Ερώτημα: Πόσοι ήξεραν τον αδικοχαμένο Τσάρλι Κερκ πριν δολοφονηθεί; Εννοούμε πόσοι Ελληνες γνώριζαν την ύπαρξή του, διότι η αλματώδης αύξηση των περιουσιακών στοιχείων του δείχνει ότι στις ΗΠΑ είχε μεγάλο σουξέ. Πώς προέκυψε, λοιπόν, τέτοιος χαλασμός και τόσο πάθος στο εγχώριο κομμάτι των κοινωνικών δικτύων;
Βεβαίως μια δολοφονία είναι φριχτή, όπου κι αν γίνεται, όποιο κι αν είναι το θύμα. Δεν ζητήθηκε όμως από τους ευρωβουλευτές να τηρήσουν ενός λεπτού σιγή για τη δολοφονία της προέδρου της Βουλής στη Μινεσότα, Μελίσα Χόρτον, και του συζύγου της (14.6.2025), η οποία –στο κάτω κάτω– ήταν εν τη ευρεία εννοία συνάδελφός τους. Ούτε υπήρξε τέτοιος αποτροπιασμός όταν ένας διαταραγμένος με πολιτικά κίνητρα συνέθλιψε το κρανίο του 82χρονου συζύγου της προέδρου της Βουλής Νάνσι Πελόζι (28.10.2022). Παρενθετικώς: Ο Τσάρλι Κερκ είχε ξεκινήσει καμπάνια συγκέντρωσης χρημάτων για την αποφυλάκιση με εγγύηση του δράστη της αποτρόπαιας αυτής επίθεσης. Δεν θυμόμαστε υπουργούς να τουιτάρουν τη θλίψη τους για την επίθεση στη βουλευτή Γκάμπριελ Γκίφορντς, όταν πυροβολήθηκε στο κεφάλι ενώ δολοφονήθηκαν άλλοι έξι παριστάμενοι (8.1.2011), ίσως επειδή τότε αυτοί οι υπουργοί ήταν στον ΛΑΟΣ, που δεν έχει τέτοιες ευαισθησίες.
Ενα στοιχείο που διαφοροποιεί τη δολοφονία του Κερκ είναι πως αυτή –σε αντίθεση με τα προηγούμενα συμβάντα πολιτικής βίας– έγινε σε ζωντανή μετάδοση. Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, η εικόνα ενός φόνου στη Γιούτα μπορεί να συγκλονίσει ανθρώπους στην Αθήνα, ασχέτως αν αυτοί δεν γνώριζαν ποιος ήταν το θύμα ή κατά πού πέφτει η Γιούτα. Το σοκ που προκαλεί η εικόνα μιας δολοφονίας εξηγεί και την κατακραυγή για τη δολοφονία της Ιρίνα Ζαρούσκα στη Βόρεια Καρολίνα. Η αναίτια αυτή δολοφονία έγινε στις 22 Αυγούστου, αλλά ο σάλος ξέσπασε προχθές, όταν δόθηκε στη δημοσιότητα το βίντεο από τις κάμερες ασφαλείας του μετρό.
Ενα δεύτερο στοιχείο είναι ότι –τηρουμένων των αναλογιών– το κίνημα MAGA απέκτησε τον Τσε Γκεβάρα του: Νέος, ωραίος, μαχητικός ακτιβιστής, είναι το ιδανικό σύμβολο του αγώνα. Υπάρχει όμως μια διαφορά. Τον μύθο του Τσε έχτισαν εν πολλοίς οι αριστεροί διανοούμενοι και μετά πέρασε στις μάζες. Τον μύθο του Τσάρλι Κερκ –ότι, π.χ., δεν ήταν ακραίος, ήταν απλώς ένας υπέρμαχος της ελευθερίας του λόγου κ.ά.– τον χτίζουν οι μάζες στα κοινωνικά δίκτυα και μετά περνά στους γνωμηγέτες, οι οποίοι –μη χάσουν!– κάτι πρέπει να ποστάρουν.
Το τρίτο –κι επικίνδυνο– στοιχείο είναι η πολιτική εκμετάλλευση των συμβάντων πολιτικής ή άλλης βίας, που κατά έναν περίεργο τρόπο φτάνει και στην Ελλάδα. Το βράδυ της δολοφονίας του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, ο Ρόμπερτ Κένεντι έκανε μια μνημειώδη ομιλία συμφιλίωσης. Δεν κατηγόρησε την Ακροδεξιά, ούτε καν την Κου Κλουξ Κλαν για το φριχτό φονικό. «Ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ», είπε, «αφιέρωσε τη ζωή του στην αγάπη και στη δικαιοσύνη μεταξύ των συνανθρώπων. Πέθανε για χάρη αυτής της προσπάθειας. Σε αυτή τη δύσκολη μέρα, σε αυτή τη δύσκολη στιγμή για τις Ηνωμένες Πολιτείες, είναι ίσως καλό να αναρωτηθούμε τι είδους έθνος είμαστε και προς ποια κατεύθυνση θέλουμε να κινηθούμε. (…) Μπορούμε να κινηθούμε σε μια μεγαλύτερη πόλωση (…) γεμάτοι μίσος ο ένας προς τον άλλον. Ή μπορούμε να κάνουμε μια προσπάθεια, όπως έκανε ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, να κατανοήσουμε και να αντικαταστήσουμε αυτή τη βία, αυτό το στίγμα αιματοχυσίας που έχει εξαπλωθεί σε όλη τη χώρα, με μια προσπάθεια για κατανόηση, συμπόνια και αγάπη» (4.4.1968).
Η διαφορά τού τότε υποψήφιου προέδρου των ΗΠΑ με τον σημερινό ένοικο του Λευκού Οίκου είναι ότι ο πρώτος τελείωσε την ολιγόλεπτη ομιλία του με στίχους του Αισχύλου. Για τον δεύτερο δεν είμαστε σίγουροι ότι κατανοεί τους στίχους του «YMCA» που με κάθε ευκαιρία χορεύει.