Μπορεί να έφυγαν τα «ιερά τέρατα» της πολιτικής, οι ιδρυτές των μεγάλων κομμάτων, ο αρχηγισμός όμως παραμένει ανέπαφος στα κόμματα.
Κυκλοφορούσε παλιότερα ένα μεταμοντέρνο (και ως εκ τούτου σαχλό) ανέκδοτο που ήθελε τη γιαγιά κάποιου να έχει καρούλια και συνεπώς να είναι πατίνι, ή να έχει ρουλεμάν και να είναι αυτοκίνητο κ.λπ. Κατ’ αναλογία το τελευταίο μεταμοντέρνο ανέκδοτο που κυκλοφορεί στο ΠΑΣΟΚ αφορά τη μετεκλογική κατάσταση του κινήματος αν ο κ. Κώστας Σημίτης έφευγε πολύ νωρίς (το καλοκαίρι του 2003) ή αν έφευγε πολύ αργά (μετά τις εκλογές του 2004) από την προεδρία του κόμματος.
Εμπνεόμενοι από την απροσδόκητα καλή πορεία του κ. Γκέρχαρντ Σρέντερ και του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος της Γερμανίας (SPD) προβάλλουν τη γερμανική πραγματικότητα στην ελληνική και ισχυρίζονται είτε ότι ο κ. Σημίτης θα μπορούσε να κερδίσει τις εκλογές του 2004 (αρκεί να μην έφευγε) είτε ότι ο κ. Παπανδρέου θα μπορούσε να είναι νικητής (αρκεί να έφευγε νωρίς ο κ. Σημίτης).
Βέβαια στα ανέκδοτα δεν μπορείς να ψάχνεις λογικές ακολουθίες, πόσω μάλλον στο μεταμοντερνισμό, είτε αυτός αφορά τη γιαγιά και τα καρούλια είτε το ΠΑΣΟΚ και τον αρχηγό του. Η απάντηση στις μεταφυσικές αγωνίες των ΠΑΣΟΚων είναι απλή: Το SPD δεν είναι ΠΑΣΟΚ. Το πρώτο έχει ιστορία και το δεύτερο βρίθει αργόμισθων συνδικαλιστών και κρατικοδίαιτων ρεμπεσκέδων. Το μεγαλύτερο κομμάτι της Γερμανικής Σοσιαλδημοκρατίας αγωνιά να βρει προτάσεις για τα ακανθώδη σύγχρονα προβλήματα, το μεγαλύτερο κομμάτι της ελληνικής σοσιαλδημοκρατίας αγωνιά για τα γκάλοπ και τις καρέκλες που έχασε. Το SPD έχει προλεταριακή βάση και σοβαρά συνδικάτα (όπως το IG-Metal), το ΠΑΣΟΚ (ως προέκταση της ελληνικής κοινωνίας) έχει βάση αεριτζήδων και συνδικάτα σαν των εργαζομένων στην «Ολυμπιακή».
Τέλος, ό,τι και να έκανε ο κ. Σημίτης το 2003 το ΠΑΣΟΚ κάτι θα έβρισκε να του προσάψει. Είτε ότι έφυγε πολύ νωρίς είτε ότι έφυγε πολύ αργά. Είναι γνωστό, εξάλλου, ότι πολλοί ΠΑΣΟΚοι του μηχανισμού αδημονούσαν χρόνια πολλά να δουν το κ. Σημίτη να χάνει εκλογές. Περισσότερο ίσως και από τους νεοδημοκράτες…
Αυτός ο προβληματισμός όμως αναδεικνύει μια τεράστια παθογένεια του κομματικού μας συστήματος. Μπορεί να έφυγαν τα «ιερά τέρατα» της πολιτικής, οι ιδρυτές των μεγάλων κομμάτων, ο αρχηγισμός όμως παραμένει ανέπαφος στα κόμματα. Οι μηχανισμοί των κομμάτων επιθυμούν αρχηγούς «που τραβάνε», ώστε να τραβήξουν τους ίδιους διά του κράτους από την αφάνεια -να τους γνωρίσει, βρε αδελφέ, και ο θυρωρός της πολυκατοικίας των.
