Aυτόν τον καιρό γινόμαστε μάρτυρες μιας συνολικότερης ανακατάταξης της παραγωγικής βάσης σε ολόκληρο τον κόσμο. Είναι δίπλα μας, τη βλέπουμε όλοι. Χιλιάδες κινέζικα καταστήματα έχουν κατακλύσει ολόκληρο τον δυτικό κόσμο.
Aυτόν τον καιρό γινόμαστε μάρτυρες μιας συνολικότερης ανακατάταξης της παραγωγικής βάσης σε ολόκληρο τον κόσμο. Είναι δίπλα μας, τη βλέπουμε όλοι. Χιλιάδες κινέζικα καταστήματα έχουν κατακλύσει ολόκληρο τον δυτικό κόσμο. Εκατομμύρια προϊόντα ασιατικής προέλευσης βρίσκονται στα σπίτια μας. Δεν είναι μόνον τα φθηνά κινέζικα που αγοράζουμε στις νιόφερτες chinatown που ξεφύτρωσαν σε ολόκληρη την Ευρώπη. Αν προσέξουμε καλά τις ετικέτες των επώνυμων προϊόντων (από ρούχα μέχρι κινητά τηλέφωνα), θα δούμε ότι κι αυτά αναγράφουν «made in China», Malaisia, India κ.λπ.
Κάποιοι το ονομάζουν αυτό το φαινόμενο παγκοσμιοποίηση κι έχουν εν μέρει δίκιο. Είναι κομμάτι της παγκοσμιοποίησης η μαζική εισροή κινεζικών (και όχι μόνον) προϊόντων, αλλά δεν είναι μόνον και απλώς παγκοσμιοποίηση.
Κάποιοι άλλοι -από Αριστερά αυτήν τη φορά- το βάφτισαν «ασυδοσία του μονοπωλιακού κεφαλαίου». Αυτοί κάνουν μεγαλύτερο λάθος. Ναι! Η μετακίνηση των παραγωγικών μονάδων στις χαμηλού κόστους παραγωγής χώρες είναι στόχος του -έτσι κι αλλιώς ασύδοτου- κεφαλαίου. Και το κεφάλαιο είναι ασύδοτο, διότι δεν μπορεί ποτέ κανείς να βάλει φραγμούς στη μετακίνησή του χωρίς να υπάρξει πολιτική ενοποίηση ολόκληρης της υφηλίου. Από την άλλη, δεν θα μπορούσε να περιμένει κανείς να είναι το κεφάλαιο κοινωνικά υπεύθυνο. Οι κάτοχοί του δεν είναι πρόσκοποι. Επενδύουν με βάση την καλύτερη δυνατή απόδοση.
Προσοχή! Oταν μιλάμε για κατόχους κεφαλαίου, μη φαντασθείτε πολυεκατομμυριούχους που κανονίζουν από τα γραφεία τους τη μετακίνηση δισεκατομμυρίων από τη μία χώρα στην άλλη. Υπάρχουν κι αυτοί, αλλά είναι λίγοι. Οι περισσότεροι είναι μικροεπενδυτές ή ασφαλιστικά ταμεία που επενδύουν σε αμοιβαία κεφάλαια. Κι αυτοί ψάχνουν τις καλύτερες δυνατές αποδόσεις για τις αποταμιεύσεις τους.
Πέρα απ’ όλα αυτά, όμως, δεν είναι μόνον η ασυδοσία του κεφαλαίου που φέρνει τα φθηνά (στην παραγωγή) προϊόντα στις αγορές μας.
Η πλημμυρίδα των κινέζικων προϊόντων σε όλες τις αγορές της Δύσης (και συνεπώς και στην ελληνική) οφείλεται σε όλους εμάς. Εμείς τα αγοράζουμε, επιβραβεύοντας τις χαμηλές τιμές τους κι εμείς διογκώνουμε το κινέζικο εμπόριο. Οπότε, όλα όσα προσάπτονται στο κεφάλαιο, πρέπει να προσάπτονται και στους καταναλωτές. Δεν είναι μόνον το «ανάλγητο κεφάλαιο» που επιβραβεύει τις μεθόδους παραγωγής (χαμηλά ημερομίσθια, απλήρωτη υπερεργασία κ.λπ.) στην Κίνα και σε άλλες ασιατικές χώρες, είναι και οι «ανάλγητοι καταναλωτές» που επίσης επιβραβεύουν τα ίδια.
Κακά τα ψέματα! Οι νόμοι της αγοράς ισχύουν για όλους. Είτε είναι μάνατζερ σε μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες είτε διοικούν κινέζικες εταιρείες είτε είναι εγχώριοι μικροεπενδυτές, είτε είναι Ελληνες καταναλωτές. Από δύο ίδιας ποιότητας προϊόντα ο καταναλωτής θα προτιμήσει το πιο φθηνό. Το ίδιο ισχύει και για την εργασία. Η φθηνή χειρωνακτική (δηλαδή χωρίς ειδικές δεξιότητες) εργασία θα προσελκύει τις εντάσεως εργασίας βιομηχανίες, όπως είναι η κλωστοϋφαντουργία.
Τι μπορεί να κάνει, λοιπόν, η Ελλάς στο νέο διεθνή καταμερισμό της εργασίας; Η μια λύση είναι να κοιτάξει στο παρελθόν και να προσπαθήσει να αναστήσει βιομηχανικούς τομείς που θάλλουν στις χαμηλού εργατικού κόστους χώρες. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να συρρικνωθούν οι αποδοχές των εργαζομένων και να πλησιάσουν ή να φτάσουν εκείνες των Ασιατών συναδέλφων των. Ατοπον.
Η άλλη είναι να συνεχίσει να βάζει τις φωνές και να καταριέται την παγκοσμιοποίηση ή τον καπιταλισμό ή τον Θεό (πιθανώς γιατί έπλασε τους Κινέζους) ή δεν ξέρουμε και τι άλλο. Αντιπαραγωγικό. Οσο και να φωνάξουμε, και οι μικροί και οι μεγάλοι κεφαλαιούχοι θα προτιμούν τη φθηνή εργασία κι εμείς οι καταναλωτές τα φθηνά προϊόντα.
Μία μόνο λύση υπάρχει. Αναδιάρθρωση της παραγωγής με βάση διαφορετική προστιθέμενη αξία. Νέα προϊόντα που θα καλύπτουν νέες ανάγκες, νέες υπηρεσίες που θα θέλει η παγκόσμια αγορά. Υπάρχουν πολλά πρότυπα στον κόσμο (π.χ. Ιρλανδία) που δείχνουν τον δρόμο. Ας τον ακολουθήσουμε, διότι δεν υπάρχει άλλος…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 10.5.2005