Εμφανίζεται ο Θεός, σε ένα σύγχρονο Νώε (τον τελευταίο ενάρετο Έλληνα) και τον διατάζει να χτίσει μια Κιβωτό στην οποία πρέπει να βάλει δύο ζώα από κάθε είδος…
Το πρωτογενές ανέκδοτο κυκλοφορεί στο Διαδίκτυο, και αφορά την καναδική πραγματικότητα, αλλά θα μπορούσε κάλλιστα να μεταφερθεί στη χώρα μας με λίγες μόνο αλλαγές:
Εμφανίζεται -λέει- ο Θεός, σε ένα σύγχρονο Νώε (τον τελευταίο ενάρετο Έλληνα) και τον διατάζει να χτίσει μια Κιβωτό στην οποία πρέπει να βάλει δύο ζώα από κάθε είδος…
«Πρέπει να βιαστείς», του λέει. «Σε έξι μήνες θα αρχίσω τον κατακλυσμό που θα κρατήσει σαράντα ημέρες και σαράντα νύχτες.»
Πέρασαν οι έξι μήνες και ξανακατέβηκε ο Θεός. «Νώε, που είναι η κιβωτός μου;»
«Συχώρεσέ με Κύριε», απάντησε εκείνος. «Αλλά ξέρεις τα πράγματα άλλαξαν από την τελευταία φορά που έκανες κατακλυσμό. Ξεκίνησα να χτίζω την κιβωτό, αλλά ήρθε η πολεοδομία. Ζήτησε άδεια κατασκευής, αλλά δεν είχα. Χρειαζόταν χαρτιά πολλά και έξι μήνες να την βγάλω, αλλά ευτυχώς κάποιος με πληροφόρησε για το “γρηγορόσημο”. Κατάφερα να βγει σε δύο εβδομάδες. Aρχισα να την χτίζω, αλλά ξανάρθε η πολεοδομία επειδή υπερέβην το ύψος. Γλίτωσα το πρόστιμο με λίγο λάδωμα, αλλά έπρεπε να μεταφέρω συντελεστή δόμησης από άλλη περιοχή. Χρειαζόταν έξι μήνες διαδικασία, αλλά με ένα “γρηγορόσημο” τα κατάφερα σε δύο εβδομάδες. Όταν πήρε μορφή ο σκελετός ήρθε το υπουργείο Ναυτιλίας και μου έριξε πρόστιμο διότι έφτιαχνα βάρκα χωρίς να έχω επικυρωμένα σχέδια για κανόνες ασφαλείας. Προσέφυγα στα δικαστήρια αλλά σταμάτησα γιατί χρειαζόταν οκτώ χρόνια μέχρι να τελεσιδικήσει η απόφαση στον Aρειο Πάγο. Έδωσα κάτι λίγα στους υπάλληλους του υπουργείου Μεταφορών κι αυτοί έκαναν τα στραβά μάτια. Μετά παρενέβη η Γ.Γ. Δασών, γιατί χρησιμοποιούσα υπερβολική ξυλεία. Σκέφθηκα να πάω στα δικαστήρια, αλλά θα μου χρειαζόταν μια δεκαετία μέχρι να βρω το δίκιο μου. Τους έδωσα κάτι για να κάνουν τα στραβά μάτια. Κάποιος από τους ελεγκτές με ρώτησε γιατί έφτιαχνα ένα τόσο μεγάλο καράβι. Όταν τους είπα για τον Κατακλυσμό, μου ζήτησαν μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων γι’ αυτό το φαινόμενο. Αναγκάστηκα πάλι να τους δώσω κάτι.
»Όταν άρχισα να μαζεύω τα ζώα, ήρθαν από το Υπουργείο Υγείας και μ’ απείλησαν με μηνύσεις για μη τήρηση των κανόνων υγιεινής και ασφάλειας μέσα στην κιβωτό. Χρειάστηκε λίγο λάδωμα για να μη γίνει η μήνυση. Μετά ξαναήρθαν από τη Διεύθυνση Θηραμάτων του ΥΠΕΧΩΔΕ και μ’ απείλησαν με μηνύσεις για παράνομη αιχμαλώτιση ζώων που είναι προς εξαφάνιση. Τα κατάφερα με το γνωστό τρόπο.
»Το κακό είναι πως μίλησα γι’ αυτά τα λαδώματα σε κάποιους συχωριανούς και μερικοί πολιτικοί ένιωσαν προσβεβλημένοι. Μου έκαναν αγωγή με το νόμο Βενιζέλου και η απόφαση προέβλεπε κατάσχεση όλων των υπαρχόντων μου. Έτσι μου πήραν και την Κιβωτό. Γι’ αυτό συχώρεσέ με Θεέ μου, αλλά αν είναι να ξαναρχίσω πρέπει να μου δώσεις τουλάχιστον δέκα χρόνια.»
Ξαφνικά άνοιξε ο καιρός. Ο ήλιος άρχισε να λάμπει κι ένα ουράνιο τόξο απλώθηκε στον ορίζοντα.
«Κύριε και Θεέ μου! Δεν θα καταστρέψεις τελικά την Ελλάδα;»
«Όχι», απάντησε ο Θεός. «Οι κυβερνήσεις σας τα κατάφεραν μια χαρά πριν από εμένα…»
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Aπογευματινή» στις 29.5.2002