Η «περιφρόνηση του Κογκρέσου» είναι ένας όρος που προκαλεί τρόμο στο πολιτικό προσωπικό των ΗΠΑ και στους (πολλούς) παρατρεχάμενους στην αμερικανική πρωτεύουσα. Δικαιολογημένος φόβος, διότι η άρνηση αξιωματούχου να δώσει στοιχεία στις κοινοβουλευτικές επιτροπές τιμωρείται με (πραγματική) φυλάκιση μέχρι ένα έτος, συν πρόστιμο. Υπό την απειλή μιας τέτοιας καταδίκης, ακόμη και ο Χένρι Κίσινγκερ το 1975 αναγκάστηκε να δώσει τα στοιχεία που του ζήτησε η «Επιτροπή του Κογκρέσου για τις μυστικές υπηρεσίες». Ο πολύς Στιβ Μπάνον, σύμβουλος του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, καταδικάστηκε πέρυσι σε τετράμηνη φυλάκιση διότι δεν έδωσε στοιχεία για την εισβολή στο Καπιτώλιο. Σύμφωνα με τον εισαγγελέα, ο Στιβ Μπάνον «θεωρεί εαυτόν υπεράνω του νόμου», και «περιγέλασε τις απαιτήσεις της επιτροπής του Κογκρέσου». Τελικώς ο καταδικασθείς παρέδωσε τα στοιχεία και έκανε έφεση.
Αυτά συμβαίνουν σε Κοινοβούλια των οποίων οι πρόεδροι και τα μέλη τους σέβονται τον συνταγματικό ρόλο τους και δεν είναι μαριονέτες της εκτελεστικής εξουσίας. Στα καθ’ ημάς, η περιφρόνηση του Κοινοβουλίου τείνει να γίνει κανόνας, ξεκινώντας από εκείνη την ημέρα που υπάλληλοι του ελληνικού κράτους αρνήθηκαν να απαντήσουν στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας για τις υποκλοπές. Λόγω «απορρήτου» βεβαίως βεβαίως, κάτι που δεν μπόρεσε να επικαλεστεί κοτζάμ Χένρι Κίσινγκερ, όντας υπουργός Εξωτερικών.
Δικαίως λοιπόν εξεμάνη ο κατά κανόνα μειλίχιος βουλευτής του ΠΑΣΟΚ κ. Παύλος Γερουλάνος, διότι στη Διαρκή Οικονομική Επιτροπή της Βουλής «η εκπρόσωπος της Ενωσης Ελληνικών Τραπεζών προσήλθε χωρίς καμία διάθεση να απαντήσει. Στις λίγες ερωτήσεις που απάντησε, η απάντησή της ήταν –επιτρέψτε μου τον όρο– “άλλα λόγια να αγαπιόμαστε” και μας παρέπεμψε αλλού για θέματα» (Βουλή, 4.9.2023).Το θέμα αφορούσε τα POS, αλλά εκ των πραγμάτων επεκτάθηκε και στις χρεώσεις των τραπεζών. Η εκπρόσωπος των τραπεζών απάντησε ότι «οι ελληνικές τράπεζες, που τότε είχαν την κυριότητα και διαχείριση των POS, εμφανίζουν μικρότερα έσοδα κατά 16% σε σχέση με όλες τις ευρωπαϊκές τράπεζες». Πρόσθεσε πάντως ότι «ως πολίτις» κάνει όλες τις συναλλαγές ηλεκτρονικώς και «θα μου επιτρέψετε να πω πως το ένα ευρώ, τα 30 λεπτά, τα δύο ευρώ, που πληρώνω για να εκτελέσω τις υποχρεώσεις μου, για να πληρώσω το ενοίκιό μου και τους λογαριασμούς μου, μου φαίνονται ότι είναι πολύ περιορισμένα σε σχέση με τις λοιπές επιβαρύνσεις που οφείλουμε να αντιμετωπίζουμε ως πολίτες» (Βουλή, 30.8.2023). Μάλλον πληρώνουν καλά στην Ελληνική Ενωση Τραπεζών, έτσι ώστε το ένα και τα δύο ευρώ (ανά ηλεκτρονική συναλλαγή!) να φαίνονται «πολύ περιορισμένα».
Επομένως είχε απόλυτο δίκιο ο κ. Γερουλάνος όταν είπε ότι το «πολιτικό θέμα είναι ότι αυτή η κυβέρνηση έχει δώσει δικαίωμα στους τραπεζίτες να θεωρούν τους εαυτούς τους πάνω και πέρα από τον έλεγχο του ελληνικού Κοινοβουλίου. Και για να νιώθουν οι τράπεζες στο “απυρόβλητο” σημαίνει ή ότι έχετε υποβαθμίσει το Κοινοβούλιο ή ότι έχετε αναβαθμίσει σε προνομιακό συνομιλητή τις τράπεζες, τόσο που μπορούν να αγνοούν τους εκπροσώπους του ελληνικού λαού».
Το θέμα δεν είναι μόνο ηθικό, όταν υπάλληλοι της ΕΥΠ ή ιδιωτικών ενώσεων περιγελούν τις ερωτήσεις των εκπροσώπων του ελληνικού λαού. Εχει και πρακτική σημασία, όταν διάφοροι φορείς νιώθουν ότι έχουν υπεράνω κάλυψη για να αποφεύγουν τον έλεγχο. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, που κατέθεσε ο κ. Γερουλάνος στη Βουλή, «η διαφορά στα μέσα σταθμισμένα επιτόκια του συνόλου των καταθέσεων και των δανείων έχει πάει από 3,53 μονάδες σε 5,83 μέσα σε μόλις ένα χρόνο. Κρατήστε το αυτό για τα στοιχεία του πληθωρισμού…».
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 10.8.2023