Δεν δικαιούται το κράτος να θέσει το αποκαλούμενο «τσιγαρόσημο».
Υπάρχει μια βασική αρχή του δικαίου. Οι πλειοψηφίες ορίζουν τις πολιτικές, αλλά μέχρι του βαθμού που δεν καταπατούν τα δικαιώματα των μειονοτήτων. Καθένας μπορεί και πρέπει να μπορεί να κάνει ό,τι θέλει μέχρι του σημείου που δεν έχει (φυσικές) επιπτώσεις στον άλλο. Με τον ίδιο τρόπο που καθένας μπορεί σε δημόσιο χώρο να κουνά τα χέρια του όπως θέλει, αρκεί να μην χτυπήσει κάποιον τρίτο. Δεν υπάρχει κράτος που μπορεί να θέσει ένα τέλος και να δώσει το ελεύθερο σε κάποιους να μοιράζουν σφαλιάρες στους συμπολίτες τους.
Κατά τον ίδιο τρόπο δεν δικαιούται το κράτος να θέσει το αποκαλούμενο «τσιγαρόσημο». Σε κάθε δημόσιο χώρο, όπως είναι εστιατόρια, μπαρ κ.λπ., όλοι έχουν το δικαίωμα να κυκλοφορούν χωρίς να ενοχλούνται (με φυσικό τρόπο) από τους άλλους. Στα δικαιώματα δεν χωράνε τιμοκατάλογοι.
Ολα αυτά τα ξέρει ο νομομαθής Ανδρέας Λοβέρδος. Απλώς για μια ακόμη φορά ο πολιτικός υπερίσχυσε του καθηγητή της Νομικής. Η επιβολή της απαγόρευσης, όπως γίνεται σε όλο τον πολιτισμένο κόσμο, στοιχίζει ψήφους και γι’ αυτό ο κ. Λοβέρδος άρχισε τις εκπτώσεις μετά ή άνευ τιμοκαταλόγου. Αν μάλιστα καταλήξουμε στη λύση της επιβολής φόρου στα καταστήματα για να επιτραπεί το κάπνισμα, η επιβάρυνση των μη καπνιστών θα είναι διπλή. Και θα εισπνέουν τον καπνό των άλλων, και θα συμμετέχουν στην πληρωμή αυτού του«τσιγαρόσημου». Οπως είναι φυσικό καταστηματάρχες δεν πρόκειται να πληρώνουν το τέλος από την τσέπη τους. Θα το μετακυλίσουν στην κατανάλωση, σε καπνιστές και μη.
Παλαιότερα ο κ. Λοβέρδος είχε δηλώσει: «Δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα για έναν υπουργό, η νομοθεσία την οποία έχει καθήκον να παροασπίσει, να μην εφαρμόζεται από την κοινωνία, ανοιχτά όμως». Λάθος! Υπάρχει. Οταν ο υπουργός πραβαίνει το καθήκον του και δεν προασπίζει, έστω με σκληρό τρόπο, τους νόμους που ψήφισε η Βουλή.
Στη δεκαετία του ’60 οι κοινωνίες του αμερικανικού Νότου αποφάσισαν να μην εφαρμόσουν τον ομοσπονδιακό νόμο που εξίσωνε λευκούς και μαύρους σε ό,τι αφορά την πρόσβαση σε δημόσιους χώρους και δημόσιες υποδομές. Ουδείς ζήτησε από τους μαγαζάτορες της Αλαμπάμα να πληρώσουν ένα τέλος και να αφήσουν τις ταμπέλες που έλεγαν «σερβίρονται μόνο λευκοί». Τα σοβαρά κράτη προασπίζονται και τους νόμους και τα δικαιώματα των πολιτών τους, παντί τρόπω. Ακόμη και με… αυστηρά πρόστιμα.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 14.1.2011