Η Περιστέρα Μπαζιάνα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης και τα διπλά μέτρα και σταθμά της Αριστεράς.
Πήρε την «επίζηλη θέση» του ωρομίσθιου καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας η κ. Περιστέρα Μπαζιάνα επειδή είναι σύζυγος πρωθυπουργού; Μάλλον όχι. Από το ρεπορτάζ προκύπτει ότι είχε όλα τα τυπικά προσόντα και –όπως λέει ο πρύτανης– ήταν «καλύτερη από τους υπόλοιπους υποψήφιους». Νομίμως και ηθικώς, λοιπόν, πήρε τη θέση.
Αλλά τότε γιατί όσα έκανε ο κ. Κυριάκος Μητσοτάκης στη ζωή του οφείλονται στο γεγονός ότι ήταν γιος πρωθυπουργού; Είναι η μοίρα των Αριστερών να κατακτούν τα πάντα με το σπαθί τους και των Δεξιών με ρουσφέτι; Ή μήπως η Αριστερά, έχοντας το επικοινωνιακό πλεονέκτημα, δημιούργησε το ψευδεπίγραφο «ηθικό πλεονέκτημα», με αποτέλεσμα να κόβει και να ράβει την πραγματικότητα στα μέτρα της;
Βεβαίως, εκ των πραγμάτων οι συγγενικές σχέσεις παίζουν κάποιο ρόλο. Παντού και πάντα· ακόμη και στα μπαρ ο συγγενής ενός πορτιέρη μπαίνει πιο εύκολα μέσα. Oμως, το κυνήγι των συγγενών πρέπει κάποια στιγμή να τελειώνει. Η κ. Μπαζιάνα «δεν είναι του αντρός της», όπως ο κ. Μητσοτάκης «δεν είναι του πατρός του». Και οι δύο πρέπει να κρίνονται αυστηρά, αλλά όχι λόγω συγγένειας.
Εχει μακρά ιστορία συκοφάντησης των πολιτικών αντιπάλων ο ΣΥΡΙΖΑ, με αποτέλεσμα τώρα να λούζεται τα περιττώματα που πέταξε στον ανεμιστήρα. Δυστυχώς, από τότε που η Αριστερά έχασε το ιδεολογικό πλεονέκτημα, μοιράζει απλώς χαρακτηρισμούς για όλους τους άλλους. «Των εργολάβων» ο ένας, «των διαπλεκομένων» ο άλλος, και όλοι οι υπόλοιποι «φασίστες» ή γερμανοτσολιάδες. Μην αναφερθούμε στα άλλα αισχρά που έγιναν τα πέντε χρόνια του μνημονίου.
Ο έρπης του λαϊκισμού που καλλιέργησε επί μακρόν η ριζοσπαστική Αριστερά έγινε πανδημία. Βεβαίως, προϋπήρχε, αλλά τα τελευταία χρόνια «της Αγανάκτησης» είχαμε μαζική καλλιέργεια. Μέχρι και η πρώην protégée του ΣΥΡΙΖΑ κ. Ραχήλ Μακρή διαπίστωσε ότι «οι εργαζόμενες στους οίκους αυτούς έχουν μεγαλύτερη αξία και μεγαλύτερη αξιοπρέπεια από αυτό το Κοινοβούλιο». Μάλλον γι’ αυτό το μούντζωναν πριν από μερικά χρόνια στις πλατείες.
Η χυδαιότητα με την οποία μπόλιασαν την πολιτική σκηνή όλα τα επικοινωνιακά παραφερνάλια της ριζοσπαστικής Αριστεράς εκδικείται. Δυστυχώς όχι τον ΣΥΡΙΖΑ που τα ξαμόλησε, αλλά τη χώρα.
Δεν περισσεύουν οι άνθρωποι –επώνυμοι κι ανώνυμοι– στην Ελλάδα και καλόν είναι η συζήτηση να γίνεται για δεξιότητες και ουχί με απαξίωση του στιλ «ε, καλά τώρα…»
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 27.9.2015