Πριν τον Ντόναλτ Τραμπ υπήρξε ο Ρόναλντ Ρίγκαν και πριν φτιαχτεί η έννοια των fake news, υπήρξε η «βασίλισσα της πρόνοιας» (welfare queen). Ηταν θέμα στις προεκλογικές καμπάνιες του Ρεπουμπλικανού υποψήφιου το 1976 (απέτυχε) και το 1980 που εκλέχτηκε.
Κατά τον Ρόναλντ Ρίγκαν μια γυναίκα στο Σικάγο «έχει 80 ονόματα, 30 διευθύνσεις, 12 κάρτες κοινωνικής ασφάλισης και παίρνει σύνταξη βετεράνων για τέσσερις ανύπαρκτους συζύγους. Εχει κρατική ιατρική ασφάλιση (Medicaid), παίρνει κουπόνια τροφίμων, και επιδόματα για κaθένα από τα ονόματά της. Το αφορολόγητο εισόδημά της είναι πάνω από 150.000 δολ.» (Ιανουάριος 1976). Δεν ανέφερε το χρώμα της, αλλά οι γλαφυρές περιγραφές του (πήγαινε στα γραφεία Κοινωνικής Ασφάλισης με Κάντιλακ και φορώντας γούνες) παρέπεμπε σε Αφροαμερικανή.
Τα fake news εμπεριέχουν ψήγματα αλήθειας. Το 1974 η Linda Taylor καταδικάστηκε για απάτη σε βάρος του συστήματος Πρόνοιας στο Ιλινόις. Στην απόφαση αναφερόταν ότι είχε εισπράξει παρανόμως επιδόματα «που αθροίζονταν στο συνολικό ποσό των 7.608,02 δολαρίων». Ερευνα των ομοσπονδιακών υπηρεσιών το 1978 αποκάλυψε ότι μόνο «1% του ετήσιου προϋπολογισμού του υπουργείου Υγείας-Παιδείας-Πρόνοιας χανόταν λόγω απάτης». Παρ’ όλα αυτά, όπως γράφει ο Josh Levin στο βιβλίο του «The Queen: The Forgotten Life Behind an American Myth» (Η βασίλισσα: Η ξεχασμένη ζωή ενός αμερικανικού μύθου), από όπου τα παραπάνω στοιχεία, η Linda Taylor ήταν ο ιδανικός ένοχος για όποιον είχε φουσκωμένο λογαριασμό της εφορίας, ή ανησυχούσε για το πού πάει χώρα.
Τα θυμηθήκαμε αυτά διότι και εμείς έχουμε πολλές τέτοιες «βασίλισσες», αλλά του ποινικού δικαίου. Κατά τον υπουργό Δικαιοσύνης «μπορεί κάποιος να βιαιοπραγήσει ξανά και ξανά εναντίον φιλήσυχων πολιτών και να είναι διαρκώς ελεύθερος. Μπορεί κάποιος να τους κλέψει, να τους ξανακλέψει, να κατακλέψει τη γειτονιά ξανά και ξανά και να κυκλοφορεί ελεύθερος…» κ.λπ. Κακά, στραβά κι ανάποδα όλα αυτά, αλλά στο άρθρο («Νέος Ποινικός Κώδικας: Τι κάνουμε και όχι τι κάναμε», AthensVoice 17.2.2024) του κ. Γιώργου Φλωρίδη δεν υπάρχει ούτε ένα στατιστικό στοιχείο που να το στηρίζει. Οπως γράφει ο ομότιμος καθηγητής Νομικής Σχολής Αθηνών, Ηλίας Αναγνωστόπουλος «η επίσημη αιτιολογία των προωθούμενων αλλαγών δεν στηρίζεται σε αριθμητικά-στατιστικά ή άλλα εμπειρικώς ελέγξιμα στοιχεία ούτε συνοδεύεται από επιστημονική τεκμηρίωση, τα ελάχιστα προαπαιτούμενα μιας σοβαρής ορθολογικής νομοθέτησης. Η έλλειψη είναι κραυγαλέα αν ληφθούν υπόψη ορισμένα αναμφισβήτητα δεδομένα. Ο αριθμός των κρατουμένων στην Ελλάδα (106 κρατούμενοι ανά 100.000 κατοίκους) κινείται εγγύς του μέσου όρου της Ευρώπης και είναι υψηλότερος από αυτόν αρκετών χωρών της (π.χ. 93 στην Αυστρία, 90 στην Ιταλία, 89 στο Βέλγιο, 67 στη Γερμανία, 54 στην Ολλανδία), ενώ η χώρα μας πρωτεύει σε αριθμό ισοβιτών και μακροχρόνιων ποινών» («Στην “κουζίνα” του υπουργείου», dikastiko.gr 11.12.2023)
