Η Ελλάδα αν και πέρασε περιόδους ήπιας ύφεσης, δεν την γνώρισε και γι’ αυτό φοβάται.
Το 1941 ο Ισαάκ Ασίμοφ δημοσίευσε το πρώτο του αριστούργημα επιστημονικής φαντασίας. Ηταν ένα μικρό διήγημα με τίτλο «Nightfall» (στα ελληνικά «Η Νύχτα», Μτφ: Ολγα Χατζηαναστασίου). Σ’ αυτό, o μεγάλος συγγραφέας δημιουργεί τον φανταστικό πλανήτη Λάγκας που φωτίζεται από έξι ήλιους. Οι άνθρωποι του Λάγκας δεν γνώρισαν ποτέ το σκοτάδι και ούτε μπορούσαν να φανταστούν ότι υπήρχαν άστρα. Οι αρχαιολογικές ανασκαφές δείχνουν ότι ο πολιτισμός σ’ αυτόν τον πλανήτη έχει μια τυπική κυκλικότητα. «Αυτός ο κυκλικός χαρακτήρας του πολιτισμού ήταν ένα από τα μεγάλα μυστήρια. Εντοπίσαμε σειρές πολιτισμών, εννιά σίγουρα, κι ενδείξεις άλλων, που όλοι έφτασαν σε ένα σημείο που συγκρίνεται με το δικό μας, και όλοι, χωρίς εξαίρεση, καταστράφηκαν από φωτιά στο ζενίθ τους», λέει ένας από τους επιστήμονες του διηγήματος.
Γι’ αυτή την παραδοξότητα υπάρχει μόνο μια μεταφυσική θεωρία στην «Βίβλο των Αποκαλύψεων»: «Οι Πιστοί έλεγαν πως κάθε δύο χιλιάδες και πενήντα χρόνια ο Λάγκας μπαίνει σε μια τεράστια σπηλιά, εξαφανίζονται όλοι οι ήλιοι και απόλυτο σκοτάδι σκεπάζει τον κόσμο! Και μετά, λένε, εμφανίζονται κάτι πράγματα που τα λένε Αστρα, που κλέβουν τις ψυχές των ανθρώπων και τους αφήνουν άλογους, βάρβαρους και καταστρέφουν τον πολιτισμό που είχαν οι ίδιοι δημιουργήσει».
Οι επιστήμονες του Λάγκας ανακαλύπτουν τον νόμο της βαρύτητας και από τις τροχιές των ήλιων διαπιστώνουν ότι γύρω από τον πλανήτη τους περιστρέφεται κι ένα φεγγάρι, το οποίο δεν φαίνεται επειδή πάντα υπάρχει άπλετο φως. Στους υπολογισμούς τους όμως εμφανίζεται και κάτι τρομαχτικό: μια έκλειψη ηλίων. Συνδυάζουν την παραδοσιακή γνώση των πιστών και τα αρχαιολογικά ευρήματα και προειδοποιούν για την επικείμενη καταστροφή. «Τα αναμμένα ξύλα δεν μας δίνουν ζεστασιά μόνο, ξέρεις. Μας δίνουν και φως κι ο κόσμος το ξέρει. Κι όταν είναι σκοτεινά, θέλουν φως και θα το βρουν… θα κάψουν ό,τι βρουν. Πρέπει να έχουν φως. Ωστε θα κάψουν κάτι, κι αν δεν έχουν ξύλα πρόχειρα, θα κάψουν ό,τι έχουν. Θα έχουν το φως που θέλουν, και κάθε συνοικισμός θα παραδοθεί στις φλόγες!…»
Τα media χλευάζουν τη θεωρία και επιτίθενται κατά των επιστημόνων που ζητούν να προετοιμαστούν οι κάτοικοι για τον σύντομο κύκλο του σκότους. «Ο θυμός αυτός μπορεί να εξελιχθεί σε κάτι σοβαρό», τους λέει ένας δημοσιογράφος. «Στο κάτω – κάτω, όπως ξέρετε, οι επιχειρήσεις έχουν πάρει κατρακύλα τους τελευταίους δύο μήνες. Οσοι κάνουν επενδύσεις δεν πολυπιστεύουν πως έρχεται το τέλος του κόσμου, αλλά όπως και να έχει το πράγμα είναι κάπως προσεκτικοί με τα λεφτά τους, ώσπου να τελειώσει αυτή η ιστορία. Ούτε ο κ. Ταδόπουλος σας πιστεύει, αλλά τα νέα ανοιξιάτικα έπιπλα μπορούν να περιμένουν λίγους μήνες – για να είμαστε σίγουροι».
Η Ελλάδα αν και πέρασε περιόδους ήπιας ύφεσης, δεν την γνώρισε, όπως οι Λαγκανιανοί δεν ήξεραν το σκοτάδι. Κάποιοι επιστήμονες, που βαφτίστηκαν δεισιδαίμονες, προειδοποιούσαν, αλλά κανείς δεν τους άκουγε. Συνεπώς, η φυσιολογική εξέλιξη είναι ο φόβος. Αυτό όμως που προκύπτει από το αριστούργημα του Ασίμοφ, είναι πως ο πολιτισμός δεν χάνεται από το σκοτάδι, αλλά καταστρέφεται από τον φόβο των απροετοίμαστων ανθρώπων: «Στον ορίζοντα, έξω από το παράθυρο, στην κατεύθυνση του Σάρο Σίτι, μια κόκκινη ανταύγεια άρχισε να μεγαλώνει, να γίνεται λαμπερότερη, αλλά δεν ήταν η λάμψη του ήλιου. Η μακριά νύχτα είχε ξανάρθει.»