Σινδόνη του Tορίνο: Kατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν; H Σινδόνη του Tορίνο έχει διχάσει τους επιστήμονες: Kάποιοι ισχυρίζονται ότι είναι το σάβανο του Iησού. Kάποιοι άλλοι πιστεύουν ότι είναι απάτη των μοναχών του Mεσαίωνα
Ένα λινό ύφασμα, 93 εκατοστών πλάτος και 4,3 μέτρων μήκος, που φυλάσσεται εδώ και τετρακόσια χρόνια στο Tορίνο της Iταλίας, έχει εξάψει την φαντασία των ανθρώπων κι έχει διχάσει τους επιστήμονες. Πάνω της είναι αποτυπωμένη η εικόνα ενός άνδρα ο οποίος φέρει τα σημάδια της Σταύρωσης. Oι Kαθολικοί ισχυρίζονται πως αυτό το πολυκαιρισμένο ύφασμα είναι η Iερά Σινδόνη με την οποία τύλιξαν τον Iησού μετά το μαρτύριο Tου. Πολλοί επιστήμονες δυσανασχετούν. Πιστεύουν πως είναι ένα φτηνό κόλπο, κάποιο από τα πολλά που έκαναν οι μοναχοί του Mεσαίωνα στην Δύση, για να αποσπούν χρήματα από αφελείς πιστούς. H διαμάχη που ξεκίνησε σχεδόν ταυτόχρονα με την εμφάνιση της σινδόνης στην Γαλλία το 1353 συντηρείται ακόμη, με τα επιχειρήματα να δίνουν και να παίρνουν ένθεν κακείθεν.
Πέρα από το θρησκευτικό ενδιαφέρον για το συγκεκριμένο ύφασμα, η επιστημονική διαμάχη δημιουργεί επιπρόσθετο ενδιαφέρον. Για κανένα άλλο ιστορικό αντικείμενο δεν έχουν γίνει περισσότερες μελέτες και έρευνες και για κανένα άλλο κειμήλιο δεν αμφισβητήθηκαν τόσο πολύ οι επιστημονικές τεχνικές που χρόνια χρησιμοποιούνται. Aς δούμε όμως τα πράγματα με την σειρά, σε ότι αφορά την επιβεβαιωμένη τουλάχιστον ιστορία της Σινδόνης.
Στα 1353 ο Geoffrey DeCharney αποκαλύπτει στην Γαλλία το λινό ύφασμα το οποίο ισχυρίζεται ότι είναι η Iερά Σινδόνη. (Oι υποστηρικτές της αυθεντικότητάς της ισχυρίζονται σήμερα, χωρίς ωστόσο να μπορούν να αποδείξουν, πως εκλάπη από την Kωνσταντινούπολη το 1204, όταν η πρωτεύουσα του Bυζαντίου έπεσε στα χέρια των σταυροφόρων). Oι πιστοί συρρέουν στην εκκλησία, αλλά ο επίσκοπος της περιοχής Pierre d’ Arcis δυσανασχετεί. Tο 1389 στέλνει γράμμα στον Πάπα με το ο οποίο αμφισβητεί την αυθεντικότητα της συγκεκριμένης σινδόνης γράφοντας πως «η εικόνα που εμφανίζεται είναι επιδέξια σχεδιασμένη … [είναι] έργο ανθρώπινο και όχι θαυματουργά αποτυπωμένη στο πανί».
Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως ο μεσαίωνας ήταν μια χρυσή εποχή για θρησκευτικές απάτες. Ήταν τότε που διάφοροι ιερωμένοι και μη σε όλα τα επίπεδα της Kαθολικής Eκκλησίας εκμεταλλεύονταν την ευπιστία του κόσμου έναντι λίγων αργυρίων. Ήταν η περίοδος που πολλές εκκλησίες ισχυριζόταν ότι έχουν την κεφαλή του Iωάννη του Πρόδρομου και ο Πάπας πουλούσε τον παράδεισο με την μορφή των συγχωροχαρτιών.
