Σε κάθε γωνιά αυτής της χώρας υπάρχει ένα δυστύχημα που περιμένει να συμβεί.
Συγκλονίστηκε πάλι το μιντιακό στερέωμα από το φονικό στην Ευελπίδων. Ξανάρχισε το γαϊτανάκι των «αναπάντητων ερωτημάτων»: Πώς πέρασε το όπλο στα δικαστήρια της Ευελπίδων και μια τριαντατριάχρονη γυναίκα κατάφερε να σκοτώσει τον κατηγορούμενο για τη δολοφονία του γιου της και να τραυματίσει σοβαρά έναν ακόμη άνδρα; Ελα, ντε! Πώς έγινε αυτό, με δεδομένο ότι τα μέτρα ασφαλείας είναι δρακόντεια;
Η αλήθεια είναι ότι στα δικαστήρια, όπως και στα υπουργεία ή άλλους ευαίσθητους για την ασφάλεια χώρους, ισχύει η γνωστή νεοελληνική κατάσταση: Πανάκριβος εξοπλισμός που μένει αναξιοποίητος, δημόσιοι υπάλληλοι με ή χωρίς στολή που κοιτούν μόνο πώς θα περάσει η ώρα για να τελειώσει η βάρδια τους. Και κάθε λίγο και λιγάκι η χώρα στη χώρα που δεν τηρείται καμιά διαδικασία ασφαλείας παθαίνει ένα συγκλονισμό: «Μα, πώς έγινε αυτό;»
Δεν είναι περίεργο ότι μόνο στα αεροδρόμια, όπου υπάρχει εξαναγκασμός από το εξωτερικό, τηρούνται χωρίς εκπτώσεις οι κανόνες ασφαλείας. Σε όλα τα δημόσια κτίρια ο έλεγχος -όταν γίνεται- είναι υποτυπώδης και για να δικαιολογηθούν οι προμήθειες εξοπλισμού ή τα μεροκάματα των ελεγχόντων. Στα δικαστήρια, για παράδειγμα, αρκεί να δηλώσει κάποιος δικηγόρος και έλεγχος δεν γίνεται. Προς τι λοιπόν η «έκδηλη ανησυχία και αγανάκτηση του νομικού κόσμου της χώρας για το επίπεδο ασφαλείας και την εν γένει κατάσταση που επικρατεί στις δικαστηριακές αίθουσες», που εκδήλωσε διά του προέδρου του ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών; Και δεν ξέρουμε πόσο είναι «μείζον το ζήτημα της έλλειψης υλικοτεχνικών υποδομών στον χώρο της Δικαιοσύνης», όπως αναφέρει στην ίδια ανακοίνωση ο ΔΣΑ. Αυτό που γνωρίζει κάθε πολίτης που πάει στα δικαστήρια είναι ότι οι υπάρχουσες υλικοτεχνικές υποδομές δεν χρησιμοποιούνται, έτσι ώστε να εξασφαλίσουν το μέγιστο της προστασίας, σε έναν τόσο ευαίσθητο χώρο όπως είναι τα δικαστήρια.
Ακόμη κι αν βρεθεί επιμελής δημόσιος λειτουργός για να επιβάλει τις διαδικασίες θα θεωρηθεί στην καλύτερη περίπτωση ότι είναι ένας περίεργος σπασίκλας και στη χειρότερη ότι παραβιάζει άγραφα κι απαράγραπτα δικαιώματά μας. Ας μην ξεχνάμε ότι η πρώτη εισβολή στο υπουργείο Εθνικής Αμυνας δεν έγινε από τους απλήρωτους υπαλλήλους των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά, αλλά από Ελληνα δημοσιογράφο που θεώρησε προσβολή του VIPersonality του τον έλεγχο στοιχείων στην πύλη του στρατοπέδου. Οι διαδικασίες ασφαλείας δεν σκοντάφτουν μόνο στον δημοσιοϋπαλληλικό ωχαδελφισμό. Εμπόδιο και η πανταχού παρούσα ερώτηση «ξέρεις, ποιος είμαι εγώ;»
Σε κάθε γωνιά αυτής της χώρας υπάρχει ένα δυστύχημα που περιμένει να συμβεί. Δεν αναφερόμαστε μόνο στους κανόνες φύλαξης, αλλά και στους κανόνες πρόληψης. Γράφαμε και παλιότερα ότι σ’ αυτή τη χώρα «συγκλονιζόμαστε τόσο πολύ ώστε κανείς δεν έχει τον χρόνο να κάνει σωστά τη δουλειά του. Αλήθεια! Ελέγχει κανείς τις νταλίκες για παράνομα φορτία στην εθνική; Διότι και το 2003 είχαμε συγκλονιστεί με τον άδικο χαμό 21 παιδιών στα Τέμπη, επειδή κάποιος νταλικέρης δεν έδεσε σωστά το φορτίο του και η Τροχαία δεν τον έλεγξε. Γι’ αυτό αν αλλάζαμε λίγο κάθε φορά που συγκλονιζόμαστε πολύ, σίγουρα δεν θα φτάναμε ώς εδώ» («Πάθαμε ένα συγκλονισμό;» Καθημερινή 21.12.2008)
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 17.10.2012