Είναι μισή αλήθεια αυτό που λένε πολλοί ότι το Δημόσιο χρεοκόπησε τις τράπεζες και όχι οι τράπεζες το Δημόσιο. Πρώτα απ’ όλα, με τη βαρύνουσα θέση που είχε κι έχει το κράτος στην ελληνική οικονομία, ουδείς μπορούσε να το χρεοκοπήσει, αλλά αντιθέτως αυτό μπορούσε να χρεοκοπήσει τους πάντες· από τράπεζες μέχρι επιχειρήσεις και από μικροομολογιούχους μέχρι ιδιοκτήτες ακινήτων. Και τα κατάφερε…
Από την άλλη πλευρά, ουδείς είναι αθώος για μια τόσο μεγάλη χρεοκοπία. Απλώς υπάρχουν διαφορετικά επίπεδα ευθύνης. Αλλη και μεγαλύτερη η ευθύνη των υπουργών και πρωθυπουργών που τίναξαν το ασφαλιστικό σύστημα μοιράζοντας αφειδώς συντάξεις, και άλλη των πολιτών που με φωνές και πανό πίεζαν για να πάρουν αυτές τις συντάξεις. Το ταγκό (και της χρεοκοπίας) χρειάζεται δύο, αλλά κάποιος πρέπει να καθοδηγεί.
Είναι αληθές λοιπόν ότι «το Δημόσιο χρεοκόπησε τις τράπεζες», αλλά αυτές δεν είναι άμοιρες ευθυνών. Είχαν στο χαρτοφυλάκιό τους πολλά (όπως αποδείχθηκε αργότερα) τοξικά χρηματοπιστωτικά προϊόντα, χωρίς επαρκή αποθεματικά ασφάλειας. Δεν είχαν μεν subrime υψηλού κινδύνου, όπως η «Λίμαν Μπράδερς», αλλά ήταν «απολύτως απροετοίμαστες και απρόθυμες για την ενίσχυση της κεφαλαιακής τους βάσης, παρά την υψηλή έκθεσή τους (25% του ΑΕΠ) στο ελληνικό δημόσιο χρέος. Οι ισπανικές τράπεζες κατείχαν κρατικά ομόλογα περίπου 20% του ΑΕΠ, ενώ οι αντίστοιχες πορτογαλικές και γαλλικές κατείχαν ομόλογα αξίας περίπου 10% του ΑΕΠ των χωρών καταγωγής τους» (Kreport, 23.12.2023). Με άλλα λόγια, οι ελληνικές τράπεζες χρεοκόπησαν με τη λογική του πρώην προέδρου της ΓΣΕΕ κ. Χρήστου Πολυζωγόπουλου, ο οποίος καθησύχαζε λέγοντας ότι «πρώτα θα χρεοκοπήσει το ελληνικό Δημόσιο και μετά τα ασφαλιστικά ταμεία»· όπου «ασφαλιστικά ταμεία», βλέπε «τράπεζες».
Επίσης είναι αναληθές αυτό που είπε ο επίτιμος πρόεδρος της Τράπεζας Πειραιώς κ. Μιχάλης Σάλλας ότι «είναι άδικο για τις τράπεζες να λέμε ότι πήραν λεφτά από το Δημόσιο. Πήραν μεν, αλλά είχαν νωρίτερα διαγράψει απαιτήσεις κατά του ελληνικού Δημοσίου με το PSI και το Δημόσιο τους γύρισε τμήμα αυτών με συμμετοχή προκειμένου να λειτουργήσουν» («Ναυτεμπορική», 15.12.2024). Το σωρευτικό «κούρεμα» των ομολόγων «ανήλθε τελικά στο 74,3%, που μεταφράζεται σε απώλειες (προ φόρων) ύψους 26,477 δισ. ευρώ» («Καθημερινή», 13.12.2012), ενώ «οι ελληνικές κυβερνήσεις δαπάνησαν περίπου 57 δισ. ευρώ για την κεφαλαιακή στήριξη και εξυγίανση των τραπεζών» (Kreport, 23.12.2023).
Τέλος, αν γκρινιάζουν οι τράπεζες, τι να πουν οι μικροομολογιούχοι ή οι Ελληνες πολίτες για το «κούρεμα» και στην αξία της περιουσίας τους και στα εισοδήματά τους;
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 17.12.2024