Χρόνια στα ξένα, ο καθηγητής του Πολυτεχνείου στο Μιλάνο κ. Μάνος Ματσαγγάνης δεν παύει να εκπλήσσεται από τους «κουτόφραγκους» αλλά και να θλίβεται συγκρίνοντάς τους με τους εγχώριους ατσίδες. Ετσι έγραψε χθες ότι ολοκληρώθηκε η ετήσια κυλιόμενη έρευνα του Πολυτεχνείου του Μιλάνου και «ένα χρόνο μετά το πτυχίο εργάζεται ήδη το 98%, μετά από 5 χρόνια το 99% (…) Ο μέσος μισθός είναι 2.187 ευρώ τον μήνα για όσους σπούδασαν 3+2 χρόνια και περίπου 1.500 ευρώ για όσους σταμάτησαν στο τριετές πτυχίο. Διευκρίνισε ότι «το Πολυτεχνείο του Μιλάνου είναι μαζικό (σχεδόν 50.000 φοιτητές) και δημόσιο, με χαμηλά δίδακτρα, που κυμαίνονται ανάλογα με το εισόδημα. Ομως στοχεύει στην αριστεία, είναι στην κορυφή της παγκόσμιας κατάταξης, και έχει στενούς δεσμούς 150 χρόνων με την πόλη και τη βιομηχανία της, που είναι η ατμομηχανή της (ασθμαίνουσας) ιταλικής οικονομίας» (FB, 15.7.2021).
Το παράπονό του: «Δεν έχω υπόψη μου κάποια αντίστοιχη έρευνα κάποιου ελληνικού πανεπιστημίου. Είμαι βέβαιος ότι ακόμη και αν τα αποτελέσματα ήταν αποκαρδιωτικά, θα χρησίμευε για να θυμίσει σε όλους ότι ένα καλό πανεπιστήμιο δίνει ώθηση στη ζωή των αποφοίτων του. Θα χρησίμευε επίσης για να θέσει στην ημερήσια διάταξη τα θέματα που ήδη από σήμερα καθορίζουν το μέλλον της χώρας. Αντί για αυτά, συζητάμε ανοησίες».
Γνωρίζοντας μαθητές που έδωσαν φέτος εξετάσεις και τους γονείς τους είδα την αγωνία να διαλέξουν τη «σωστή σχολή». Δεν τους ενδιέφερε να είναι το πανεπιστήμιο «απροϋπόθετο», ούτε καν «επαναστατικό». Το ερώτημά τους ήταν για τις επαγγελματικές προοπτικές κάθε σχολής. Μπορούμε να συμφωνήσουμε, βεβαίως, ότι η ανώτατη Παιδεία δεν είναι απλώς προθάλαμος του εργασιακού βίου και ότι τα πανεπιστήμια πρέπει να βγάζουν ολοκληρωμένους πολίτες. Αλλά, πάλι, πόσο ολοκληρωμένος μπορεί να είναι ένας χρονίως άνεργος πολίτης ή κάποιος πτυχιούχος ΑΕΙ που δουλεύει ντελίβερι;
Η έρευνα μεταξύ των αποφοίτων κάθε σχολής είναι η καλύτερη υπηρεσία που μπορεί να προσφέρει ένα ΑΕΙ για τους πληβείους της ανώτατης εκπαίδευσης, δηλαδή τους υποψηφίους. Δεν θα ψάχνουν ματαίως για πληροφορίες και δεν θα βασίζονται σε διηγήσεις του στυλ «εγώ ξέρω τον ανιψιό μιας κουνιάδας του μπατζανάκη μου που πήγε στην τάδε σχολή και τώρα δουλεύει». Θα αποτελεί ένα αζιμούθιο για τη χάραξη της μετέπειτα πορείας των. Μπορεί να ξεβολευτούν κάποιοι προύχοντες της ανώτατης Παιδείας –καθηγητές ή πρυτάνεις– και θα πουν πολλά για τα ιδανικά της Παιδείας, τον ρομαντισμό της γνώσης και άλλα πράγματα που δεν τρώγονται. Αλλά αυτοί, έτσι κι αλλιώς, εναντιώνονται σε κάθε μορφή αξιολόγησης του έργου τους.