Με την κρίση δεν χάσαμε μόνο τα λεφτά, χάσαμε και τον μόνο μπούσουλα που είχαμε. Ξαφνικά βρεθήκαμε σε ένα περιβάλλον περιορισμένων πόρων.
Θα ακούσουμε πολλές διαμαρτυρίες το επόμενο χρονικό διάστημα για το σχέδιο συγχώνευσης των ΑΕΙ και ΤΕΙ της χώρας. Κάποιοι θα θεωρήσουν δικαιολογημένες τις γκρίνιες των κατοίκων της Ιεράπετρας, που θα μείνουν χωρίς σχολή, και κάποιοι θα θεωρήσουν αδικαιολόγητες τις διαμαρτυρίες των Λαμιέων, γιατί θα καταργηθεί το Πανεπιστήμιο Στερεάς Ελλάδας. Μόνο που το δίκιο των μεν ή το άδικο των δε είναι μεταφυσικό. Δεν εδράζεται σε κάποιο μετρήσιμο κριτήριο για να ξέρουμε πού πρέπει να υπάρχει ένα πανεπιστήμιο ή μία σχολή. Για την ακρίβεια δεν αποκρυσταλλώσαμε ακόμη τι θέλουμε από την Ανώτατη Παιδεία στη χώρα. Δεν έχουμε σχέδιο για να κρίνουμε αν κάποια συγχώνευση συγκλίνει ή αποκλίνει του στόχου.
Το ίδιο μπορεί να ειπωθεί και για το ενιαίο μισθολόγιο. Ακούγονται πολλά κι όλα μοιάζουν δίκαια. «Δεν μπορεί ένας καθηγητής ΑΕΙ να παίρνει λιγότερα από ένα μηχανοδηγό του τρένου» λένε οι μεν. Δίκαιο. «Δεν μπορεί ένας άνθρωπος που είναι ένα οκτάωρο στις στοές, να παίρνει τα ίδια με κάποιον που εργάζεται στο φως», λένε οι δε. Δίκαιο κι αυτό. Στο τέλος, αυτά τα «δίκαια» συγκρούονται και καταλήγουμε στη ρήξη. Το πρόβλημα με το ενιαίο μισθολόγιο είναι το ίδιο με το «πρόγραμμα Αθηνά». Επειδή δεν έχουμε αποκρυσταλλώσει άποψη για το Δημόσιο δεν έχουμε ασφαλή δείκτη να κρίνουμε τα επιμέρους μέτρα. Ολα μοιάζουν δίκαια κι άδικα· αναλόγως από ποια σκοπιά το κοιτάζει κανείς.
Πριν από το 2009 είχαμε σχέδιο για τη χώρα. Βασιζόταν σε σαθρά θεμέλια, αλλά τουλάχιστον υπήρχε η κοινή συνισταμένη για την πορεία του τόπου. Οσο υπήρχαν δανεικά, οι περισσότεροι συναινούσαμε ότι όσο περισσότερο Δημόσιο είχαμε τόσο καλύτερα. Νομίζαμε ότι λεφτά υπήρχαν και γι’ αυτό κανείς δεν αντιδρούσε για τη μία παραπάνω σχολή σε κάποιο χωριό ή για το ένα επιπλέον επίδομα σε μία ΔΕΚΟ.
Με την κρίση δεν χάσαμε μόνο τα λεφτά, χάσαμε και τον μόνο μπούσουλα που είχαμε. Ξαφνικά βρεθήκαμε σε ένα περιβάλλον περιορισμένων πόρων· έπρεπε να επιλέξουμε τι θα χρηματοδοτήσουμε και τι θα αφήσουμε. Αυτό, όμως, απαιτεί στόχευση, προτεραιότητες, σχεδιασμό· αυτά που ποτέ δεν πιστεύαμε ότι θα μας χρειαστούν και γι’ αυτό ποτέ δεν τα κάναμε. Μη έχοντας εναλλακτικό σχέδιο προκρίθηκε η αναπαραγωγή του υπάρχοντος σε χαμηλότερα επίπεδα, λόγω μικρότερης χρηματοδότησης. Το πολιτικό μας σύστημα είχε μόνο μία σταθερά: κανείς δημόσιος υπάλληλος δεν θα χάσει τη δουλειά του. Επόμενο είναι να παίζει με τις υπόλοιπες μεταβλητές του συστήματος, δηλαδή με τους μισθούς και τους φόρους. Ετσι έγιναν οριζόντιες οι περικοπές, γι’ αυτό και η υπερφορολόγηση.
Μόνο που αυτό δεν είναι σχέδιο αντιμετώπισης της κρίσης, είναι σχέδιο συντήρησής της. Η αναπαραγωγή του ίδιου συστήματος σε πιο χαμηλά επίπεδα αναπαράγει και τις παθογένειές του, αυτές που συντηρούν και βαθαίνουν την κρίση.
Κάποιος είχε πει ότι «αν δεν ξέρεις πού θες να πας, το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν θα φτάσεις ποτέ κάπου». Αυτό είναι το βασικό πρόβλημα της χώρας σήμερα. Ψάχνουμε εθνικό σχέδιο για τον ιδιωτικό τομέα, ο οποίος δεν το χρειάζεται (για να είναι παραγωγικός πρέπει να είναι ελεύθερος κι ασχεδίαστος), ενώ δεν θέλουμε να βρούμε σχέδιο για τον δημόσιο. Ισως επειδή βαθιά μέσα μας ξέρουμε ότι αυτό προϋποθέτει και τον περιορισμό του, κάτι που φοβόμαστε.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 7.2.2013