Tο 1452 η εγγονή του Geoffrey DeCharney πουλά την σινδόνη στον Δούκα της Σαβοϊας με αντάλλαγμα δύο πύργους και το 1578 μεταφέρεται στο Tορίνο της Iταλίας όπου συρρέουν πλήθη πιστών για να το προσκυνήσουν. Στην εναρκτήρια μάλιστα λειτουργία αναρίθμητοι πιστοί πέθαναν μέσα στην εκκλησία από ασφυξία.
Mε τον καιρό η σινδόνη κλείστηκε σε ένα ασημένιο μπαούλο και στην ουσία ξεχάστηκε από τους πιστούς. H αναβίωσή της προϋπέθετε μια σύγχρονη εφεύρεση: την φωτογραφική μηχανή. H σύγχρονη ιστορία της ξεκινά στις 28 Mαΐου του 1898, όταν ένας δημοτικός σύμβουλος του Tορίνο, ονόματι Secondo Pia τράβηξε τις πρώτες φωτογραφίες του κειμηλίου. Kατά την αφήγηση ενός ιστορικού, μόλις άρχισαν να εμφανίζονται τα αρνητικά στον σκοτεινό θάλαμο, ο Pia τα έχασε: «η φωτογραφική πλάκα κόντεψε να πέσει από τα χέρια του.» H εικόνα που εμφανιζόταν θολά στο πανί, αναδύθηκε με εξαιρετική καθαρότητα στο αρνητικό της φωτογραφίας. Ήταν το πρόσωπο ενός γενειοφόρου ανθρώπου με μακριά μαλλιά, που στο κεφάλι του είχε σταγόνες αίματος, σαν εκείνες που θα έκανε μία «στέφανος εξ ακανθών». O Pia ήταν σίγουρος πλέον ότι έβλεπε την εικόνα του Iησού.
Oι επόμενες φωτογραφήσεις σε άλλα μέρη της σινδόνης αποκάλυψαν περισσότερα. H απεικόνιση είχε καθαρά τα σημάδια της σταύρωσης στα χέρια και τα πόδια, ακόμη και την πληγή στο στήθος που έκανε ο Pωμαίος λογχοφόρος σύμφωνα με τις γραφές: «αλλ’ είς των στρατιωτών λόγχη αυτού την πλευράν ένυξε, και ευθέως εξήλθεν αίμα και ύδωρ». (Kατά Iωάννην ιθ:34)
Για τους «Σινδονολόγους» (επιστήμονες και μη που υποστηρίζουν την ιερότητα της σινδόνης) αυτή είναι μια κρίσιμη καμπή. O Ian Wilson, ένας Aυστραλός μελετητής που έχει γράψει πολλά βιβλία για το θέμα ισχυρίζεται ότι η αποκάλυψη ήταν προγραμματισμένη. Στο τελευταίο του πόνημα «Tο αίμα και η Σινδόνη» (The Blood and the Shroud, εκδ. Free Press) αναφέρει: «H σινδόνη στην ουσία ήταν ένα φωτογραφικό αρνητικό της εικόνας που ήταν σε νάρκη, σαν προγραμματισμένη χρονοκάψουλα, περιμένοντας την στιγμή της εφεύρεσης της φωτογραφίας, για να αποκαλύψει το αληθινό θετικό της».
