Το ελληνικό πολιτικό σύστημα –εν γένει και όχι μόνο οι κυβερνήσεις– ουδέποτε ελέγχει τι θα γίνει αν ένας δικαστής νομολογήσει λάθος αυτό που νομοθετήθηκε.
Υπάρχει μια σοφή συμβουλή που εκστόμισε πριν από πολλά χρόνια ο Αμερικανός πολιτικός και πρόεδρος των ΗΠΑ Λίντον Τζόνσον: «Δεν πρέπει να εξετάζουμε τη νομοθεσία υπό το πρίσμα των καλών που θα επιφέρει αν εφαρμοστεί σωστά, αλλά υπό το πρίσμα των δεινών που θα επιφέρει αν εφαρμοστεί λάθος». Το ελληνικό πολιτικό σύστημα –εν γένει και όχι μόνο οι κυβερνήσεις– δεν την υιοθέτησε ποτέ. Ουδέποτε ελέγχει τι θα γίνει αν ένας δικαστής νομολογήσει λάθος αυτό που νομοθετήθηκε. Γι’ αυτό πέφτουμε από τα σύννεφα κατά την εφαρμογή των νόμων, όπως έγινε πρόσφατα με τη δρακόντεια ποινή δεκαετούς κάθειρξης στην καθαρίστρια από τον Βόλο.
Η διαδικασία είναι απλή και επαναλαμβανόμενη. Δημιουργείται ένα πρόβλημα. Αρχίζουν οι οιμωγές: «Πού είναι το κράτος;», «τι κάνει το κράτος;». Κατόπιν αναλαμβάνουν οι γνωστοί κήνσορες των τηλεπαραθύρων που καταλήγουν στο καφενειακό συμπέρασμα πως «δεν υπάρχει κράτος», ή όπως λένε στην τηλεοπτική γλώσσα: «Είναι εμφανής η έλλειψη μέριμνας εκ μέρους της πολιτείας, Γιώργο μου». Οι υπουργοί νιώθουν πίεση. Φτιάχνουν ένα νομοσχέδιο, υποστηρίζοντας ότι «λύνουμε οριστικώς ένα χρόνιο πρόβλημα της χώρας». Το πάνε στη Βουλή όπου η πλειονότητα υπερψηφίζει άκριτα κάθε κυβερνητική πρόταση· κουτσή, στραβή, ό,τι να ’ναι. Αν η τηλεοπτική πίεση είναι μεγάλη, υπερψηφίζει η αντιπολίτευση. Και μετά αρχίζει ο γολγοθάς της εφαρμογής του γονατογραφήματος. Προκύπτουν προβλήματα, που αν είναι μικρά, τα μπαλώνουν με υπουργικές αποφάσεις ή τροπολογίες, μια διαδικασία που συμβάλλει στην πολυνομία. Αν είναι μεγάλα, κάνουν μια συνταγματική αναθεώρηση. Δεν το θυμούνται πολλοί, αλλά το 2007 αναθεωρήθηκε μόνο ένα άρθρο του Συντάγματος, αυτό που είχε αλλάξει το 2001 και αφορούσε το «ασυμβίβαστο της εργασίας βουλευτών».
Με τέτοια περισσή ελαφρότητα ψηφίστηκε ο νόμος που ποινικοποιεί τον ρατσιστικό λόγο. Οι πρώτοι που οδηγήθηκαν στα δικαστήρια ήταν ένας επιφανής Γερμανός ιστορικός, μια λαμπρή Ελληνίδα συγγραφέας και κάμποσοι αρθρογράφοι. Εν τω μεταξύ, η δίκη της Χρυσής Αυγής συνεχίζεται, πέντε χρόνια μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα.
\Ετσι, αλλά με αντίστροφη φορά, φτάσαμε σε καταδίκες κάθειρξης για «κατάχρηση δημοσίου χρήματος» από μια καθαρίστρια, έναν υπάλληλο του ΕΚΑΒ και δεν ξέρουμε πόσοι άλλοι βρίσκονται στη φυλακή για αδικήματα που φυσιολογικά θα ήταν πλημμελήματα. Λέμε «αντίστροφη φορά», διότι ο νόμος υπήρχε από το 1951, αλλά ουδείς τολμούσε να αλλάξει τον ποινικό κώδικα γιατί κινδύνευε να κατηγορηθεί από τους λαϊκιστές κήνσορες ότι «καλύπτει τους καταχραστές». Επρεπε να υπάρξει η δεκαετής κάθειρξη μιας βιοπαλαίστριας για να θυμηθούμε ότι οι νόμοι που εφαρμόζονται λάθος επιφέρουν μεγάλα δεινά· πρωτίστως στους αδύναμους που δεν έχουν τα μέσα να πληρώσουν καλή υπεράσπιση.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 27.11.2018