Η Τσετσενία έχει μπει χρόνια τώρα στον κύκλο του αίματος, όπου η κρατική τρομοκρατία, οδηγεί στην τρομοκρατία των άτακτων και τανάπαλιν και ουδείς διαμαρτύρεται.
Αν τελικά ο κ. Βλαδίμηρος Πούτιν είχε επισκεφθεί την Ελλάδα καμιά οργάνωση (Αριστερή ή Δεξιά) δεν θα είχε σηκώσει πανό ζητώντας «Killer Putin Go Home». Η Τσετσενία έχει μπει χρόνια τώρα στον κύκλο του αίματος, όπου η κρατική τρομοκρατία, οδηγεί στην τρομοκρατία των άτακτων και τανάπαλιν και ουδείς διαμαρτύρεται. Δεν έχει να κάνει με το γεγονός της απόστασης. Η Τσετσενία απέχει λιγότερο από το Ιράκ, οι παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων είναι χειρότερες από την Παλαιστίνη αλλά κανείς από τους συνήθεις διαμαρτυρόμενους δεν οργάνωσε ποτέ μια πορεία διαμαρτυρίας.
Οι μη κυβερνητικές οργανώσεις όμως και ειδικά η Διεθνής Αμνηστία καταγγέλλει χρόνια τώρα την πολιτική του Σαρόν του Καυκάσου. Πάνω από 60.000 νεκρούς μετρά το γόητρο του πρώην Γκαγκεμπίτη προέδρου της Ρωσίας, οι περισσότεροι εκ των οποίων είναι άμαχοι. Ολόκληρα χωριά ισοπεδώθηκαν γυναίκες, γέροι και παιδιά δολοφονήθηκαν. Οι βασανισμοί και οι εξαφανίσεις ειδικά των μετριοπαθών Τστσένων είναι καθημερινή πρακτική των ρωσικών στρατευμάτων. Περιστατικά σαν αυτό που καταγράφεται στην τελευταία έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας είναι καθημερινή πρακτική:
«Ο Αλαουντίν Σαντύκοφ, δάσκαλος 51 ετών από το Γκρόζνι (Τσετσενία), τέθηκε υπό κράτηση από μέλη των ρωσικών δυνάμεων ασφαλείας στις 5 Μαρτίου 2000 και οδηγήθηκε σε αστυνομικό τμήμα στη συνοικία Οκτιάμπρσκιι του Γκρόζνι. Καταγγέλλεται ότι τον ξυλοκόπησαν, τον ανάγκασαν να φάει τα μαλλιά του και τον έκαψαν με πυρωμένο μέταλλο. Οι ουλές από τα εγκαύματα στα χέρια του είναι ακόμα εμφανείς. Όπως δήλωσε στη Διεθνή Αμνηστία: «Με χτύπησαν και είπαν ‘Ας του κόψουμε το κεφάλι’. Έβγαλαν ένα μεγάλο μαχαίρι που σφάζουν τα ζώα και μου έκοψαν εντελώς το αριστερό αυτί. Έπειτα είπαν, Το κεφάλι θα στο κόψουμε αργότερα». Η ανάκριση για τη μεταχείρισή του αργότερα ανεστάλη με το σκεπτικό ότι δεν ήταν δυνατόν να αναγνωριστούν οι δράστες.»
Κι όλα αυτά με την ένοχη σιωπή της Δύσης η οποία μετά την 11η Σεπτεμβρίου έχει μετατραπεί σε σιωπηρή ενθάρρυνση. Ο ρώσος πρόεδρος τελευταία παίζει επιδέξια το χαρτί της διεθνούς τρομοκρατίας. Όχι αστήρικτα. Ο ακήρυχτος πόλεμος της Τσετσενίας έχει μετατρέψει την πρώην αυτόνομη Δημοκρατία της Ρωσικής Ομοσπονδίας σε θέατρο επιχειρήσεων και της Αλ Κάιντα. Άραβες φανατικοί του Ισλάμ εκπαιδεύονται εκεί και πολεμούν στο πλευρό των Τσετσένων αυτονομιστών ανταρτών οι οποίοι μετατρέπουν σιγά-σιγά τον πόλεμο τους σε θρησκευτικό.
Κανείς δεν ξέρει ακόμη τι ακριβώς έγινε χθες το μεσημέρι στο σχολείο της πόλης Μπεσλάν. Ούτε μπορούμε να πάρουμε τοις μετρητοίς (τουλάχιστον όχι ακόμη) όσα περί αράβων τρομοκρατών δηλώνει ο Βαλερί Αντρέγιεφ, επικεφαλής των περιφερειακών υπηρεσιών ασφαλείας της FSB. Πιθανώς έτσι να είναι, αλλά μπορεί να είναι κομμάτι της διεθνοποίησης του προβλήματος Τσετσενία υπό το πέπλο της ισλαμικής τρομοκρατίας που προωθεί η ρωσική κυβέρνηση. Αυτό όμως που ξέρουμε σίγουρα είναι η φριχτή προϊστορία του ρώσου προέδρου ο οποίος ποτέ δεν έδειξε σεβασμό στην ανθρώπινη ζωή. Όχι μόνο των Τσετσένων ανταρτών ή αμάχων αλλά και των συμπατριωτών του.
Δεν είναι μόνο η σφαγή στο θέατρο της Μόσχας όπου έχασαν την ζωή τους 129 όμηροι, στην αποτυχημένη απόπειρα να σώσει το πολιτικό του γόητρο ο τσάρος Πούτιν. Ας θυμηθούμε και το πυρηνικό υποβρύχιο Κούρσκ όπου νέα παιδιά έχασαν την ζωή τους επειδή οι Ρώσοι απέκρυψαν το γεγονός της βύθισης του υποβρυχίου, για να διασωθεί το γόητρο του πρώην αξιωματικού των σοβιετικών μυστικών υπηρεσιών.
Τα παιδιά της Μπεσλάν δεν έφταιγαν σε τίποτε. Χάθηκαν από παράφρονες τρομοκράτες και κάποιους τυφλούς από τον πόνο και την οργή. Τίποτε δεν δικαιολογεί τα μαζικά εγκλήματα των Τσετσένων ανταρτών, είτε αυτά γίνονται στο όνομα της πατρίδας, είτε στο όνομα του Ισλάμ, είτε στο όνομα της εκδίκησης. Τα μαζικά εγκλήματα είναι ασυγχώρητα και οι Τσετσένοι αντάρτες έχουν πολλά τέτοια στην καμπούρα τους. Τίποτε όμως δεν δικαιολογεί και τον πρώην γκαγκεμπίτη πρόεδρο της Ρωσίας, ο οποίος για να διασώσει την εικόνα του σιδηρού ηγέτη δεν δίστασε να θυσιάσει χιλιάδες ανθρώπων…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 5.9.2004