Η εκλογή από την βάση -κι αυτό έχει σημασία- του εγγράμματου και κοσμοπολίτη κ. Κυριάκου Μητσοτάκη είναι ένα πρώτο σημάδι της αλλαγής πορείας που κάνει η ελληνική κοινωνία.
Παραμονές των εκλογών του Ιανουαρίου (24.1.2015) γράφαμε σε τούτη την εφημερίδα πως «αύριο οι Ελληνες, κατά πάσα πιθανότητα, θα εκλέξουν τον πρώτο πρωθυπουργό της Μεταπολίτευσης που δεν έζησε ποτέ στο εξωτερικό». Αυτό ήταν περίεργο λόγω της ιστορίας της: «Ακόμη κι αν ξεχάσουμε το ευτύχημα του Ναυαρίνου, το ελάχιστο Βασίλειο της Ελλάδος τριπλασιάστηκε σε έκταση διότι ιστορικά οι πολιτικές ηγεσίες έκαναν τις κατάλληλες συμμαχίες.
Επαιξαν επιτυχώς το χαρτί του συμβολικού βάρους της χώρας στον δυτικό πολιτισμό και κατάφεραν να βρεθούμε στο κλαμπ των ισχυρών· έστω φορώντας τα τσαρούχια κάτω από το φράκο. Με τις διηγήσεις του Ελευθέριου Βενιζέλου στον Βρετανό πρωθυπουργό Ντέιβιντ Λόιντ Τζορτζ, πως κρατούσε στο ένα χέρι το ντουφέκι και στο άλλο τους “Τάιμς του Λονδίνου”, τις πιέσεις του Κωνσταντίνου Καραμανλή στον Χέλμουτ Σμιτ για την ένταξη της χώρας στην ΕΟΚ -ακόμη και το γεγονός ότι η Ελλάδα, πήρε το 2010 το μεγαλύτερο δάνειο στην παγκόσμια ιστορία και δεν έγινε Αργεντινή με τρομακτικές οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις- η χώρα πορεύτηκε με ηγεσίες που κατανοούσαν το διεθνές περιβάλλον και το εκμεταλλεύτηκαν τα μέγιστα» («Ακούσαμε ποτέ κρότον κτιστών;» Καθημερινή 24.1.2015).
Ήταν επίσης περίεργο και επειδή η χώρα εκ της γεωγραφικής της θέσης, της παγκοσμιοποιημένης -λόγω ναυτιλίας και τουρισμού- οικονομίας της και κυρίως εξαιτίας της μεγάλης κρίσης, έπρεπε να εκμεταλλευτεί στο μέγιστο τις ευρωπαϊκές προκλήσεις και ευκαιρίες. Το πολιτικό της δυναμικό δεν έπρεπε μόνο να διαχειριστεί το θυμικό του λαού, ο οποίος απροειδοποίητα βίωσε το τέλος ενός της επίχρυσης εποχής, αλλά κυρίως να έχει τα μάτια και τα αυτιά ανοιχτά στις διεθνείς πρωτεύουσες. Εκ των πραγμάτων και εξαιτίας της ισχνής παραγωγικής βάσης της χώρας, η διαχείριση της κρίσης κρινόταν περισσότερο στις συνάξεις του Eurogroup -εκεί όπου ο κ. Γιάνης Βαρουφάκης έδινε διαλέξεις με τα πουκάμισα έξω- παρά στο εσωτερικό της χώρας.
Αποδείχθηκε ότι η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν μόνο ένα περίεργο συμβάν της ελληνικής ιστορίας. Ήταν και καταστροφικό. Το πρώτο επτάμηνο της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ χάθηκε σε ανερμάτιστες διαπραγματεύσεις που δεν ξέραμε τι ζητούσαμε και που θέλουμε να το πάμε. Στοίχισε δισεκατομμύρια στην ελληνική οικονομία, επειδή ακριβώς η πολιτική της ηγεσία -όπως ομολογούν, πλέον, όλοι στον ΣΥΡΙΖΑ- δεν πήρε χαμπάρι τους διεθνείς συσχετισμούς. Εκτός των ιδεοληψιών, εκτός της έλλειψης στοιχειώδους προετοιμασίας, η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ έριξε την χώρα στα βράχια , λόγω άγνοιας του διεθνούς περιβάλλοντος στο οποίο λειτουργούσε. Χειρότερα: με κορώνες, με νταούλια και τσάμικα στην Πλατεία Συντάγματος ανεπαισθήτως η χώρα άρχισε να κλείνεται έξω από την Ευρώπη.
