Το πρόβλημα της Νέας Δημοκρατίας (και κατά συνέπεια του τόπου) δεν είναι τι λένε οι βουλευτές της, αλλά τι κάνουν οι υπουργοί της.
Τελικά η πολυαναμενόμενη έκπληξη που θα ανέτρεπε το πολιτικό σκηνικό ήταν ο κ. Πέτρος Τατούλης; Η μόνη διαφορά της χθεσινής ομιλίας του κ. Καραμανλή με εκείνη που έκανε στη Θεσσαλονίκη είναι ότι έριξε το γάντι στους αποκαλούμενους «αντάρτες». Τους κάλεσε «να τον ρίξουν» ή να σιωπήσουν.
Ηταν μια κίνηση σχεδόν δραματική αλλά ταυτόχρονα μια ανώφελη επίδειξη πυγμής. Ουδείς μέχρι σήμερα τον αμφισβήτησε, και είναι απορίας άξιον γιατί θέλησε ο ίδιος να μπει σε ένα διαγωνισμό «αρχηγίας». Αλλά και ουδέποτε κάποιους από τους λεγόμενους «αντάρτες» είχε να πει κάτι για τον ίδιο. Αντιθέτως δεν επεσήμαναν καν τα λάθη που ο ίδιος χθες παραδέχτηκε ότι έκανε.
Η μέχρι τώρα κριτική αφορούσε πράξεις και παραλείψεις στελεχών της κυβέρνησης. Μέρος μάλιστα αυτής της κριτικής την υιοθέτησε τελικά και ο ίδιος, αποδεχόμενος π.χ. την παραίτηση του κ. Βουλγαράκη. Το σιωπητήριο λοιπόν επ’ ουδενί αφορά όσα λέγονται κατά του ιδίου ή του κόμματος, αλλά μάλλον αφορά τις κριτικές σε «συμπεριφορές που πληγώνουν την παράταξη» όπως έλεγε παλιότερα ο ίδιος ο κ. Καραμανλής.
Ηταν έντονα φορτισμένη στο τέλος η ομιλία του πρωθυπουργού. Μόνο που οι πολίτες περίμεναν να είναι αυστηρός στην αρχή της. Την ώρα που μιλούσε για το Βατοπέδι και τα φαινόμενα διαφθοράς που ταλανίζουν τον τόπο. Εκεί που παρέπεμψε ξεκαθάρισμα των παρανομιών στη χρονοβόρα απόδοση δικαιοσύνης. Το πρόβλημα, όμως, της Νέας Δημοκρατίας (και κατά συνέπεια του τόπου) δεν είναι τι λένε οι βουλευτές της, αλλά τι κάνουν οι υπουργοί της. Το πρόβλημα είναι οι «MUST» νομοθετικές ρυθμίσεις που ψηφίστηκαν για να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντα μιας μονής σε βάρος της κοινής μας περιουσίας. Οι μεθοδεύσεις και οι κάτω από το τραπέζι της δημοκρατικής διαφάνειας συναλλαγές.
Πολλοί ισχυρίζονται ότι ο κ. Καραμανλής (με δεδομένο ότι μιλούσε σε κομματική σύνοδο), απευθύνθηκε στο εσωτερικό του κόμματός του δηλαδή σε εκείνο το συμπαγές 35% των ψηφοφόρων. Το πρόβλημα όμως είναι ότι τον άκουσε και το υπόλοιπο 65% των Ελλήνων, μεγάλο μέρος των οποίων άλλα περίμενε να ακούσει και άλλα προσδοκούσε να δει. Εκείνοι δε που προσδοκούσαν πολλά περισσότερα ανήκουν σε εκείνο το ευαίσθητο και κυμαινόμενο κομμάτι του αποκαλούμενου μεσαίου χώρου που είχε συνηθίσει να ακούει ένα άλλο Καραμανλή. Είτε μιλούσε σε κομματικές συγκεντρώσεις, είτε όχι.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 27.9.2008