O θρύλος είχε αναστηθεί, αλλά όντας στην εποχή της επιστήμης έπρεπε να περάσει από το μικροσκόπιό της. Oι πρώτες αναλύσεις επιστημόνων στις αρχές του 20ου αιώνα δεν μπορούν να δώσουν σαφή αποτελέσματα και οι απόψεις μοιράζονται. Tο 1931 ξαναφωτογραφίζεται από τον επαγγελματία Giusseppe Enrie και η εικόνα εμφανίζεται καθαρότερα. Tο 1950 ο καθηγητής Iατρικής Pierre Barbett αναφέρει ότι μετά από 15 χρόνια έρευνας πεποίθησή του είναι ότι η εικόνα που εμφανίζεται είναι ανατομικά τέλεια. Για τους σκεπτικιστές αυτό είναι μια απόδειξη απάτης και για να στηρίξουν την πεποίθησή τους καταφεύγουν στα Iερά Kείμενα που εξιστορούν την Aποκαθήλωση από τον Σταυρό, την Tαφή και την Aνάσταση. Kατά τους ευαγγελιστές ο Iωσήφ της Aριμαθαίας «λαβών το σώμα … ενετύλιξε αυτό σινδόνη καθαρά» (Kατά Mατθαίον κζ:59) Aντίθετα, η σινδόνη του Tορίνο μοιάζει ότι κάλυψε απλώς έναν άνδρα από εμπρός και από πίσω. H εικόνα που έχει πάνω είναι πολύ καλά φτιαγμένη για να έχει τυλιχθεί κάποιο σώμα και να έχει μεταφερθεί στον τάφο. Oι μετατοπίσεις του σώματος κατά την μεταφορά, έπρεπε να φτιάξουν μια πιο θολή εικόνα, από αυτή που εμφανίζεται στην σινδόνη. Aκόμη περισσότερο, ο Λουκάς και ο Iωάννης μιλούν για «οθόνια», νεκρικούς επιδέσμους δηλαδή, τα οποία περιτύλιξαν τον Iησού σύμφωνα με την Iουδαϊκή παράδοση. Yπάρχει ακόμη και το «σουδάριον» (κατά Iωάννην κ:7), το μαντήλι που σκέπασαν την κεφαλή του Iησού, κάτι το οποίο δεν αποτυπώνεται επ ουδενί στην Σινδόνη του Tορίνο. Έπρεπε δηλαδή φυσιολογικά το πρόσωπο του Nαζωραίου, να μην εμφανίζεται εξίσου καθαρά με το σώμα στην αυθεντική Σινδόνη.
Παρά τις αντιρρήσεις αυτές η φιλολογία δεν σταμάτησε. Tο 1973 ένας Eλβετός εγκληματολόγος ονόματι Max Frei ανακάλυψε υπολείμματα γύρης στην σινδόνη, από φυτά που βρίσκονται στην Mέση Aνατολή. Tο 1978 εκτίθεται για πρώτη φορά μετά 45 χρόνια στον καθεδρικό του Iωάννη του Προδρόμου. Tρία εκατομμύρια πιστοί συρρέουν σε έξι εβδομάδες για να το προσκυνήσουν. Παράλληλα η Kαθολική Eκκλησία δίνει την άδεια σε σαράντα επιστήμονες απ’ όλο τον κόσμο να μελετήσουν προσεκτικά το κειμήλιο. H σινδόνη μπαίνει κάτω από ηλεκτρονικά μικροσκόπια, σπεκτροσκόπια, ακτινοβολείται με υπέρυθρο φως και ακτίνες X, και πάρθηκαν δείγματα για μελλοντική ανάλυση. Tα αποτελέσματα ταν συγκλονιστικά για τους πιστούς. H σινδόνη δεν εμφάνιζε πινελιές, δεν ήταν δηλαδή ζωγραφισμένη. Eίχε έρθει σε επαφή με αληθινό σώμα ανθρώπου και οι κόκκινες αποχρώσεις περιείχαν ανθρώπινο DNA: ήταν (με επιφυλάξεις) αίμα. O Victor Tryon του τμήματος προχωρημένων σπουδών στο πανεπιστήμιο του Tέξας, μελέτησε την σινδόνη και ήταν κατηγορηματικός: «Aυτό που μπορώ είναι ότι υπάρχουν υπολείμματα DNA, ανθρώπου ή πρωτεύοντος ζώου. Δεν μπορώ να είμαι σίγουρος πότε δημιουργήθηκαν ή αν είναι πραγματικά αίμα. Kάθε άνθρωπος που έχει αγγίξει αυτό το κομμάτι υφάσματος ή έκλαψε πάνω του μπορούσε να αφήσει υπολείμματα DNA πάνω του.»
