακτήρα γεροντικής γκρίνιας. Δεν νοσταλγούν παλιές εποχές, όταν τάχαμου συζητούσαμε την πολιτική. Αλήθεια, κουβεντιάσαμε στα σοβαρά τους όρους της «Αλλαγής» του 1981, ή τους όρους της «Απαλλαγής» το 1989, ή τους όρους της «Εναλλαγής» το 1993; Κάποτε υπήρχε το μπαλκόνι και οι λέξεις-συνθήματα των αρχηγών που χωρούσαν στους ξύλινους τίτλους των εφημερίδων. Σήμερα υπάρχει η τηλεόραση. Η πολιτική, για να υπάρξει πρέπει να είναι τηλεοπτική. Να έχει πλάνο καλό: «τζόκιγκ και γυμναστήρια» που θα ‘λεγε κι ο κ. Κόλιν Πάουελ. Όσο για τα προγράμματα… Αυτά θα τα ζήσουμε την επόμενη των εκλογών…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 9.1.2004