Αρκεί βεβαίως να αδράξουμε την ευκαιρία, που σημαίνει να κλείσει η αξιολόγηση, να νιώσουν ασφαλείς οι εταιρείες να επενδύσουν εδώ, να προσλάβουν κόσμο, για να αντιστραφεί η πορεία.
Αλλάζει γρήγορα ο κόσμος μας. Τόσο γρήγορα που ακόμη και μεγάλες επιχειρήσεις με καλά ανακλαστικά δυσκολεύονται να προσαρμοστούν. Πολύ περισσότερο οι κυβερνήσεις, οι οποίες έχουν ένα εγγενές μειονέκτημα: ο δημοκρατικός κανόνας επιβάλλει τη χρονοτριβή. Πρέπει να συζητηθούν οι προτάσεις, να ληφθούν με ψηφοφορία οι αποφάσεις, να ελεγχθούν οι νόμοι από τα δικαστήρια για τη συνταγματικότητά τους κ.λπ.
Σε αυτή την εγγενή, αλλά και πολύ αναγκαία για την κοινωνία χασομέρια, στην Ελλάδα πρέπει να προσθέσουμε και τον ράθυμο τρόπο με τον οποίο κινούνται το πολιτικό προσωπικό, η δημόσια διοίκηση, η Δικαιοσύνη, κάτι που κάνει τη χώρα να είναι πάντα ουραγός καταϊδρωμένη στις διεθνείς εξελίξεις. Αν μάλιστα προκύψει και καμιά κυβέρνηση σαν τη σημερινή ή την προχθεσινή, στην οποία κυριαρχεί η λογική του «άσ’ το για αργότερα», τότε όλα μπορεί να συμβούν. Ακόμη και να χρεοκοπήσει ουσιαστικώς η χώρα, κάτι που έγινε το 2009, ή να βρεθούμε με το ένα πόδι στον τάφο, κάτι που έγινε το καλοκαίρι του 2015. Μικροί, άβουλοι και μοιραίοι αντάμα κυβερνήτες οδηγούν διά της ραθυμίας των την Ελλάδα στο χείλος της καταστροφής. Ή, έστω, να χάνει διαρκώς ευκαιρίες που θα μπορούσαν να την οδηγήσουν στο ξέφωτο.
Ετσι, ενώ εμείς εδώ κουβεντιάζουμε το Brexit καφενειακώς «πωπώ τι έκαναν οι Αγγλοι» και η κυβέρνηση ματαίως επινοεί τρόπους για να το εκμεταλλευθεί στη διαπραγμάτευση, οι άλλες χώρες και οι ξένες πόλεις σχεδιάζουν πώς θα το εκμεταλλευτούν. Από τον περασμένο Ιούνιο έγραφε το Bloomberg ότι πόλεις, όπως το Παρίσι, η Φρανκφούρτη, το Αμστερνταμ, το Μιλάνο κ.ά., συναγωνίζονται ποιες θα προσελκύσουν επιχειρήσεις που λόγω Brexit πρέπει να φύγουν από το Λονδίνο. Η εταιρεία συμβούλων Movinga στάθμισε 13 δείκτες για τις πόλεις όλης της Ευρώπης (από τους ανώτατους φορολογικούς συντελεστές μέχρι πόσα ρεστοράν με άστρα Μισελέν διαθέτει η πόλη και αν έχει Uber ή όχι) και κατέληξε ότι μέχρι και η Βαλέτα της Μάλτας θα προσελκύσει κάποιες από τις –τραπεζικές κυρίως– επιχειρήσεις που θα φύγουν από το Λονδίνο. Ας μην ψάξει κανείς για Αθήνα ή Θεσσαλονίκη. Οι ελληνικές πόλεις δεν υπάρχουν πουθενά στον χάρτη. Η ελληνική κυβέρνηση διαπραγματεύεται και ξανά μανά διαπραγματεύεται μέχρι να πάθουν υπερκόπωση από το πολύ πήγαινε-έλα στο Χίλτον οι υπουργοί με τους κόκκινους τορβάδες επ’ ώμου.
Από την άλλη μεριά, ο φόβος των τρομοκρατικών επιθέσεων στην Τουρκία δημιουργεί τεράστια περιθώρια στην Ελλάδα όχι μόνο για την αύξηση του αριθμού των τουριστών, αλλά και να γίνει η Αθήνα κόμβος για τις αεροπορικές εταιρείες. Τα περιοριστικά μέτρα που επέβαλε η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ για τα αντικείμενα που δεν μπορούν να φέρουν οι ταξιδιώτες μαζί τους (λάπτοπ, τάμπλετ κ.ά.) στα ταξίδια από τα αεροδρόμια Κωνσταντινούπολης, Ντόχας, Καζαμπλάνκας, Ριάντ, Ντουμπάι κ.λπ. ανοίγουν πολλές ευκαιρίες να ξεκινούν οι υπερατλαντικές πτήσεις των μεσανατολικών εταιρειών από την Αθήνα, το αεροδρόμιο της οποίας έχει ανενεργές υποδομές.
Αρκεί βεβαίως να αδράξουμε την ευκαιρία, που σημαίνει να κλείσει η αξιολόγηση, να νιώσουν ασφαλείς οι εταιρείες να επενδύσουν εδώ, να προσλάβουν κόσμο, για να αντιστραφεί η πορεία. Δύσκολο με μια κυβέρνηση, η οποία το μόνο που σκέφτεται είναι πώς θα βολέψει ημετέρους…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 24.3.2017