Η νομιμότητα του ευρωπαϊκού εγχειρήματος πλησιάζει με γοργά βήματα προς το τέλος της, ακριβώς τώρα που τη χρειαζόμαστε πιο πολύ.
Ηταν βαρύ το κλίμα στο Στρασβούργο κατά την τελευταία σύνοδο του Ευρωκοινοβουλίου. Δεν είναι μόνο οι περικοπές, που παρά την απόρριψη του πετσοκομμένου προϋπολογισμού της Ε.Ε. άρχισαν να εφαρμόζονται, υπήρχε και το ερώτημα των επόμενων ευρωεκλογών. Σε 52 εβδομάδες, όσοι Ευρωπαίοι πολίτες δεν θα απόσχουν μάλλον θα δώσουν πρωτοφανή υψηλά ποσοστά σε λαϊκιστικές αντιευρωπαϊκές δυνάμεις. «Αυτό θα δημιουργήσει πολλά προβλήματα στην ολοκλήρωση της Ευρώπης», θα πει Ελληνας ευρωβουλευτής, «σε μια περίοδο που η οικονομική κρίση απαιτεί περισσότερη Ευρώπη». Πράγματι, κάποιοι υπολογίζουν ότι το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα θα χάσει τις μισές έδρες από αυτές που κατέχει σήμερα, ενώ για το ημέτερο ΠΑΣΟΚ τα πράγματα θα είναι ακόμη χειρότερα: από τις 8 έδρες που πήρε το 2009, παλεύει για μία το 2014.
Δεν είναι μόνο η Χρυσή Αυγή που αναμένεται να εκπροσωπηθεί στον κορυφαίο ευρωπαϊκό θεσμό. Μπορεί μόνο στην Ελλάδα να έχουμε ένα ανοιχτά ναζιστικό κόμμα, αλλά στην υπόλοιπη Ευρώπη υπάρχουν πολλά λαϊκιστικά ακροδεξιά μορφώματα που θα εμφανιστούν στην Ευρωβουλή. Αναμένεται ότι οι πολίτες θα τιμωρήσουν την καθεστηκυία πολιτική τάξη, όπως έκαναν και στην Ελλάδα: εκλέγοντας χειρότερους, εκείνους που σε κάθε πρόβλημα δεν προτείνουν μια λύση, αλλά υποδεικνύουν κάποιον ένοχο. Οι Ελληνες θα ευνοήσουν με υψηλότερα ποσοστά όσους βρίζουν τους Γερμανούς ως ανάλγητους, και οι Γερμανοί θα δώσουν μεγαλύτερα ποσοστά σε όσους βρίζουν τους Ελληνες ως τεμπέληδες. Στην ουσία, η οργή για την οικονομική κρίση θα στείλει το λάθος πολιτικό μήνυμα για λιγότερη Ευρώπη και, φυσικά, θα δημιουργήσει τα μύρια όσα προβλήματα στη λειτουργία του Ευρωκοινοβουλίου την επόμενη πενταετία.
Το βασικότερο πρόβλημα όμως είναι ότι, ενώ όλοι οι πολιτικά εχέφρονες συνομολογούν ότι η κρίση μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με περισσότερη ένωση, ουδείς μπορεί να το επιταχύνει. Με δεδομένα τις ευαισθησίες και τα συμφέροντα 27 διαφορετικών χωρών, η πολύπλοκη από τη φύση της δημοκρατική διαδικασία γίνεται πολυπλοκότερη. Αυτή καθαυτήν η λειτουργία του Ευρωκοινοβουλίου το πιστοποιεί. Δεν είναι μόνον οι 23 επίσημες γλώσσες που οδηγούν σε 506 πιθανές μεταφράσεις των τεκταινομένων εκεί, αλλά το παράδοξο να μετακομίζει για μία εβδομάδα μια ολόκληρη πόλη 5-6.000 ατόμων από τις Βρυξέλλες στο Στρασβούργο για τη σύνοδο. Είναι κληρονομιά των εθνικών προτεραιοτήτων σε μια διεθνική ένωση· η Γαλλία ήθελε κάποιο όργανο της Ε.Ε. στο έδαφός της και όλοι οι Ευρωπαίοι φορολογούμενοι πληρώνουν για να μετακομίζει το Ευρωκοινοβούλιο στο Στρασβούργο.