Ούτε η αιτιολογική έκθεση του νομοσχεδίου εμπεριέχει περιγραφή του προβλήματος που θέλει να επιλύσει. Αναφέρει ότι κατατέθηκε «διότι από την πρακτική εφαρμογή του Ποινικού Κώδικα και του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, μετά τις εκτεταμένες αλλαγές που επήλθαν με τη μεταρρύθμιση του 2019, έχει διαπιστωθεί πως οι υφιστάμενες διατάξεις χρήζουν περαιτέρω βελτιωτικών παρεμβάσεων…» και άλλα τέτοια. Οι Αμερικανοί, τουλάχιστον, είχαν την Linda Taylor. Εμείς δεν μπορούμε να ξέρουμε πόσοι «έκλεψαν, κατάκλεψαν τη γειτονιά ξανά και ξανά και κυκλοφορούν ελεύθεροι…» Ξέρουμε μόνο, όσα λέγονται στα πρωινάδικα.
Ακόμη και στο κομμάτι του νομοσχεδίου, που το Σύνταγμα (και η φύση του) απαιτεί σκληρά δεδομένα, δεν βρίσκουμε τίποτε. Στην Ειδική Εκθεση για τα προϋπολογιζόμενα οικονομικά αποτελέσματα του νόμου, σε κάθε άρθρο αναγράφεται ότι «το ύψος της δαπάνης εξαρτάται από πραγματικά περιστατικά». Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία διότι στο ερώτημα «πού θα μπει η μικρομεσαία εγκληματικότητα που η κυβέρνηση θα πατάξει, αφού οι φυλακές είναι υπερκορεσμένες;» ο κ. Φλωρίδης απάντησε ότι «τα νέα καταστήματα θα γίνουν μέσα σε ένα χρόνο» (Καθημερινή 5.12.2023).
Δύο μήνες μετά, το νομοσχέδιο γράφει πως η «ενδεχόμενη ετήσια δαπάνη από την κάλυψη του πρόσθετου κόστους λειτουργίας των καταστημάτων κράτησης εξαρτάται από παραμέτρους όπως ο αριθμός, η βαρύτητα και η συχνότητα των παραβάσεων, το είδος των επιβαλλόμενων ποινών κ.ά.» Δηλαδή, δέκα μήνες πριν ανοίξουν οι νέες φυλακές –λέμε τώρα!– δεν ξέρουμε πόσοι «είναι για μέσα». Κάτι που σημαίνει ότι η κυβέρνηση δεν έχει ιδέα πόσο μεγάλο είναι το πρόβλημα που λέει ότι επιλύει.
Δεν θα αναφερθούμε στις επιστημονικές ενστάσεις των νομικών. Κατά την Ενωση Ελλήνων Ποινικολόγων «συνολικώς εκτιμώμενο, το νομοσχέδιο χαρακτηρίζεται από νομοτεχνική προχειρότητα, τιμωρητικό / αντι-φιλελεύθερο πνεύμα και άγνοια των πρακτικών αναγκών της ποινικής διαδικασίας». Να σημειώσουμε μόνο ότι η υπαρκτή Linda Taylor είχε πραγματικές επιπτώσεις στις ΗΠΑ. Ενα από τα πρώτα νομοθετήματα του προέδρου Ρίγκαν ήταν η περικοπή του προγράμματος πρόνοιας κατά 25 δισ. Tο 1980, 11% των Αμερικανών ζούσαν κάτω από το όριο της φτώχειας. Το 1990 έφτασε στο 15%.
Δημοσιεύτηκε στην ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας «Καθημερινή» στις 22.2.2024