Ηταν χαρακτηριστική του ελληνικού πολιτικού συστήματος η αντίδραση του κ. Αλέξη Τσίπρα, όταν ο πρωθυπουργός άρχισε να μετράει το κόστος των προεκλογικών εξαγγελιών του ΣΥΡΙΖΑ: «Αυτή τη δουλειά θα κάνουμε σήμερα;» (Βουλή, 7.2.2023).
Λέμε ότι ήταν «χαρακτηριστική», διότι στην Ελλάδα η πολιτική δεν ξεκινάει με μέτρημα. Ούτε καν καταλήγει εκεί. Αυτό φαίνεται στη Βουλή και τα νομοσχέδια που κατατίθενται. Παρόλο που το Σύνταγμα προβλέπει ρητώς ότι «κάθε νομοσχέδιο και κάθε πρόταση νόμου που συνεπάγονται επιβάρυνση του προϋπολογισμού, εφόσον υποβάλλεται από υπουργούς, δεν εισάγεται για συζήτηση αν δεν συνοδεύεται από έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Kράτους που καθορίζει τη δαπάνη» (άρθρο 75), η δαπάνη ουδέποτε καθορίζεται.
Σχεδόν κάθε νομοσχέδιο που εισάγεται στη Βουλή συνοδεύεται από ένα (περίπου) τυποποιημένο χαρτί του Γενικού Λογιστηρίου το οποίο γράφει πάντα τα ίδια. Διαβάζουμε, για παράδειγμα, στο σχέδιο νόμου που εισήχθη προ ολίγων ημερών (10.2.2023) στη Βουλή: «Από τις διατάξεις του νομοσχεδίου προκαλούνται τα ακόλουθα οικονομικά αποτελέσματα: Ετήσια δαπάνη από την καταβολή μεγαλυτέρου ύψους αποζημίωσης στα μέλη των κλιμακίων…» κ.λπ. Δεν υπάρχει αριθμός, ούτε κατά προσέγγιση. Μιλάμε για 5.000 ευρώ; Για 500.000 ευρώ; Για 5 εκατομμύρια; Πόσα είναι, τέλος πάντων;
Στο τέλος διαβάζουμε ότι «η ανωτέρω απώλεια/μείωση (σ.σ.: άγνωστα ποσά) θα αναπληρώνεται από άλλες πηγές εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού»· λες και θα περιμέναμε να τα βάλει ο υπουργός από την τσέπη του. Ποιες πηγές εσόδων του προϋπολογισμού θα καλύψουν τις απώλειες; Ούτε αυτό διευκρινίζεται, αλλά όλοι γνωρίζουμε ότι στο τέλος μία είναι η πηγή: ο Ελληνας φορολογούμενος.
Το χειρότερο είναι ότι η κυβέρνηση επαίρεται για το νομοθετικό της έργο και απειλεί ότι θα το επιταχύνει. Εκατοντάδες αδιευκρίνιστου κόστους νομοσχέδια ψηφίστηκαν και αυτή την τετραετία, με τον λογαριασμό να έρχεται στα ραβασάκια της ΑΑΔΕ. Μία από τις βασικές αρχές της «καλής νομοθέτησης» είναι το «πάρε τα λεφτά και τρέχα».
Υπάρχει ένας παλιός καημός του κ. Στέφανου Μάνου: «Ο,τι δεν μετράς, δεν μπορείς να το βελτιώσεις. Το έχω γράψει πολλές φορές επειδή πιστεύω ότι είναι βαθιά ριζωμένη μέσα μας μια απέχθεια στο μέτρημα» («Καθημερινή», 11.3.2021). Φωνή βοώντος εν τη πολιτική ερήμω. Το κράτος δεν μετράει τι ξοδεύει, οι πολίτες δεν μαθαίνουν πού πάνε τα λεφτά τους, η αντιπολίτευση πλειοδοτεί στα έτσι κι αλλιώς μη μετρημένα και απροσμέτρητα μέτρα. Διότι όταν δεν μετράς, το «τι 30, τι 40, τι 50» έχει ακριβώς την ίδια βαρύτητα με το «τι 30, τι 400, τι 5.000».
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 15.2.2023