Οποιοσδήποτε κεντρικός σχεδιασμός δεν πρόκειται να λύσει ποτέ τα προβλήματα της Παιδείας.
Ο σοβιετικού τύπου σχεδιασμός έχει αποτύχει παντού στον κόσμο, αλλά μόνο στην Ελλάδα δεν εννοούμε να το καταλάβουμε. Τα αποτελέσματά του εμφανίζονται σαν φαρσοκωμωδία κάθε Αύγουστο και Σεπτέμβριο στα σχολεία. Εχουμε αναλογικά τους περισσότερους διδάσκοντες στον δυτικό κόσμο και μονίμως λείπουν δάσκαλοι και καθηγητές από τα σχολεία. Και περίπου σ’ ένα μήνα θα αρχίσει το σίριαλ με τα βιβλία. Μία υπηρεσία της Αθήνας θα βάλει σε φορτηγά εκατομμύρια βιβλία για να τα στείλει στις 16.000 σχολικές μονάδες της επικράτειας. Οπως είναι φυσικό κάπου θα πάνε περισσότερα βιβλία και θα πεταχτούν και κάπου θα λείψουν. Χρόνια τώρα αυτό γίνεται· απλώς τα κοινωνικά ευαίσθητα ΜΜΕ ποτέ δεν ασχολούνται με τις σπατάλες και γι’ αυτό θα κλαυθμυρίσουν για τις ελλείψεις.
Οποιοσδήποτε κεντρικός σχεδιασμός δεν πρόκειται να λύσει ποτέ τα προβλήματα της Παιδείας. Κι αυτό γιατί οι ανάγκες από περιοχή σε περιοχή, από σχολείο σε σχολείο είναι διαφορετικές και αλλάζουν διαρκώς. Σ’ αυτό το τεράστιο και δαιδαλώδες σύστημα με ένα κέντρο, αλλάζοντας απλώς μια παράμετρο για να διορθωθεί μια αρρυθμία κάπου, δημιουργούνται πολλαπλάσιες αρρυθμίες κάπου αλλού.
Δεν θα ήταν διαφορετικά αν οι τοπικές κοινωνίες με τους συλλόγους γονέων και κηδεμόνων όριζαν τη λειτουργία των σχολείων μέσα στις γενικές γραμμές της στρατηγικής στην Παιδεία (μια δουλειά που πρέπει να κάνει το υπουργείο, αντί να ψάχνει πόσους γυμναστές έχει κάθε σχολείο). Καταρχήν θα δημιουργούνταν ντε φάκτο αξιολόγηση εκπαιδευτικών και σχολικών μονάδων. Αν π.χ. σε κάποιο λύκειο παρουσιάζεται υψηλό ποσοστό αποτυχίας στις πανελλαδικές, οι ίδιοι οι γονείς θα ψάξουν να βρουν την κακοδαιμονία και να τη διορθώσουν. Οι καθηγητές δεν θα είναι υπόλογοι σ’ έναν απρόσωπο μηχανισμό του υπουργείου, ο οποίος τελικά δεν αξιολογεί τίποτε, αλλά στους γείτονες και τους γνωστούς του. Θα φροντίζουν να επιτυγχάνουν τις καλύτερες δυνατές αποδόσεις. Οι πιθανές ελλείψεις θα εντοπίζονται και θα αντιμετωπίζονται πολύ πιο γρήγορα απ’ ό,τι σήμερα, που πρέπει να γίνει αναφορά στην περιφερειακή διεύθυνση, η περιφερειακή διεύθυνση θα στείλει το αίτημα στο υπουργείο, εκεί θα συσκεφθούν διάφοροι γραφειοκράτες και κάποια στιγμή (συνήθως μετά το τέλος της σχολικής χρονιάς) θα δεήσουν να δώσουν κάποια απάντηση.
Φυσικά 16.000 σχολικά συμβούλια και τριακόσιοι δήμοι δεν πρόκειται να παράγουν όλα και πάντα άριστες αποφάσεις. Αν και δεν μπορούμε ποτέ να γνωρίζουμε τι είναι «άριστη απόφαση», ξέρουμε ότι το συμφέρον θα τους οδηγήσει να πάρουν τις καλύτερες δυνατές αποφάσεις, διότι από αυτές εξαρτάται το μέλλον των παιδιών τους. Σε μια κεντρική διοίκηση οι αποφάσεις -θέλουμε δεν θέλουμε- θολώνουν από εξωγενείς παράγοντες. Είναι οι φιλοδοξίες του πολιτικού προσωπικού, τα ρουσφέτια των μηχανισμών (οι 19 γυμναστές σ’ ένα σχολείο της Κοζάνης δεν τοποθετήθηκαν από τον υπουργό αυτοπροσώπως· κάποιοι του μηχανισμού έβαλαν το χεράκι τους). Αλλά κι αν θεωρήσουμε ότι σε κάποιο γυμνάσιο του Κιλκίς ληφθεί μια λάθος απόφαση, αυτή θα επηρεάσει μόνο το συγκεκριμένο σχολείο. Μια λάθος απόφαση του υπουργείου θα επηρεάσει 16.000 σχολικές μονάδες· μαζί και το γυμνάσιο του Κιλκίς. Κι από τέτοιες χορτάσαμε. Αρκεί να κοιτάξουμε την κατάσταση που επικρατεί σήμερα στην Παιδεία.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 1.9.2010