Αν βρεθεί κάποιος στο λιμάνι του Πειραιά θα δει μεγάλη κίνηση. Οχι μόνο των ακτοπλοϊκών προς τα ελληνικά νησιά, αλλά και τεράστιων κρουαζιερόπλοιων που αποβιβάζουν χιλιάδες τουρίστες, έστω για μια βόλτα στην Αθήνα. Αυτό αφήνει κέρδη. Ακόμη κι αν πιστέψουμε ότι ουδείς από τους χιλιάδες που αποβιβάζονται καθημερινά στα ελληνικά λιμάνια πίνει καφέ ή γεύεται τυρόπιτα, κάποια λεωφορεία δουλεύουν, κάποιοι οδηγοί βγάζουν μεροκάματο.
Το φαινόμενο αυτό (που είναι πλέον μέρος της καθημερινότητάς μας και γι’ αυτό περνά απαρατήρητο) δεν υπήρχε στον δημόσιο διάλογο τα προηγούμενα χρόνια, τότε που οι προπαγανδιστές του φόβου μάς είχαν ζαλίσει για τα κακά που θα έφερνε η άρση του καμποτάζ. Με μύρια βάσανα η αγορά απελευθερώθηκε και τα λιμάνια της χώρας άρχισαν να δέχονται τουρίστες.
Απαρατήρητο περνά και το γεγονός ότι καθημερινά δεκάδες πλοία μεταφέρουν χιλιάδες κοντέινερ στις προβλήτες της Cosco και του ΟΛΠ. Η κίνηση στο λιμάνι του Πειραιά υπερτριπλασιάστηκε τα τρία τελευταία χρόνια. Εγιναν επενδύσεις και δημιουργήθηκαν θέσεις εργασίας. Ουδείς θυμάται τις Κασσάνδρες που, με βάση την αναφορά ενός ιταλικού βιβλίου, ισχυριζόταν ότι το μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας θα γινόταν «τσάιναταουν», «χωράφι της κινεζικής μαφίας», «ζώνη ελευθέρου εμπορίου στην οποία σκλάβοι θα δούλευαν για ένα πιάτο φαΐ».
Υπήρξαν και οι κινδυνολογίες για τα αεροπλάνα που θα έπεφταν αν ιδιωτικοποιείτο η «Ολυμπιακή», για τους έξι κύκλους και τα «πολύτιμα slots» στα ξένα αεροδρόμια που θα χάναμε. Τότε ακούστηκε και το επιχείρημα ότι η «Ολυμπιακή» θα έπρεπε να παραμείνει κρατική διότι θα χρειαζόταν τα αεροπλάνα της σε καιρό πολέμου να μεταφέρουν στρατιώτες στα νησιά, λες και σε τέτοιες καταστάσεις δεν επιτάσσονται τα πάντα για να συμβάλουν στην εθνική προσπάθεια.
Για άλλους εθνικούς κινδύνους ακούγαμε όταν ανακοινώθηκε η απελευθέρωση της αγοράς τηλεπικοινωνιών και η αποκρατικοποίηση του ΟΤΕ. Τότε μάς τρομοκρατούσαν για τα μυστικά που θα μάθαιναν οι ξένοι. Μην αναφερθούμε στη ζώσα κινδυνολογία για τα μη κρατικά πανεπιστήμια, τώρα που διάσημα αμερικανικά ΑΕΙ ανοίγουν παραρτήματα στην Κύπρο.
Γενικώς δεν υπήρξε ούτε μία αποκρατικοποίηση, ούτε μία αλλαγή στη χώρα που να μην αντιμετωπίστηκε με φόβο. Το άλλο πρόβλημα ήταν ότι αυτή η κινδυνολογία -ακόμη και η εθνική- προήλθε κυρίως από την Αριστερά.
Εκεί ίσως βρίσκεται και η μεγάλη της ήττα και το βασικό πρόβλημα της χώρας. Οταν η Αριστερά ενός τόπου καταφεύγει στον συντηρητισμό για να διατηρήσει την κατεστημένη τάξη, αυτός ο τόπος δεν μπορεί να πάει μακριά. Θα περίμενε κανείς από αυτούς που θεωρούν εαυτούς «Προοδευτικούς» να βλέπουν τα αδιέξοδα και να προτείνουν νέες λύσεις· όχι συντήρησης του υπάρχοντος, αλλά αλλαγής του. Αντιθέτως, στην Ελλάδα κάθε μεγάλος πολιτικός χώρος ήταν συντηρητικός για τους δικούς του λόγους. Ο δικομματισμός για να νέμεται το υπάρχον σύστημα και η Αριστερά για ψυχολογικούς λόγους που είχαν με την πιστοποίηση της αποτυχίας του κομμουνιστικού πειράματος το 1989.
Το μεροκάματο της κινδυνολογίας επέφερε πολλές τακτικές νίκες στην Αριστερά και μια μεγάλη ήττα στη χώρα. Ο συντηρητισμός που καλλιεργήθηκε πανταχόθεν μπόλιασε βαθιά στην κοσμοθεωρία των Ελλήνων. Τώρα, απλώς, αλλάζει πρόσημο…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 8.8.2013