Τέλη της δεκαετίας του ’90 και αρχές του νέου αιώνα, η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία πάσχιζε να βρει κοινωνικώς επωφελείς τρόπους για να αντιμετωπίσει τις διογκούμενες προκλήσεις από την αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου, η οποία δημιουργούσε σοβαρές επιπτώσεις στην αγορά εργασίας. Μία απάντηση, που λειτούργησε με αρκετή επιτυχία στις σκανδιναβικές χώρες, ήταν το αποκαλούμενο flexicurity. Είναι το υβρίδιο δύο λέξεων flexibility, ήτοι «ευελιξία» για τις επιχειρήσεις, και security, δηλαδή «ασφάλεια» για τους εργαζομένους.
Η πολιτική αυτή προέβλεπε (σε χοντρικές γραμμές) ότι οι επιχειρήσεις θα ήταν ελεύθερες να αλλάζουν κατά βούληση τη διαδικασία παραγωγής, ώστε να έχουν ελπίδα στον παγκόσμιο ανταγωνισμό, αλλά οι εργαζόμενοι που θα έχαναν τη δουλειά τους λόγω αυτών των αλλαγών δεν θα έμεναν ξεκρέμαστοι. Το κράτος αναλάμβανε να αναπληρώσει τα χαμένα εισοδήματα και ταυτοχρόνως την επανεκπαίδευσή τους, έτσι ώστε να αποκτήσουν σύγχρονες δεξιότητες, συμβατές με την τεχνολογική εποχή που ζούμε.
Στην Ελλάδα η λύση αυτή προτάθηκε από την τότε επίτροπο στην Ε.Ε. Αννα Διαμαντοπούλου και η κυβέρνηση Σημίτη ξεκίνησε να την υλοποιήσει. Ποιος είδε την Αριστερά και δεν τη φοβήθηκε! Εχοντας επικοινωνιακή υπεροχή, λόγω της ιδεολογικής της κυριαρχίας, πέτυχε να δαιμονοποιήσει την έννοια της «ευασφάλειας» (τα γνωστά: «νεοφιλελευθερισμός», «απορρύθμιση εργασιακών σχέσεων»· λες και η απασχόληση αποκλειστικώς στο γιαπί, με το πηλοφόρι, το μυστρί, ήταν στόχος του εργατικού κινήματος) και επίσης κατάφερε να γελοιοποιήσει τον όρο «απασχολήσιμος» που σημαίνει «ο έχων τις δεξιότητες να απασχοληθεί». Ετσι η Ελλάδα συνέχισε να είναι η χώρα των «αδιόριστων εκπαιδευτικών» και των ανέργων που περιμένουν τους τρεις μήνες του καλοκαιριού για να βγάλουν μερικά μεροκάματα στον τουρισμό. Κι όλα αυτά, όταν τέσσερις στις δέκα ελληνικές επιχειρήσεις ψάχνουν εργαζομένους συγκεκριμένων δεξιοτήτων αλλά δεν βρίσκουν. Αυτό ίσχυε ακόμη και πριν από το (ας μας συγχωρεί ο κ. Γιώργος Μπαμπινιώτης) brain drain της οικονομικής κρίσης.
Το κακό με την επιτυχία είναι πως οι άνθρωποι επαναπαύονται σε αυτήν, ασχέτως αν γνωρίζουμε ότι κάτι που λειτούργησε στο παρελθόν μπορεί κάλλιστα να αποτύχει σήμερα. Με τον ίδιο τρόπο επιχειρήθηκε απονομιμοποίηση της τηλεκπαίδευσης με λυρισμούς για τη «μέθεξη της τάξης που χάνεται», η διαμονοποίηση των ηλεκτρονικών ψηφοφοριών (ειδικώς αν γίνονται ημέρα Σάββατο, που δεν είναι εργάσιμη), με τη μέθοδο του «απασχολήσιμου» προσπάθησαν να γελοιοποιήσουν μια φράση στο διάγγελμα του πρωθυπουργού «γνωρίζω ότι υπάρχουν άνθρωποι που είναι εξαρτημένοι από τον μισθό τους» (6.11.2020). Ολα τα παραπάνω απέτυχαν. Πέτυχε μόνο, κι αυτό εν μέρει, η συκοφάντηση των ΜΜΕ συλλήβδην, ως «πέτσινα»…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 11.11.2020