Τον Νοέμβριο του 2018 ο ΣΥΡΙΖΑ κατέθεσε πρόταση για τη συνταγματική αναθεώρηση, η οποία ολοκληρώθηκε επί Νέας Δημοκρατίας το 2019. Στην πρόταση υπήρχε η κατάργηση μιας από τις σκανδαλώδεις παραγράφους του άρθρου 86 του Συντάγματος, εκείνης που προέβλεπε την «άψε-σβήσε παραγραφή» των αδικημάτων υπουργών και υφυπουργών. Η διάταξη έλεγε ότι «η Βουλή μπορεί να ασκήσει (δίωξη για ποινικά αδικήματα) μέχρι το πέρας της δεύτερης τακτικής συνόδου της βουλευτικής περιόδου που αρχίζει μετά την τέλεση του αδικήματος», δηλαδή σε 5 με 6 χρόνια.
Επομένως είναι μισή αλήθεια ο ισχυρισμός υπουργών ότι «η κυβέρνηση άλλαξε το Σύνταγμα για να μην έχουν οι υπουργοί αποσβεστική προθεσμία» (Αδωνις Γεωργιάδης, Action 24, 6.2.2025). Ολόκληρη η αλήθεια είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ το πρότεινε, η Ν.Δ. μαζί με άλλα κόμματα το υπερψήφισαν και μπράβο τους. Πέρασε με 274 «ναι» και 23 «παρών».
Η άλλη ολόκληρη αλήθεια είναι ότι η Ν.Δ. άφησε τη δουλειά στη μέση. Η αλλαγή του Συντάγματος χρειάζεται εκτελεστικό νόμο, τον οποίο η κυβέρνηση «αμέλησε» –έξι χρόνια τώρα!– να ψηφίσει. Τώρα, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος δήλωσε ότι η κυβέρνηση θα φέρει στη Βουλή το σχετικό νομοσχέδιο, αλλά αυτό θα είναι κατόπιν δυστυχήματος και πιθανών ποινικών ευθυνών. Ο νόμος φυσικά δεν θα έχει αναδρομική ισχύ και έτσι, το επόμενο διάστημα, θα βρεθούμε σε έναν κυκεώνα αντιπαραθέσεων αν τα πιθανά αδικήματα υπουργών για τα Τέμπη έχουν παραγραφεί, ελλείψει νόμου όταν έγιναν, ή όχι, όπως προβλέπει το Σύνταγμα του 2019.
Για το θέμα ο υπουργός Δικαιοσύνης κ. Γιώργος Φλωρίδης είπε πως «όταν έχεις ρητή διάταξη στο Σύνταγμα η οποία λέει ότι η αποσβεστική προθεσμία ή η παραγραφή είναι όπως για όλους τους πολίτες (…) τότε είναι δυνατόν νόμος απλός να υπερισχύσει του Συντάγματος;» (ΣΚΑΪ, 14.2.2024). Ολόκληρη η αλήθεια, πάλι, είναι πως δεν υπάρχει «ρητή διάταξη που λέει ότι η αποσβεστική προθεσμία ή η παραγραφή είναι όπως για όλους τους πολίτες». Αυτό συνάγεται από το γεγονός ότι πλέον λείπει η προηγούμενη διάταξη που παρέγραφε τα αδικήματα σε δύο τέρμινα. Επιπλέον, αν αρκούσε το Σύνταγμα, τότε γιατί κάθε άρθρο που αλλάζει έχει και τον εκτελεστικό του νόμο; Συνεπώς το πιθανότερο είναι η παραγραφή, και επειδή ορθώς τα δικαστήρια κρίνουν με το ευμενέστερο νομικό πλαίσιο τους κατηγορουμένους και επειδή η Δικαιοσύνη δεν εξαντλεί –διαχρονικώς, όχι μόνο τώρα– την αυστηρότητά της στους πολιτικούς. Αντιθέτως, η νέα διάταξή του ρητώς προβλέπει ότι «η Βουλή μπορεί οποτεδήποτε να ανακαλεί την απόφασή της ή να αναστέλλει τη δίωξη, την προδικασία ή την κύρια διαδικασία».
Μια άλλη μισή αλήθεια διακινεί ο ικανότατος δικηγόρος κ. Μάκης Βορίδης, κατά τη συμβουλή του Χάρι Τρούμαν «αν δεν μπορείς να τους πείσεις, μπέρδεψέ τους». Για την επέμβαση στον χώρο του δυστυχήματος (το κοινώς λεγόμενο «μπάζωμα»), που εκ των πραγμάτων εξαφάνισε αποδεικτικά στοιχεία, ο κ. Βορίδης επισήμανε ότι για να δεχθεί κάποιος ότι η κυβέρνηση συγκαλύπτει κάτι, πρέπει να δεχθεί ότι έχει κάποιο λόγο να αποκρύψει κάτι. «Εγώ λέω ότι δεν υπάρχει συγκάλυψη γιατί δεν υπάρχει κίνητρο συγκαλύψεως», είπε στον ΣΚΑΪ (5.2.2025). Ομως το κίνητρο για ένα αδίκημα προκύπτει από την ανακριτική διαδικασία. Δεν είναι προαπαιτούμενο. Με άλλα λόγια, ο ανακριτής πρέπει να καλέσει τον κ. Τριαντόπουλο για να τον ρωτήσει: «Δώσατε εσείς εντολή για τον “καλλωπισμό” του χώρου;». Αν η απάντηση είναι καταφατική, ακολουθεί η δεύτερη ερώτηση: «Γιατί το έκανες αυτό, ρε παιδάκι μου;»
Η Βουλή πρέπει να δώσει άδεια για να γίνει η διαδικασία που υφιστάμεθα οι υπόλοιποι πολίτες. Ο ανακριτής δεν μπορεί να κάνει σε υπουργό ή υφυπουργό αυτές τις απλές ερωτησούλες, κι ας λέει η κυβέρνηση ότι «για όλα θα απαντήσει η Δικαιοσύνη». Για τα κυβερνητικά στελέχη μάλλον δεν θα μπορέσει.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 16.2.2025