Η στροφή του κ. Αλέξη Τσίπρα το καλοκαίρι, από τον βαλκανικό επαρχιωτισμό προς την ευρωπαϊκή πραγματικότητα του 21ου αιώνα ήταν πολιτική επιλογή κορυφής και εξ αυτού του λόγου πολλαπλώς ανεπαρκής. Παρά το γεγονός ότι η κυβέρνηση είδε τον χάρο (για την Ελλάδα) με τα μάτια της, εξακολουθεί να μην αντιλαμβάνεται τις σύγχρονες προκλήσεις. Γι’ αυτό και οι υπουργοί της «πονάνε» όποτε κάνουν κάτι δημιουργικό, κάτι που θα βγάλει την χώρα από την κρίση. Το λαϊκιστικό DNA των κυβερνώντων κομμάτων έχει διπλή έλικα. Μία είναι η αριστερίστικη, αυτή που γεννά θαυμασμό για τον Τσάβες κι άλλους καταστροφείς των χωρών τους, και η άλλη είναι η παλαιοκομματική που εκφράζεται με τους διορισμούς συγγενών, συντρόφων και «συντρόφων» στον κρατικό μηχανισμό. Μπορεί όλοι να ανακουφιστήκαμε το καλοκαίρι, επειδή ο κ. Τσίπρας δεν έκανε τελικώς το απονενοημένο για την χώρα διάβημα, αλλά η απομάκρυνση από το γκρεμό ήταν η αναγκαία και ουχί η ικανή συνθήκη για να προκόψει η χώρα.
Η εκλογή από την βάση -κι αυτό έχει σημασία- του εγγράμματου και κοσμοπολίτη κ. Κυριάκου Μητσοτάκη είναι ένα πρώτο σημάδι της αλλαγής πορείας που κάνει η ελληνική κοινωνία. Μετά την λαίλαπα του λαϊκισμού, τις ανερμάτιστες υποσχέσεις, τα συνθήματα για τον «άλλο κόσμο», παρά τα εσωκομματικά παιγνίδια κορυφής, την αρθρογραφία της «Αυγής» (που προέκρινε καθαρά τον κ. Βαγγέλη Μεϊμαράκη), παρά τον οχετό των ύβρεων από το παραδημοσιογραφικό μηχανισμό του ΣΥΡΙΖΑ, ένα αουτσάιντερ με προχωρημένες για την ελληνική πραγματικότητα αντιλήψεις έγινε αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης και εν αναμονή πρωθυπουργός. Για πρώτη φορά ένα μέρος (έστω) της ελληνικής κοινωνίας εξέλεξε κάποιον που δεν τάζει, αλλά υπόσχεται τις αναγκαίες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για να βγει η χώρα από την κρίση. Έναν άνθρωπο που, τουλάχιστον, μπορεί να καταλάβει, τι «του λένε αυτοί εκεί έξω». Πιθανότατα θα μπορέσει και να το εκμεταλλευτεί για το καλό της χώρα. Η εκλογή του κ. Μητσοτάκη, είναι μια στροφή προς την ωριμότητα, αυτή που χάθηκε στην ομίχλη των συνθημάτων, και σηματοδοτεί την επιστροφή στην ευρωπαϊκή πορεία.
Βεβαίως τα πράγματα δεν θα είναι ρόδινα, ούτε για την χώρα ούτε και για τον κ. Μητσοτάκη. Οι παρασιτικοί μηχανισμοί, αυτοί που οδήγησαν την Ελλάδα στην χρεοκοπία, είναι εξασθενημένοι αλλά ζωντανοί. Θα ακούσουμε πολλά ακόμη για τον «επάρατο νεοφιλελευθερισμό» που έρχεται, (ή ήρθε, αφού σύμφωνα με την φιλολογία της παλαβής Αριστεράς διαφεντεύει την χώρα τουλάχιστον 30 χρόνια τώρα;), θα ακούσουμε οιμωγές για τα «κοινωνικά δικαιώματα» που χάνονται (όπως το επίδομα έγκαιρης προσέλευσης στην εργασία) θα ακούσουμε πολλά και όχι μόνο από τους αντίπαλους της ΝΔ. Όπως απέδειξε και η σύντομη προεκλογική περίοδος ο λαϊκισμός είναι ένα ρούχο που φοριέται σε πολλά χρώματα και κυκλοφορεί σε πολλά κόμματα.
Η ιστορία δείχνει πως ο εκσυγχρονισμός των δομών της οικονομίας, έχει περισσότερους αντιπάλους εντός των κομμάτων που τον επιχειρούν, παρά απέναντι. Η ιστορία όμως επίσης αποδεικνύει ότι οι ηγέτες που αντιστάθηκαν στον περιρρέοντα λαϊκισμό έκαναν την Ελλάδα από μια περιθωριοποιημένη επαρχία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας χώρα ζηλευτή (ακόμη και σήμερα) στον βαλκανικό της περίγυρο.
Η νίκη του κ. Κυριάκου Μητσοτάκη σε ένα κόμμα με απαρχαιωμένους μηχανισμούς (οι ανεπάρκειες φάνηκαν ανάγλυφα στην διαδικασία της εκλογής) είναι ένα πρώτο βήμα για την επιστροφή της χώρας στην ευρωπαϊκή κανονικότητα. Όμως ποτέ δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε τον Ουίστον Τσόρτσιλ, ο οποίος μετά την πρώτη νίκη των συμμαχικών δυνάμεων είχε πει: «Αυτό δεν είναι το τέλος. Δεν είναι καν η αρχή του τέλους. Ίσως είναι το τέλος της αρχής»…
Δημοσιεύτηκε στην ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας «Καθημερινή» 11.1.2016