Εχει δίκιο να οργίζεται ο καθηγητής Γιώργος Μαυρογορδάτος για την εξαφάνιση του βιβλίου με τίτλο «Η απελευθέρωσις της Ελλάδος και τα μετά ταύτην γεγονότα (Ιούλιος 1944 – Δεκέμβριος 1945)» (εκδ. Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού, 1973). Παρά το γεγονός ότι, όπως γράφει ο κ. Μαυρογορδάτος, «το βιβλίο χαρακτηρίζεται από το φανατικά αντικομμουνιστικό πνεύμα της εποχής του, με ορολογία όχι μόνο ξεπερασμένη αλλά και ανακριβή, αφού π.χ. οι οπαδοί του ΚΚΕ ονομάζονται… “αναρχικοί”» («Πολτοποίηση και παραχάραξη», «Καθημερινή», 15.12.2024), το βιβλίο είναι ένα ιστορικό τεκμήριο και κάπου πρέπει να υπάρχει για τις ανάγκες της ιστορικής έρευνας.
Είναι προβληματική, όμως, η εξήγηση που δίνει για την απώλεια του εντύπου, ότι δηλαδή «η πολτοποίηση και εξαφάνιση του βιβλίου καθιστούσε ευκολότερη την εμπέδωση της αριστερής μυθολογίας, που προώθησε και το ΠΑΣΟΚ: ότι τα Δεκεμβριανά ήσαν αυθόρμητη τάχα παλλαϊκή άμυνα απέναντι στη δήθεν “προμελετημένη επίθεση” των Αγγλων». Αν, για παράδειγμα, ψάξει να βρει μια άλλη, εντελώς «ανώδυνη», έκδοση του ΓΕΣ, «Ο Πόλεμος των Εξι Ημερών», θα διαπιστώσει ότι δεν υπάρχει ούτε στη μνήμη dis.army.gr, δηλαδή στον ψηφιακό κατάλογο των εκδόσεών της. Το βιβλίο αυτό, που κάποτε υπήρχε στη βιβλιοθήκη μου, μάλλον πολτοποιήθηκε, σίγουρα εξαφανίστηκε και αδυνατώ έκτοτε να το βρω. Εδώ που τα λέμε, σιγά μην είχε το ΠΑΣΟΚ τέτοιο λεπτομερές σχέδιο στρέβλωσης της Ιστορίας και σιγά μην έχουμε τόσο αποτελεσματικό κράτος που θα μπορούσε να το υλοποιήσει. Οπως γίνεται με όλα τα πράγματα, πιο εύλογη εξήγηση είναι ο «ρωμαίικος ωχαδελφισμός», από ένα λεπτομερές και καλά εφαρμοσμένο σχέδιο παραχάραξης της μνήμης.
Η εξαφάνιση του βιβλίου που επισημαίνει ο κ. Μαυρογορδάτος και (φανταζόμαστε) εκατοντάδων άλλων δείχνει τη βαθιά, σχεδόν δομική, ασέβεια που επικρατεί στην ελληνική διοίκηση για την ιστορική μνήμη και τα τεκμήριά της. Η ασέβεια στην ιστορική μνήμη φαίνεται από το καταχώνιασμα των κρατικών αρχείων. Μόνο πάρτι δεν κάναμε πριν από ένα μήνα, όταν η ΕΥΠ αξιώθηκε να δώσει στη δημοσιότητα λίγα «Δελτία Πληροφοριών για την Κύπρο και την Τουρκία της ελληνικής Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών» που αφορούσαν το 1974! Υπάρχουν ακόμη και προπολεμικά κρατικά αρχεία που παραμένουν απρόσιτα στους ιστορικούς. Ο νόμος που επιτάσσει τη δημοσιοποίηση όλων των αρχείων, όπως συμβαίνει σε όλες τις δυτικές δημοκρατίες, παραμένει κενό γράμμα.
Τα βιβλία της Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού (ΔΙΣ) είναι μια άλλη πονεμένη ιστορία. Κάποια, όπως «Ο Ελληνικός Στρατός στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο», ευτυχώς ανατυπώνονται. Κάποια άλλα είναι στη βιβλιοθήκη της ΔΙΣ, που σύμφωνα με τον δικτυακό τόπο της αριθμεί 18.814 τόμους. Υπάρχουν κι εκείνα που έχουν χαθεί, ή κυκλοφορούν σε φωτοτυπίες, όπως ιστορεί ο κ. Μαυρογορδάτος.
Αν θέλουμε να δούμε αυτό που αποκαλέσαμε «δομική ασέβεια του κράτους για τη μνήμη και τη γνώση», πρέπει να σημειώσουμε ότι κανένα από τα –χρήσιμα μέχρι πολύτιμα– βιβλία της ΔΙΣ «από το 1897 μέχρι σήμερα» δεν κυκλοφορεί σε ψηφιακή μορφή στο Διαδίκτυο. Δεν είναι θέμα δαπανών – σιγά το κόστος, όταν ο αμυντικός μας προϋπολογισμός θα αγγίξει του χρόνου τα 5 δισ. Ούτε είναι ζήτημα απώλειας εσόδων – τα περισσότερα βιβλία πωλούνται προς 3-10 ευρώ και μάλιστα με έκπτωση 50% στα μέλη των Ενόπλων Δυνάμεων. Δεν είναι προσβάσιμο ούτε το ιστορικό αρχείο, το οποίο σύμφωνα με τη ΔΙΣ αποτελείται από «περίπου 2,5 εκατ. έγγραφα, χάρτες, σχεδιαγράμματα και φωτογραφίες και εξακολουθεί να εμπλουτίζεται. Το μεγαλύτερο μέρος του (1,5 εκατ. έγγραφα) είναι ήδη ψηφιοποιημένο και καταγεγραμμένο σε βάση δεδομένων και είναι πλήρως προσβάσιμο στο τοπικό δίκτυο της Διεύθυνσης». Τι φοβόμαστε; Μη μας κλέψουν την Ιστορία οι ξένοι;
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 5.1.2025