Οι γραφειοκρατίες όλων των χώρων από ένα σημείο και μετά εργάζονται περισσότερο για την διαιώνιση του ρόλου τους παρά για το καλό των μελών τους. Στον ελληνικό συνδικαλισμό τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα.
Κάθε συλλογικότητα δημιουργεί την γραφειοκρατία της. Αυτό είναι αναγκαίο. Δεν μπορεί να υπάρξει διαχείριση των προβλημάτων με πρακτικές άμεσης δημοκρατίας, πόσο μάλλον σε καθημερινή βάση. Έτσι η κοινωνία στο σύνολό της φτιάχνει το κράτος, οι τοπικές κοινωνίες τους φορείς τοπικής αυτοδιοίκησης τα διάφορα κινήματα τα όργανά τους. Το εργατικό κίνημα είναι διαρθρωμένο σε σωματεία και ομοσπονδίες, η «Κοινωνία των Πολιτών» έχει τις Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις (ΜΚΟ) κ.λ.π.
Το πρώτο προαπαιτούμενο σ’ αυτή την οργάνωση είναι ο δημοκρατικός χαρακτήρας των οργάνων. Αυτοί που διαχειρίζονται, ως πληρεξούσιοι, τα πράγματα της συλλογικότητας πρέπει να λειτουργούν σύμφωνα με την θέλησή της και τις επιθυμίες της. Να έχουν δηλαδή την δημοκρατική νομιμοποίηση. Ο καλύτερος τρόπος γι’ αυτό είναι οι εκλογές. Ψηφίζουν τα μέλη της συλλογικότητας για να αναδείξουν εκείνους που θα τους εκπροσωπήσουν καλύτερα για την επίτευξη των στόχων.
Το πρόβλημα όμως ακόμη και με τις δημοκρατικά νομιμοποιημένες γραφειοκρατίες είναι ότι τις περισσότερες φορές αυτές τείνουν να εξυπηρετούν περισσότερο τα στενά συμφέροντα της γραφειοκρατίας παρά των εκλεκτόρων τους. Το κράτος είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Φτιάχνει όργανα για να αντιμετωπίσει κάποιο πρόβλημα κι αυτά ριζώνουν εκεί, άσχετα αν το πρόβλημα έχει λυθεί η αποστολή έχει διεκπεραιωθεί. Είχε εκπλαγεί παλιότερα ο κ. Ανδρέας Ανδριανόπουλος, ως υπουργός της κυβέρνησης Κωνσταντίνου Καραμανλή, όταν ανακάλυψε ότι στον δαιδαλώδη και πολύπτυχο κρατικό μηχανισμό είχε κολλήσει σας όγκος η Διεύθυνση Αποξήρανσης της Κωπαϊδας. Επιζούσε ένα αιώνα μετά το τέλος του έργου. Φαντάζομαι ότι εξίσου θα εκπλαγούν όσοι ανέλαβαν τον Μάρτιο, ανακαλύπτοντας στο οργανόγραμμα των αρμοδιοτήτων τους δεκάδες ανενεργούς οργανισμούς κι εκατοντάδες άχρηστες θέσεις εργασίας. Π.χ. υπάρχει ακόμα στο υπουργείο Πολιτισμού, ο οργανισμός που διαχειριζόταν την «Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Θεσσαλονίκης»;
Το ίδιο συμβαίνει και με τις γραφειοκρατίες άλλων χώρων. Από ένα σημείο και μετά εργάζονται περισσότερο για την διαιώνιση του ρόλου τους παρά για το καλό των μελών τους. Στον ελληνικό συνδικαλισμό τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα. Κατ’ αρχήν η εκπροσώπηση απέχει μακρά από την πραγματική βάση των εργαζομένων. Ενώ οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα υπερτερούν, στη Γενική Συνομοσπονδία Ελλάδος (ΓΣΕΕ) τα πράγματα είναι αντίστροφα. Το 75% εκείνων που απαρτίζουν το Διοικητικό του Συμβούλιο εκπροσωπούν εργαζόμενους του Δημοσίου. Αυτή είναι η πρώτη μεγάλη στρέβλωση. Η δεύτερη στρέβλωση πιο σοβαρή είναι κατά πόσο οι συνδικαλιστές του Δημόσιου Τομέα εκπροσωπούν πραγματικά τους εργαζόμενους των. Σε κάθε εκλογή που γίνεται για παράδειγμα στη ΔΕΗ υπάρχουν πάντα καταγγελίες για παρατράγουδα. Είναι κοινό μυστικό στο Νομό Κοζάνης, όπου υπάρχει ο μεγάλος όγκος των εργαζομένων ότι στις εκλογές των πρωτοβάθμιων σωματείων δεν τηρούνται απόλυτα οι δημοκρατικές εγγυήσεις. Από κει και πέρα υπάρχει μια άρρητη συμφωνία εντός της συντεχνίας των συνδικαλιστών, ανεξαρτήτως χρώματος και κομματικής προέλευσης.
Η ιδιότητα του συνδικαλιστή εξάλλου έχει πολλά προνόμια (ελέω των νόμων που έκανε το ΠΑΣΟΚ του 1982, όπως για παράδειγμα μια παχυλή αργομισθία ή συμμετοχή σε Διοικητικά Συμβούλια φορέων κ.λ.π.) για να υπάρχουν βαθιές έριδες εντός του κινήματος. Με άλλα λόγια η γραφειοκρατία του συνδικαλιστικού κινήματος απολαμβάνει -ανεξαρτήτως κυβέρνησης, ή ιδεολογικού της προτάγματος- προνομίων τα οποία φυσικά φαλκιδεύουν το βασικό τους έργο που είναι η προστασία των δικαιωμάτων των εργαζομένων.
Το συνδικαλιστικό κίνημα έχει παρεκτραπεί εδώ και καιρό. Συμμετέχει στη νομή εξουσίας κι ας δείχνει ότι είναι απέναντι. Κάποια πράγματα πρέπει να αρχίζουν να ξεκαθαρίζουν γιατί οι προκλήσεις εμπρός είναι μεγάλες…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 5.12.2004