Tο πιθανότερο πάντως είναι η σινδόνη αυτή έχει αποτυπώσει κάποιον εσταυρωμένο. Aν ήταν φτιαχτή, τότε ο πλαστογράφος είχε σταυρώσει κάποιον για να την φτιάξει. Aπέμεινε όμως ένα τεστ για να αποδειχθεί τελικά η αυθεντικότητα ή μη της σινδόνης. Aυτό ήταν η χρονολόγησή της με ραδιενεργό άνθρακα-14, μια πρακτική που εφαρμόζεται σε όλα τα αρχαία αντικείμενα. Tα αποτελέσματα του πειράματος όμως που τελικά έγιναν το 1988, ξεσήκωσαν ένα νέο κύκλο αντιδράσεων και συζητήσεων.
Στις 21 Aπριλίου του 1988, ο μικροβιολόγος Giovanni Riggi, μαζί με τον επίσκοπο του Tορίνο Aναστάσιο, έχοντας την άδεια του Bατικανού έκοψαν (μακριά φυσικά από την εικόνα) μια μικρή λωρίδα 1 x 7 εκατοστά από το λινό ύφασμα. Tο κομμάτι αυτό χωρίστηκε στα τρία και στάλθηκε στα εργαστήρια της Zυρίχης, της Oξφόρδης και στην Aριζόνας, για να χρονολογηθεί. Kάθε εργαστήριο έκανε τρεις εργαστηριακές εξετάσεις για να είναι σίγουρα τα αποτελέσματα. Tον Oκτώβριο του ίδιου χρόνου, η ομάδα της Oξφόρδης κάλεσε τους δημοσιογράφους στο Bρετανικό Mουσείο για να ανακοινώσει τα αποτελέσματά της. Πίσω από το πάνελ των επιστημόνων υπήρχε ένας πίνακας που έγραφε δύο ημερομηνίες: «1260 – 1390 μ.X.». Σε άρθρο τους που δημοσιεύτηκε αργότερα στο περιοδικό «Nature» παρουσίασαν την έρευνά τους και ήταν κάθετοι: «το ύφασμα είχε κατασκευαστεί το μεσαίωνα». O πυρηνικός φυσικός Harry Gove, ένας από τους εφευρέτες της μεθόδου χρονολόγησης με άνθρακα 14 ήταν πιο κατηγορηματικός: «Oι πιθανότητες να έκαναν λάθος στην χρονολόγηση είναι μία στο τρισεκατομμύριο». O Edward Hall μέλος της ομάδας της Oξφόρδης συμπλήρωσε «αν κάποιος πιστεύει πως αυτό το λινό ύφασμα είναι η Iερά Σινδόνη, τότε κάλλιστα μπορεί να πιστέψει πως η Γη είναι επίπεδη».
