Ο αριθμός των νεκρών στην Ιταλία είναι πλέον μεγαλύτερος από ό,τι στην Κίνα κι αυτό αποτελεί μέγα μυστήριο.
Ο αριθμός των νεκρών στην Ιταλία είναι πλέον μεγαλύτερος από ό,τι στην Κίνα κι αυτό αποτελεί μέγα μυστήριο, αν υπολογίσουμε πως η γείτων έχει 60 εκατ. κατοίκους, ενώ η Κίνα 1,4 δισ. Η τρέχουσα εξήγηση είναι πως στην Ιταλία «άργησαν πολύ να πάρουν μέτρα». Να συμφωνήσουμε πως άργησαν, αλλά σάμπως δεν άργησε η Κίνα;
Σύμφωνα με όσα αποκαλύπτονται, τα πρώτα κρούσματα φτάνουν στα νοσοκομεία της Γουχάν στις 17 Νοεμβρίου. Οι αρχές κάνουν αγώνα να φιμώσουν όσους μιλούν για νέο ιό, όπως έγινε με τον άτυχο γιατρό Λι Γουενλιάνγκ. Τέλη Δεκεμβρίου «Κινεζικά μικροβιολογικά εργαστήρια, που έχουν απομονώσει τον κορωνοϊό, διατάσσονται να σταματήσουν την έρευνα και να καταστρέψουν τα δείγματα» (Times 1.3.2020). Στις 31 Δεκεμβρίου η Κίνα ανακοινώνει στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας κάποια μυστηριώδη κρούσματα πνευμονίας. Στις 14 Ιανουαρίου ο ΠΟΥ ανακοινώνει ότι, σύμφωνα με έρευνες των κινεζικών αρχών, «δεν υπάρχουν ξεκάθαρες αποδείξεις ότι ο ιός μεταφέρεται από άνθρωπο σε άνθρωπο». Στις 23 Ιανουαρίου η πόλη Γουχάν μπαίνει σε καραντίνα, δύο μήνες μετά τα πρώτα κρούσματα.
Ψιθυρίζεται μια δεύτερη εξήγηση. Το κινεζικό καθεστώς αποκρύπτει τον πραγματικό αριθμό των θανόντων, εξήγηση που δεν μπορεί να επαληθευτεί ούτε να διαψευσθεί, αφού δεν μπορεί να γίνει ανεξάρτητη έρευνα. Στα πλην αυτής της εξήγησης είναι ότι για τα κομμουνιστικά καθεστώτα οι θάνατοι είναι απλώς στατιστική και επομένως οι αρχές δεν έχουν κανένα λόγο να κρύψουν τον πραγματικό αριθμό των νεκρών· σιγά μη φοβούνται ότι θα τους καταψηφίσει ο κόσμος. Ελέγχεται κι αυτό…
Μια άλλη εξήγηση μπορεί να βασίζεται στα δημογραφικά ή καλύτερα στα μικροδημογραφικά στοιχεία των περιοχών που επλήγησαν περισσότερο από την επιδημία. Η πλούσια βόρεια Ιταλία έχει πολλούς ηλικιωμένους (στους οποίους ο ιός γίνεται φονικός, αφού έχουν πολλά «υποκείμενα νοσήματα»), ενώ η ακμάζουσα βιομηχανική επαρχία της Γουχάν προσελκύει πρωτίστως νέους που έχουν σχετική ανοσία. Ο μεγάλος αριθμός ηλικιωμένων οφείλεται στο ευτύχημα ότι η Δύση ανέπτυξε νωρίς το κοινωνικό κράτος, που επιτρέπει στους ανθρώπους να ζουν καλύτερα και περισσότερο. Ολα τα συστήματα όμως, σε ολόκληρο τον κόσμο, έχουν μια αχίλλειο πτέρνα: Είναι φτιαγμένα να αντιμετωπίζουν τις ανάγκες του παρόντος και όχι πιθανές μελλοντικές απειλές. Αυτό είναι πολύ λογικό: Οι παρούσες ανάγκες είναι άπειρες και οι πόροι πάντα ελλιπείς. Η επιτυχία του δυτικού κράτους πρόνοιας είναι ότι κρατάει στη ζωή τους ανθρώπους παρά τα «υποκείμενα νοσήματά τους», κάνοντάς τα όμως πιο ευάλωτα στους «μαύρους κύκνους» της πραγματικότητας, σε αστάθμητους παράγοντες όπως οι επιδημίες. Ετσι κι αλλιώς κάθε επιτυχία έχει και ένα τίμημα κι ένα μάθημα: Τα συστήματα υγείας μας πρέπει να προσαρμοστούν και για αυτά τα φαινόμενα.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 21.3.2020