Η λόγω και έργω αμφισβήτηση των θεσμών από αυτή την κυβερνητική πλειοψηφία δεν έχει μεταπολιτευτικό προηγούμενο, με εξαίρεση τα ομοιόμορφα που δεν σήμαιναν ομοιόχρωμα ψηφοδέλτια του 1985.
Δεν γνωρίζουμε με τι βαθμό πέρασε το Συνταγματικό Δίκαιο ο κατά το παρελθόν δικηγόρος και νυν γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής της Νέας Δημοκρατίας κ. Ελευθέριος Ζαγορίτης. Ως βουλευτής τουλάχιστον έπρεπε να γνωρίζει τι επιτάσσει το Σύνταγμα. Το άρθρο 51 παράγραφος 2 είναι λιτό και σαφές: «Oι βουλευτές αντιπροσωπεύουν το Εθνος». Δεν έχει υποπαραγράφους, ούτε υπονοεί πουθενά ότι οι βουλευτές εκπροσωπούν το κόμμα, τον γραμματέα της Ν.Δ. ή τον πρωθυπουργό. Εκτός αν ο ίδιος ο κ. Ζαγορίτης είναι το Εθνος και ως Εθνος δικαιούται πλέον να περιμένει «από τον κ. Τατούλη να παραδώσει την έδρα του (επειδή) ο κ. Τατούλης ξεπέρασε όλα τα όρια, δεν άφησε κανένα περιθώριο».
Δεν γνωρίζουμε επίσης αν έγινε κρυφίως κάποια συνταγματική αναθεώρηση. Το άρθρο 60 παρ. 1 που έλεγε «Oι βουλευτές έχουν απεριόριστο το δικαίωμα της γνώμης και ψήφου κατά συνείδηση» ισχύει; Ή μήπως άλλαξε με αποτέλεσμα το «απεριόριστο δικαίωμα λόγου» να γίνει περιορισμένο. Διότι αν ο κ. Ζαγορίτης ζητά την παραίτηση ενός βουλευτή επειδή «ξεπέρασε όλα τα όρια», τότε ο γραμματέας της Ν.Δ. ή πρέπει να μας φέρει καινούργιο Σύνταγμα που αναφέρει ποια είναι τα νέα όρια ή έστω να διαβάσει το παλιό Σύνταγμα. Ο καταστατικός χάρτης που ξέρουμε λέει ότι «οι βουλευτές εκλέγονται για τέσσερα συνεχή έτη» (άρθρο 53). Δεν αναφέρει πουθενά εξαιρέσεις του στυλ «οι βουλευτές εκλέγονται για τέσσερα συνεχή έτη, εκτός αν τους το ζητήσει ο κ. Ζαγορίτης».
Ο μόνος ενδιάμεσος της λαϊκής βούλησης (όπως φαντάζομαι τόνισαν όλοι οι καθηγητές του κ. Ζαγορίτη, όταν ο τελευταίος ήταν φοιτητής) είναι οι βουλευτές. Δεν εκλέγει τους βουλευτές το κόμμα, ούτε ο πρωθυπουργός. Αντιθέτως: ο πρωθυπουργός είναι εντολοδόχος των βουλευτών. Αυτοί είναι οι μόνοι που εκλέγονται με άμεση και καθολική ψηφοφορία (άρθρο 51). Για να το πούμε πιο απλά: ο λαός εκλέγει τους βουλευτές με απεριόριστο δικαίωμα λόγου και ψήφου και αυτοί ως άμεσοι εκφραστές της λαϊκής βούλησης αναθέτουν σε κάποιον τη δουλειά του πρωθυπουργού. Δηλαδή, σύμφωνα με το Σύνταγμα οι βουλευτές κάνουν τον πρωθυπουργό και όχι ο πρωθυπουργός τους βουλευτές. Κατ’ αναλογία οι βουλευτές νομιμοποιούνται να ζητήσουν από ένα πρωθυπουργό να παραιτηθεί, αλλά ένας πρωθυπουργός δεν νομιμοποιείται να ζητά από ένα βουλευτή να παραιτηθεί. Τόσο απλό είναι το Σύνταγμα, ώστε μας κάνει να αναρωτιόμαστε αν ο κ. Ζαγορίτης δεν το κατανοεί ή αν δουλεύει με Σύνταγμα άλλης χώρας.
Το ζήτημα είναι ότι η λόγω και έργω αμφισβήτηση των θεσμών από αυτή την κυβερνητική πλειοψηφία δεν έχει μεταπολιτευτικό προηγούμενο, με εξαίρεση τα ομοιόμορφα που δεν σήμαιναν ομοιόχρωμα ψηφοδέλτια κατά την αλήστου μνήμης εκλογή Σαρτζετάκη από το ΠΑΣΟΚ του 1985. Τι να πρωτοθυμηθούμε; Το συνταγματικό «αμελλητί» που μεταφράστηκε «σε κάνα δυο μήνες και βλέπουμε»; Την τριτοκοσμική ψηφοφορία στην Επιτροπή για την αναθεώρηση του Συντάγματος, όπου ψήφιζε όποιος νεοδημοκράτης που έτυχε να περνάει από την αίθουσα; Ή τα ψηφοδέλτια που έκαναν βόλτες στη Βουλή για να καταλήξουν στις τσέπες ψηφολεκτών και σε καλάθια αχρήστων; Και το μεγάλο πρόβλημα είναι: αν ο υπέρτατος νόμος του κράτους δεν δουλεύει, περιμένουμε να δουλέψουν οι υπόλοιποι, οι κοινοί;
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 13.11.2008