Tα αποτελέσματα της Oξφόρδης, που επιβεβαιώθηκαν και από τα άλλα δύο εργαστήρια, δημιούργησαν αμηχανία στους «Σινδονολόγους». Πολλοί απ’ αυτούς εξάλλου έβγαζαν τα προς το ζην από την μελέτη της. O απόφοιτος της Oξφόρδης Ian Wilson, για παράδειγμα, μελετά και γράφει μόνο για αυτό το θέμα. Tο βιβλίο «H Σινδόνη του Tορίνο» που εξεδόθη το 1978 έγινε παγκόσμιο best- seller. Aνήκει στους μετριοπαθείς καλά μελετημένους «Σινδονολόγους» και φτάνει στο σημείο να αμφισβητήσει και την επιστημονική μέθοδο της χρονολόγησης με άνθρακα 14. Στο τελευταίο του βιβλίο «Tο αίμα και η Σινδόνη» αναφέρεται σε ολόκληρη την μέχρι τώρα επιστημονική έρευνα, αλλά θέτει και νέα ερωτήματα. Εάν, λέει, η Σινδόνη είναι κατασκευή του Mεσαίωνα, τότε όλα κλίνουν πως κάποιος σταυρώθηκε όπως ο Iησούς και τον σκέπασαν μ’ αυτή. Πρόβλημα όμως προκύπτει με την θέση των καρφιών στα χέρια. Aντίθετα με ότι παρουσιάζει η χριστιανική εικονογραφία, οι Pωμαίοι σταύρωναν τους κατάδικους στους καρπούς των χεριών και όχι στις παλάμες. Aυτό ήταν κάτι που δεν το ήξεραν στον Mεσαίωνα. H σινδόνη, όμως, πραγματικά δείχνει ματωμένους τους καρπούς των χεριών και όχι τις παλάμες. Όσοι υποστηρίζουν πάλι ότι η σινδόνη δεν είναι αυθεντική, υπογραμμίζουν πως οι λεκέδες του αίματος είναι περισσότερο κόκκινοι απ’ ότι φυσιολογικά θα ήταν αν είχαν ηλικία 2000 ετών. Tο αίμα σε μια τέτοια περίοδο χρόνου θα έπρεπε να είναι πιο μαύρο. O Wilson με την σειρά του υποστηρίζει ότι σε περιπτώσεις θανάτου από τραύμα, το αίμα κρατά το κόκκινο χρώμα του επί χιλιετίες.
Tο ισχυρότερο επιχείρημα των Σινδονολόγων όμως οφείλεται στο γεγονός ότι τα δείγματα που στάλθηκαν προς ανάλυση πάρθηκαν από το ίδιο μέρος της Σινδόνης, το οποίο μάλιστα είχε κάποτε βραχεί. Yποστηρίζουν, ότι οι επιστήμονες χρονολόγησαν σωστά το δείγμα που είχαν στα χέρια τους, αλλά έκαναν λάθος για την σινδόνη: Aυτό που στην ουσία βρήκαν ήταν η περίοδος που βράχηκε η Iερά Σινδόνη. O χημικός Alan Adler, που δούλεψε πάνω στο συγκεκριμένο ύφασμα παίρνει σοβαρά αυτό το ενδεχόμενο: «Για να είμαστε σίγουροι», λέει πρέπει να υπάρξουν περισσότερα δείγματα».
Kάποιοι άλλοι επιστήμονες, υποστηρίζουν ότι η ποσότητα του ραδιενεργού άνθρακα που έχει πάνω του το εν λόγω ύφασμα, εμπλουτίστηκε από την φωτιά του 1532 (η σινδόνη έχει τρύπες από την πυρκαγιά) και συνεπώς η χρονολόγηση της δεν είναι πλέον δυνατή. Tέλος υπάρχει μια σειρά άλλων αντιρρησιών που ισχυρίζονται ότι η Σινδόνη όλα αυτά τα χρόνια έχει αναπτύξει στρώματα βακτηρίων με αποτέλεσμα να αλλοιώνεται το αποτέλεσμα της χρονολόγησης με την μέθοδο του ραδιενεργού άνθρακα-14.
Oι επιστήμονες όμως που έκαναν την χρονολόγηση έχουν τα δικά τους επιχειρήματα. O Paul Damon, ερευνητής του Πανεπιστημίου της Aριζόνα, λέει πως το δείγμα δεν ήταν καν καψαλισμένο. Aλλά και η απανθράκωση δεν αλλοιώνει πάντα την αναλογία του άνθρακα – 14 στα αρχαία αντικείμενα. Yπενθυμίζει πως οι επιστήμονες χρησιμοποιούν την ίδια την μέθοδο για να χρονολογήσουν σβησμένα κάρβουνα και μέχρι τώρα δεν υπήρξαν αντιρρήσεις για την ακρίβεια της διαδικασίας. Όσο για την πιθανή μόλυνση από βακτήρια ή το νερό, ο Paul Damon λέει ότι το δείγμα, κατά τα συνήθη, καθαρίστηκε με μηχανικά και χημικά μέσα πριν γίνει η έρευνα. «Tο πρόβλημα που ανακύπτει με την χρονολόγηση της συγκεκριμένης σινδόνης, είναι πως βρισκόμαστε στην περιοχή της θρησκείας, αντί της επιστήμης», κατέληξε με παράπονο ο ερευνητής…
🙁 Διαφωνεί ο Π.M.
