Στην κατάσταση που φτάσαμε ουδείς είναι αθώος. Ειδικά οι γυαλιστεροί της τηλοψίας. Το να φορτώνουμε, όμως, όλη την ενοχή στους πολιτικούς δεν είναι απλώς άηθες. Είναι και αντιπαραγωγικό.
Αλήθεια! Αν όλοι οι πολιτικοί είναι χάλια και δεν προσφέρουν καμιά προοπτική, τότε γιατί να μην πάρουμε κι εμείς τις μολότοφ; Αν εμείς οι μεγάλοι θεωρούμε τόσο απαξιωμένη την πολιτική, γιατί τα παιδιά να μην καταλήξουν στον μηδενισμό και γιατί να μη σπάνε ανεξέλεγκτα τις βιτρίνες; Αν όλοι είναι ίδιοι γιατί να μην προσφύγουμε στην «επαναστατική βία» για να αλλάξουμε ριζικά τα πράγματα;
Υπάρχει μια περιρρέουσα ατμόσφαιρα απελπισίας. Δεν προέρχεται απ’ όσους βγήκαν στους δρόμους. Πηγάζει από εμάς, τους μεγαλύτερους, που με κάθε ευκαιρία βλέπουμε το τέλος του κόσμου. Εχει να κάνει με μια αριστερή τελεολογία που γίνεται αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Τη διακινούν ρηχά κι απελπισμένα για λίγη τηλεθέαση Μέσα. Αυτά που διαρκώς ασχολούνται με το lifestyle της πολιτικής και κατόπιν γκρινιάζουν για την απουσία της. Τη διαχέουν καλοπληρωμένοι σταρ, οι οποίοι (όπως ορθά έγραψε ο Κωνσταντίνος Ζούλας στην «Κ» 11.12.2008) πηγαίνουν στο στούντιο συνοδευόμενοι από τρεις αστυνομικούς για να καταγγείλουν την έλλειψη αστυνόμευσης στις γειτονιές.
Στην κατάσταση που φτάσαμε ουδείς είναι αθώος. Ειδικά οι γυαλιστεροί της τηλοψίας. Το να φορτώνουμε, όμως, όλη την ενοχή στους πολιτικούς δεν είναι απλώς άηθες. Είναι και αντιπαραγωγικό. Σπέρνει απελπισία. Ακόμη κι αν έχουμε τους χειρότερους πολιτικούς, η πολιτική είναι το μόνο που έχουμε. Και οι διαδικασίες της πολιτικής -είτε το θέλουμε, είτε όχι- ασκούνται από πολιτικούς. Μακάρι να μπαίνουν διαρκώς καλύτεροι και μακάρι να τους ψηφίζουμε. Αλλά φοβάμαι ότι οι «σοφοί των τηλεπαραθύρων» όχι μόνο χλευάζουν τους καλύτερους, αλλά χειρότερα: εσκεμμένα τους αγνοούν.
Να ρωτήσουμε κάτι αυτούς που καταγγέλλουν την έλλειψη πολιτικών προτάσεων; Πότε ήταν η τελευταία φορά που έπαιξαν στα δελτία τους θέμα από τη Βουλή που δεν είχε καβγά για ένα ανούσιο θέμα; Εκείνοι που κόπτονται για την απουσία της πολιτικής πότε εντρύφησαν σε κάτι άλλο πέρα από τα κουτσομπολιά της; Πότε πρόβαλαν τον Χ πολιτικό, ο οποίος είχε κάτι να πει -πέρα από αιχμές για τον Ψ συνάδελφό του;
Αυτή η χώρα -όπως και κάθε άλλη- ποτέ δεν είχε τους πολιτικούς που της άξιζαν. Κάποιοι ήταν ανώτεροι και κάποιοι ήταν κατώτεροι των περιστάσεων. Ομως η Ελλάδα προόδευσε, ερήμην των τηλεπαραθύρων. Εγινε, παρά τις μεμψιμοιρίες της θολής αριστεράς και της λαϊκίστικης δημοσιογραφίας, μέλος της Ε.Ε. του ΝΑΤΟ και της ΟΝΕ. Οσο κι αν αυτές οι επιτυχίες ενοχλούν κάποιους εξ ευωνύμων, ήταν αστοί πολιτικοί που μας οδήγησαν εκεί. Ναι, κάποιοι ήταν καλύτεροι και κάποιοι ήταν χειρότεροι. Να τους συγκρίνουμε, αλλά όχι να τους ισοπεδώσουμε.
Είναι σίγουρο ότι θα μπορούσαμε να πάμε καλύτερα, όπως είναι σίγουρο ότι θα μπορούσαμε να αποφύγουμε πολλά. Μόνο που η ισοπεδωτική κριτική όλων των πολιτικών κρύβει μια θεωρητική μπαγαποντιά: συγκρίνεται κάθε πολιτικός με το ιδανικό και ως εκ τούτου το αποτέλεσμα είναι μηδέν (σ.σ.: όποιον αριθμό κι αν διαιρέσεις με το άπειρο το αποτέλεσμα είναι μηδέν).
Γι’ αυτό ας σοβαρευτούμε. Να συγκρίνουμε το υπαρκτό με το πραγματικό, τον κυβερνήτη με τον πολιτικό. Ετσι διά της αυστηρής σύγκρισης θα αποβάλουμε σταδιακά τους χειρότερους για να μείνουν οι καλύτεροι. Δεν ξέρω αν θα φτάσουμε ποτέ στο ιδανικό, αλλά τουλάχιστον θα μπορούσαμε και μπορούμε να αποφύγουμε πολλά.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 14.12.2008