Υποτίθεται ότι αυτή η κυβέρνηση καταλαβαίνει ότι το πρόβλημα για την οικονομία είναι το μεγάλο κράτος. Υποτίθεται ότι κατανοεί ότι φρένο στις επενδύσεις (μικρές ή μεγάλες – δεν έχει σημασία) βάζει η γραφειοκρατία. Υποτίθεται ότι ο μόνος τρόπος για να καταπολεμηθεί η ακρίβεια είναι ο ανταγωνισμός που θα βελτιώσει τις υπηρεσίες και θα ρίξει τις τιμές. Ανοησίες! Το κράτος και σήμερα μεγαλώνει αντί να μειώνεται, γραφειοκρατικές διαδικασίες προστίθενται αντί να αφαιρούνται. Μερικές φορές το κράτος ξεπηδά εκεί που δεν το περιμένει κανείς. Με ιλαρά αποτελέσματα…
Ας υποθέσουμε λοιπόν ότι ένας νέος, γυμναστής στο επάγγελμα, δεν θέλει να γίνει δημόσιος υπάλληλος. Αποφασίζει να δοκιμάσει την τύχη του στην αγορά. Θέλει να ανοίξει (τι άλλο;) ένα γυμναστήριο. Το κράτος υποτίθεται ότι θα τον επιδοτήσει στο ξεκίνημά του. Θα του δώσει το πενιχρό ποσόν των 9.000 ευρώ για να κάνει μια επένδυση που σίγουρα θα ξεπεράσει τις 100.000. Ας είναι! Οποιος επιχειρεί, διακινδυνεύει. Και καλά είναι να ρισκάρει τα δικά του λεφτά για να καρπωθεί και τα αποτελέσματα, αν πάει καλά.
Μέχρι σήμερα η «δημόσια χαρτούρα» για κάθε νέα επένδυση αποτελείται από 24 έγγραφα, τα οποία κάθε επίδοξος επιχειρηματίας πρέπει να μαζέψει, για να τα καταθέσει ώστε να μπορέσει να δουλέψει (από εφορία, ΙΚΑ, ΤΕΒΕ, Πυροσβεστική κ. λπ.). Η νυν φιλελεύθερη κυβέρνηση πρόσθεσε άλλο ένα. Με προεδρικό διάταγμα που εξέδωσε το υπουργείο Πολιτισμού (!) για να λειτουργήσει κάποιος ένα -κατά τα άλλα ιδιωτικό- γυμναστήριο, πρέπει αναγκαστικά να γίνει μέλος του Πανελληνίου Συνδέσμου Επαγγελματικών Γυμναστηρίων και να προσκομίσει στην αρμόδια αρχή την απόδειξη εγγραφής του!
Δεν είναι μόνο το κόστος εγγραφής και οι συνδρομές που μαζί με την υπόλοιπη επένδυση πρέπει να καταβάλει οποιοσδήποτε αρνείται τη θαλπωρή του Δημοσίου. Υπάρχει κι ένα κόστος ελέγχου για κάθε νέο έγγραφο που «κατατίθεται στις αρμόδιες αρχές». Κάποιος δημόσιος υπάλληλος θα χρεωθεί την επίβλεψη του, σύμφωνα με τον νόμο, υποχρεωτικού συνδικαλισμού.
Υπάρχει, όμως, και κάτι τραγελαφικό: σε όλο τον κόσμο ο συνδικαλισμός είναι δικαίωμα. Μόνο στην Ελλάδα επιχειρείται να γίνει υποχρέωση. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στις αλήστου μνήμης πρώην κομμουνιστικές χώρες ήταν υποχρεωτικός και ξεδοντιασμένος.
Δεν φτάνει μόνον αυτό! Στο ίδιο προεδρικό διάταγμα υπάρχει διάταξη που επιτρέπει στον υπουργό Πολιτισμού να ορίζει το ποσόν της ελάχιστης συνδρομής στα ιδιωτικά γυμναστήρια! Δηλαδή, αν κάποιος θέλει, για τους δικούς του λόγους, να «καταπολεμήσει την ακρίβεια», έστω σ’ αυτόν τον μικρό τομέα της αγοράς, δεν θα του επιτρέψει ο υπουργός!
Εκτός αυτού, φυσικά, θα πρέπει να συγκροτηθεί κάποια επιτροπή για να ορίσει την κατώτατη «δίκαιη συνδρομή» των γυμναστηρίων. Αλλά υπάρχει κι ένα σημαντικότερο ερώτημα: Ο υπουργός Πολιτισμού, δεν έχει άλλες δουλειές να κάνει, από το να γίνεται αγορανόμος στην τιμή των μαθημάτων αερόμπικ;
Ευτυχώς το συγκεκριμένο προεδρικό διάταγμα κρίθηκε αντισυνταγματικό από το Συμβούλιο της Επικρατείας (αυτό που οδεύει προς κατάργηση, αν ψηφιστεί κατά την αναθεώρηση το Συνταγματικό Δικαστήριο) και δεν θα γίνει νόμος του κράτους. Αλλά το ερώτημα παραμένει: τι ακριβώς προσπάθησε να επιτύχει ο υπουργός Πολιτισμού βάζοντας περισσότερο κράτος, ακόμη και στη λειτουργία των γυμναστηρίων; Κι αν επιχειρήθηκε να προστεθούν δύο επιπλέον γραφειοκρατικές διαδικασίες για τα γυμναστήρια, τι γίνεται σε άλλους τομείς επενδύσεων, όπως στις βιομηχανίες, όπου πραγματικά υπάρχει λόγος κρατικού ελέγχου για ζητήματα π. χ. ρύπανσης, εργασιακών σχέσεων κ. λπ.; Διότι καλά είναι να μειώνουμε το κράτος στα χαρτιά, αλλά στην πράξη αποδεικνύεται ότι προσπαθούμε να το μεγαλώσουμε. Ακόμη και στα γυμναστήρια.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 20.7.2006