Δεν εξηγείται αλλιώς το γεγονός ότι η ευθυμία ή η δυσθυμία των παρατάξεων εξαρτάται αποκλειστικά από την καλή ή κακή τηλεοπτική παρουσία των αρχηγών τους. Για παράδειγμα, μεγαλοστελέχη του ΠΑΣΟΚ δηλώνουν μετά την -κατά κοινή ομολογία- καλή εμφάνιση του κ. Παπανδρέου στη Θεσσαλονίκη ότι «το ΠΑΣΟΚ ξυπνάει». Δηλαδή, αν η σφήκα του Βελιδείου τσιμπούσε τον κ. Παπανδρέου αντί της συζύγου του η εν Ελλάδι σοσιαλδημοκρατία θα παρέμενε κοιμισμένη; Και αν η επόμενη εμφάνιση του κ. Παπανδρέου δεν είναι καλή, είτε διότι ξύπνησε στραβά είτε διότι τσακώθηκε με το γείτονά του, η σοσιαλδημοκρατική πρόταση στη χώρα θα ξαναπάρει ένα υπνάκο;
Στην από ‘δώ πλευρά τα πράγματα είναι χειρότερα. Δεν γνωρίζω αν και κατά πόσο εκστομίσθηκαν όσα αποδόθηκαν από τα κανάλια στον κ. Απόστολο Σταύρου, ότι δηλαδή «ο Καραμανλής είναι Θεός, και μόνο σ’ αυτόν πιστεύουμε», αλλά αυτή η μεταφυσική κυριαρχεί στο κόμμα, ευνουχίζοντας αφενός την κριτική σκέψη αλλά και (το πονηρό!) μεταθέτοντας ευθύνες κολακεύοντας. Αν η πορεία του κόμματος εξαρτάται μόνον από την κομματική ενσάρκωση του «Θεού», τότε όλοι θα κάααθονται περιμένοντας το θαύμα από τον αρχηγό. Όπως ακριβώς περίμεναν οι ΠΑΣΟΚοι το θαύμα από τον κ. Σημίτη και τώρα τον ψέγουν επειδή δεν σήκωσε το μαγικό ραβδάκι πιο νωρίς ή πιο αργά…
Ο πρωθυπουργός και οι αρρυθμίες στη ΔΕΗ
Μόνο στην Ελλάδα ο πρωθυπουργός είναι αναγκασμένος να απασχολείται και με τις αρρυθμίες στα Διοικητικά Συμβούλια των Ανωνύμων Εταιρειών. Έστω κι αν αυτές οι επιχειρήσεις είναι οι μεγαλύτερες της χώρας, έστω κι αν το Δημόσιο κατέχει το πλειοψηφικό τους πακέτο. Πιθανώς κι αυτό να είναι ένα σύμπτωμα πολιτικής υπανάπτυξης που θέλει τον πρωθυπουργό (και κατ’ αναλογία τον αρχηγό κόμματος, που λέγαμε παραπάνω) «πανταχού παρόντα και τα πάντα πληρόντα».
Σε μια Πολιτεία που είναι στοιχειωδώς ορθολογικά διαρθρωμένη ο πρωθυπουργός χαράζει πολιτική. Δεν προεδρεύει διοικητικών συμβουλίων των Δημοσίων Επιχειρήσεων. Δεν το κάνουν καν οι υπουργοί. Τα προβλήματα λύνονται εντός των Δ.Σ., στο οποίο όσοι μετέχουν πληρώνονται γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο: Να μην απασχολούν την πολιτική ηγεσία του τόπου με τα του οίκου τους.
Όσοι, λοιπόν, επιθυμούν μεγαλύτερο κράτος και περισσότερο δημόσιο χαρακτήρα σε διάφορους τομείς της οικονομικής δραστηριότητας πρέπει να λάβουν κι αυτό υπόψη. Όσες περισσότερες ΔΕΚΟ έχουμε τόσο η πολιτική ηγεσία του τόπου ασχολείται με τα μικρά.
Πιθανόν γι’ αυτό να μην προκόβουν οι χώρες του «υπαρκτού», όπως είναι ακόμη η Ελλάδα. Δεν προκάνουν οι πρωθυπουργοί τους τα μεγάλα. Χθες ο κ. Καραμανλής ασχολήθηκε με τη ΔΕΗ, σήμερα (λόγω του κ. Αλαβάνου) με την «Ολυμπιακή» και να δούμε πότε θα πάρει σειρά η ΕΥΔΑΠ…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 21.9.2005