Το βασικότερο πρόβλημα, όμως, της Ευρωπαϊκής Ενωσης είναι το γεγονός ότι δεν ξέρει πώς να πάει εκεί που η λογική και η οικονομία απαιτούν. Θεωρητικώς όλοι είναι υπέρ της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, αλλά ο εθνικολαϊκισμός υπονομεύει κάθε βήμα της. Η δημοσιονομική ένωση, για παράδειγμα, χρειάζεται πειθαρχία ακόμη και σε καλούς καιρούς. Αν σκεφθούμε ότι η Ελλάδα βρισκόταν προ ξαφνικού οικονομικού θανάτου τον Μάιο του 2010 και όλοι ήταν κατά του Μνημονίου που την έσωσε, πώς θα πεισθούν να σφίξουν το ζωνάρι σε ευοίωνους καιρούς; Κάθε χώρα έχει μικρά και μεγάλα κατεστημένα συμφέροντα, τα οποία όποτε απειληθούν σηκώνουν την εθνική σημαία. Δεν είναι εύκολο να πεισθούν οι λαοί πως «ο μέσος πολίτης της Ευρώπης κερδίζει περίπου 10% περισσότερα απ’ ό,τι θα ίσχυε χωρίς την ενοποίηση» (Χέιρτ Μακ, «Τι γίνεται αν η Ευρώπη διαλυθεί;», εκδ. Μεταίχμιο). Αυτό θεωρείται κεκτημένο και ελάχιστοι φοβούνται ότι μπορεί να απειληθεί. Οπως κεκτημένο θεωρείται το γεγονός ότι κάποιος μπορεί σήμερα να ταξιδέψει στη Ρώμη, στο Παρίσι, στο Βερολίνο κ.ά. έχοντας μόνο το εισιτήριό του. Ελάχιστοι (ακόμη και από τους παλιότερους) θυμούνται την αναμονή για βίζα, τις ουρές στις τράπεζες για να εγκριθεί το λιγοστό συνάλλαγμα, το κρύψιμο δολαρίων στις βαλίτσες και τους τελωνειακούς που χαράτσωναν ακόμη και βιβλία που έρχονταν από την αλλοδαπή. Ολα αυτά έχουν την ίδια μοίρα με το όραμα των πρωτεργατών της ευρωπαϊκής ενοποίησης· όπως κανείς δεν πιστεύει σήμερα ότι θα γίνει πόλεμος στην Ευρώπη, έτσι ουδείς φαντάζεται να ζει σε μια χώρα με αποκλεισμένα σύνορα. Αυτά θεωρούνται κεκτημένα, ανεξαρτήτως των πολιτικών συνθηκών.
Και όμως, επισημαίνει ο Χέιρτ Μακ, ψάχνοντας τα αρχεία των εφημερίδων για την έναρξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, «ήταν μια εμπειρία που με άφησε άναυδο· και σ’ αυτή την καλοκαιρινή Βιέννη του 1914 όλα συνέχιζαν κανονικά για αρκετές εβδομάδες. Στα πρωτοσέλιδα κυριαρχούσε το ερώτημα ποιος είχε προσκληθεί στην κηδεία του δολοφονηθέντος διαδόχου και της γυναίκας του, στο χρηματιστήριο άρχισε να επικρατεί μια ράθυμη καλοκαιρινή διάθεση, μονάρχες και σημαντικοί πολιτικοί έφυγαν για διακοπές… Η Βιέννη του τότε ήταν ένας κόσμος βεβαιοτήτων, έγραφε ο Στέφαν Τσβάιχ στα απομνημονεύματά του, ένας κόσμος που έμοιαζε να συνεχίζει επ’ άπειρον και εν τούτοις όλα ξαφνικά τέλειωσαν, για πάντα, “μια τραγική συνέπεια μιας εσωτερικής δυναμικής που είχε συσσωρευτεί επί σαράντα χρόνια”».
Μπορεί να σβήσει το ευρωπαϊκό όνειρο χωρίς να γίνει αντιληπτό; «Επανειλημμένα, η ιστορία του 20ού αιώνα δείχνει ότι το αδιανόητο μπορεί ξαφνικά να γίνει αναπόφευκτο», σημειώνει ο Χέιρτ Μακ. Μεγαλύτερος κίνδυνος για τον Ολλανδό δημοσιογράφο και συγγραφέα είναι ένας νέου τύπου εθνικισμός. «Σε πολλές χώρες ο εθνικισμός έχει υποστεί μια πλήρη μεταμόρφωση σε σχέση με τη δεκαετία του τριάντα, από έναν λαϊκό εθνικισμό –με έμφαση σε αίμα, έδαφος και καθαρότητα– σε έναν κρατικό εθνικισμό, με έμφαση στο εθνικό κράτος ως προστάτη του δικαίου, της δημοκρατίας, αλλά τουλάχιστον εξίσου και των συντάξεων και άλλων κοινωνικών κεκτημένων».
Εν κατακλείδι, γράφει απαισιόδοξα ο Χέιρτ Μακ: «Η νομιμότητα του ευρωπαϊκού εγχειρήματος πλησιάζει με γοργά βήματα προς το τέλος της, ακριβώς τώρα που τη χρειαζόμαστε πιο πολύ. Αν υπάρχει ένα ευρωπαϊκό πρόβλημα που είναι ακόμη μεγαλύτερο από το ευρώ, είναι το ευρωπαϊκό δημοκρατικό έλλειμμα. Βρίσκεται ακριβώς μπροστά στη μύτη μας, μεγαλώνει όλο και πιο πολύ και θα σημάνει το τέλος όλων των ονείρων μας… Η δημόσια υπομονή με το ευρωπαϊκό εγχείρημα κοντεύει να εξαντληθεί. Τώρα η κρίση κινείται αργά από μια οικονομική καταστροφή σε μια πολιτική καταστροφή. Απαιτείται από τους ψηφοφόρους και τους πολίτες της Ευρώπης υπομονή, αφοσίωση και διορατικότητα…».
Οι εκλογές σε 52 εβδομάδες θα δείξουν…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 9.6.2013