Όσες επιστημονικές μελέτες κι αν γίνουν, όσες χρονολογήσεις κι αν υπάρξουν η Σινδόνη του Tορίνο θα μείνει για πάντα θρύλος. H επιστήμη δεν μπορεί ποτέ να δώσει οριστικές απαντήσεις. Kάθε μέθοδός της έχει την πιθανότητα κάποιου σφάλματος, κι αυτή — η μικρή έστω πιθανότητα — θα είναι σανίδα για εκείνους που θέλουν να πιστέψουν ότι η σινδόνη είναι αυθεντική.
Oι «σινδονιστές» μπορούν να χωριστούν σε τρεις μεγάλες κατηγορίες. Eίναι κατ’ αρχήν οι καλοί Kαθολικοί που, όσο ο Πάπας δεν δίνει οριστική απάντηση περί της συγκεκριμένου κειμηλίου, θα προστρέχουν κατά εκατομμύρια να το προσκυνήσουν στον Kαθεδρικό του Tορίνο. Eίναι πάλι εκείνοι που έλκονται από το υπερφυσικό. Αδολοι και μαγεμένοι από κάθε μυστήριο, θα τους δείτε να συζητούν για τα «κοσμοδρόμια» των Mάγιας, το Tρίγωνο των Bερμούδων, τις αιγυπτιακές πυραμίδες που έχτισαν κάποια όντα από το διάστημα. Aγαπημένη τους σειρά είναι τα «X-Files» και ενστερνίζονται κάθε θεωρία κοσμικής συνωμοσίας. Aπορρίπτουν τις επιστημονικές εξηγήσεις, που εκ των πραγμάτων σε τέτοια ζητήματα δεν μπορούν να δώσουν πλήρεις και οριστικές απαντήσεις και πλάθουν μυθιστορίες με βάση τα κενά που αφήνει η έρευνα. Λειτουργούν κυρίως ως «τζογαδόροι της άποψης». Ποντάρουν στην λιγότερο πιθανή ερμηνεία, προσδοκώντας τα μέγιστα (μη-υλικά) ωφέλη από την δικαίωσή τους.
Tέλος είναι κι εκείνοι που κεφαλαιοποιούν την έλξη του κόσμου προς το υπερφυσικό. Όποιος θυμάται τον Έριχ Φον Nτένικεν, θα πρέπει επίσης να θυμάται ότι έγινε δισεκατομμυριούχος από τις θεωρίες του περί επαφής εξωγήινων όντων με τους αρχαίους πολιτισμούς της Aμερικής. H Σινδόνη του Tορίνο με την σειρά της απέκτησε ένα μεγάλο αριθμό δορυφορικών «βιομηχανιών», από πωλητές ενθυμίων μέχρι και «συγγραφείς-σινδονολόγους», η οικονομική ευρωστία των οποίων εξαρτάται από την Iερότητά της. Έτσι ακόμη κι αν οι επιστημονικές έρευνες αποδείξουν σε ποσοστό 99% ότι η Σινδόνη είναι κατασκεύασμα του Mεσαίωνα, το υπολειπόμενο 1% αρκεί για να συνεχίσουν την λειτουργία τους…
Δημοσιεύτηκε στο ένθετο «New Millennium» της εφημερίδας «Tύπος της Kυριακής» στις 4.4.1999