Για την δικαιοσύνη ισχύει ότι και για την γυναίκα του Καίσαρα. Δεν αρκεί να είναι πλήρως ουδέτερη, πρέπει και να το δείχνει.
H αλήθεια είναι πως ένας αγιασμός δεν έβλαψε ποτέ κανένα. Ειδικά όταν τον κάνει σπίτι του. Στην περίπτωση όμως του Συμβουλίου της Επικρατείας τα πράγματα είναι διαφορετικά. Εκεί ο αγιασμός, χοροστατούντος μάλιστα του Αρχιεπισκόπου, σηματοδοτεί και φέρνει στο μυαλό άλλα πράγματα. Που δεν είναι κολακευτικά ούτε για την Εκκλησία, αλλά ούτε για τη Δικαιοσύνη.
Πρόσφατα η Εκκλησία και η Δικαιοσύνη ταλανίστηκαν από ένα σκάνδαλο πρώτου μεγέθους. Πολλοί υποψιάστηκαν τότε πως όσα καταλογίζονται στον κ. Γιοσάκη ήταν απλώς η κορυφή του παγόβουνου. Πως το μεγάλο πρόβλημα είναι πιθανές υπόγειες σχέσεις της Εκκλησίας (ειδικά της αρχιεπισκοπής) με τη Δικαιοσύνη. Προσοχή! Δεν ομιλούν περί διαφθοράς, αλλά περί διαμόρφωσης συναντίληψης για το πώς μπορεί να διαφυλαχθεί ο ελληνορθόδοξος χαρακτήρας της κοινωνίας και του κράτους. Ευγενής ο σκοπός -και πιθανώς πολλοί να στρατεύονται εν αφελεία σ’ αυτόν- μόνο που δεν αρμόζει στη Δικαιοσύνη. Αυτή οφείλει να είναι τυφλή. Οχι μόνο απέναντι σε κάθε άνθρωπο που προσφεύγει ή προσάγεται σ’ αυτήν, αλλά απέναντι και σε δόγματα, ακόμη κι αν είναι τα κυρίαρχα σε ένα τόπο. Ο δικαστής οφείλει να επιχειρεί την πλήρη αντικειμενικότητα, ακόμη κι αν αυτή δεν κολακεύει τις αντιλήψεις και τα βαθύτερα πιστεύω του.
Με όλα αυτά (αληθή ή ψευδή) να σέρνονται και στον δημόσιο διάλογο, ο νέος πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας προχώρησε σε μια πρωτοβουλία που θα δώσει επιχειρήματα στους (έστω κακόπιστους) διακινητές τέτοιων σεναρίων. Αποφάσισε για πρώτη φορά να τελέσει αγιασμό για τη νέα δικαστική χρονιά παρά την αντίθετη ιστορία που έχει το ΣτΕ και παρά τις αντιδράσεις των τεσσάρων αντιπροέδρων και της «Ενωσης Δικαστικών Λειτουργών του ΣτΕ.»
Τριάντα ένας δικαστές έστειλαν επιστολή στον πρόεδρο, επισημαίνοντάς του ότι ο αγιασμός δεν είναι απλή κοινωνική εκδήλωση, αλλά πράξη θρησκευτικής λατρείας που εμφανίζει το δικαστήριο ως θεσμό να θρησκεύεται. Προσθέτουν μάλιστα πως παρουσία ή απουσία των δικαστών στην τελετή του αγιασμού που θα λάβει χώρα το μεσημέρι της Παρασκευής, θα δώσει αφορμή να αποκαλυφθούν οι θρησκευτικές πεποιθήσεις τους.
Ενδιαφέρον επίσης είναι και το σκεπτικό της «Ενωσης Δικαστικών Λειτουργών του ΣτΕ»: «Το Συμβούλιο της Επικρατείας», γράφουν, «ως Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο είναι επιφορτισμένο με τη δικαστική προστασία των ατομικών δικαιωμάτων που κατοχυρώνονται από το Σύνταγμα της Ελληνικής Πολιτείας υπέρ όλων των πολιτών και υπέρ όσων βρίσκονται στην ελληνική επικράτεια, χωρίς διακρίσεις λόγω θρησκευτικών πεποιθήσεων…
Η αρμοδιότητα αυτή επιβάλλει στο Δικαστήριο να αποφεύγει τη διοργάνωση εκδηλώσεων, οι οποίες θα μπορούσαν να εγείρουν εύλογες αμφιβολίες ως προς την αμεροληψία του από θρησκευτικής άποψης. Η διοργάνωση θρησκευτικών τελετών στο μέγαρο, στο οποίο στεγάζεται το Δικαστήριο, είναι δυνατόν, ανεξαρτήτως προθέσεων, να δημιουργήσει τέτοια εντύπωση. Γι’ αυτόν τον λόγο θεωρούμε ότι η τέλεση του αγιασμού για την έναρξη του δικαστικού έτους δεν συνάδει με τον θεσμικό ρόλο του Δικαστηρίου.»
Με λίγα λόγια: Αν η γυναίκα του Καίσαρα δεν μπορεί να αρκείται στην τιμιότητά της, αλλά πρέπει και να την επιδεικνύει το αυτό ισχύει σε εκθετικό βαθμό και για την ουδετερότητα της ελληνικής Δικαιοσύνης. Πόσω μάλλον που η Εκκλησία της Ελλάδος, ως Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου είναι πολλές φορές διάδικος ενώπιον του ΣτΕ. Κι αυτό γιατί οι δικαστικές αποφάσεις κρίνονται μόνο στη δημόσια αρένα και η κρίση αυτή δεν πρέπει να εμπεριέχει σκιές μεροληψίας, ακόμη και για ζητήματα που μας φαίνονται αυτονόητα.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 15.9.2006