Αμαρτία οµολογηµένη: Και η αφεντιά µου δεν γνώριζε τον ΛΕΞ µέχρι την 4η Ιουλίου τρέχοντος έτους. Εκείνη τη μέρα, την επομένη της μεγάλης συναυλίας στο γήπεδο του Πανιωνίου, έψαξα το όνομά του στις μηχανές αναζήτησης του Διαδικτύου και κατέληξα με αστεία αποτελέσματα. Βρήκα πολλά για τον Λεξ Λούθορ, τον διάσημο κακό στις ταινίες Μπάτμαν. Ψηλά ήταν το νομικό περιοδικό της Ευρωπαϊκής Ενωσης EU-Lex, συν (βεβαίως) διαφημιστικά για τα πολυτελή αυτοκίνητα Lexus. Το «φαινόμενο ΛΕΞ», όπως εκ των υστέρων ονομάστηκε, είχε περάσει κάτω και από τα ευαίσθητα ραντάρ της Google;
Αλλαγή σκηνικού. «Γκούγκλαρα» χθες το όνομα Lex και δεν βρήκα ούτε τον Λεξ Λούθορ ούτε τα Lexus. Ολη η πρώτη σελίδα των αποτελεσμάτων βγάζει χιπ-χοπ, με κορυφαίο το λήμμα της Wikipedia: «Ο Αλέξης Λαναράς (25 Σεπτεμβρίου 1984), ευρύτερα γνωστός ως ΛΕΞ, είναι Ελληνας ράπερ από τη Θεσσαλονίκη».
Οι αλγόριθμοι της Google προσαρμόζουν τα αποτελέσματα αναζήτησης και με βάση την προϊστορία των αναζητήσεων κάποιου, αυτό που η εταιρεία αυθαιρέτως χαρακτηρίζει «ενδιαφέροντα του χρήστη». Συνεπώς άλλη πρώτη σελίδα αποτελεσμάτων θα είχε την 4η Ιουλίου ένας 15χρονος που ακούει χιπ-χοπ «μουσική» κι άλλη ένας σχεδόν 60χρονος που γράφει στην «Καθημερινή». Κι αυτό είναι η μεγαλύτερη αναπηρία της ηλεκτρονικής εποχής. Χτίζει τοίχους στα κουτάκια των ενδιαφερόντων μας. Ετσι δεν παρουσιάζει στους μεγάλους τον ΛΕΞ και δεν υποψιάζει τους 15χρονους ότι υπάρχει ευρωπαϊκό δίκαιο και μάλιστα έχει επιθεώρηση που λέγεται EU-Lex.
Αυτό που κάνουν οι ηλεκτρονικές πλατφόρμες είναι η μεγαλύτερη και η πλέον άσκοπη λογοκρισία όλων των εποχών. Ασκείται επί όλων και δεν έχει στόχο παρά μόνο τη «διευκόλυνση των χρηστών». Ετσι οι αντιεμβολιαστές εκτίθενται μόνο σε αντιεμβολιαστικές απόψεις, οι γιατροί δεν μπορούν να καταλάβουν τι στην ευχή έχουν στο κεφάλι τους οι «άλλοι». Τα κουτάκια των ενδιαφερόντων μας δεν έχουν πλέον μόνο τοίχους. Σκάβονται και τάφροι ανάμεσά τους.
Τουλάχιστον τα παραδοσιακά media εκθέτουν το κοινό τους και σε διαφορετικά ενδιαφέροντα και απόψεις· ασχέτως αν το τελευταίο πολλές φορές δημιουργεί εντάσεις με τους αναγνώστες: «Γιατί η εφημερίδα σας φιλοξενεί τον μπήξε-δείξε αρθρογράφο;». Δεν το κάνουν πάντα καλά, ούτε με πληρότητα, αλλά τουλάχιστον δεν «λαϊκίζουν», δεν προσαρμόζουν την ύλη τους ανάλογα με τα γούστα κάθε ενδιαφερόμενου.
ΥΓ.: Ας μην ξενίζουν τα εισαγωγικά στην έκφραση χιπ-χοπ «μουσική». Είναι ακριβέστερο να μιλάμε για «χιπ-χοπ ποίηση» και αυτό δεν είναι απαξιωτικό. Στο κάτω κάτω της γραφής η ποίηση είναι στα θεμέλια κάθε πολιτισμού και η πιο δύσκολη τέχνη.