Η μετάθεση της συζήτησης στο σκηνικό της πολιτικής συσκοτίζει την ουσία της πολιτικής.
Κοινή επωδός στο τέλος κάθε συζήτησης μεταξύ πολιτικών είναι η φράση «δεν γίναμε σοφότεροι». Πράγματι. Μπορεί να πληροφορούμαστε πολλά για τις διαδικασίες της πολιτικής, αλλά τις περισσότερες φορές μαθαίνουμε ελάχιστα για την πολιτική καθαυτή.
Για παράδειγμα: στη συζήτηση σχετικά με την Κεντροαριστερά χάθηκαν δύο μήνες με ερωταπαντήσεις για το πώς θα γίνει το νέο κόμμα, αλλά δεν μάθαμε τις θέσεις των υποψηφίων στα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής. Ακούσαμε γενικολογίες για την κοινωνική πολιτική και μάθαμε όλες τις λεπτομέρειες για την ηλεκτρονική ψηφοφορία· τα υπέρ, τα κατά, πού εφαρμόστηκε και πού απέτυχε.
Ο εύκολος αφορισμός είναι πως και γι’ αυτό φταίνε οι πολιτικοί. Οπως δεν μας προειδοποίησαν για την επερχόμενη κρίση, έτσι δεν μας λένε και τίποτε ουσιαστικό για το πώς θα βγούμε από αυτή. Ομως οι ερωτήσεις προηγούνται των απαντήσεων και το κρίμα είναι των πρώτων. Και στην επίχρυση δεκαετία των δύο μηδενικών (2000-2009) υπήρχε το ίδιο αίτημα με μιαν άλλη φράση κλισέ που έλεγε: «Οι πολιτικοί πρέπει να επιστρέψουν στην πολιτική. Πρέπει να ασχοληθούν με τα πραγματικά προβλήματα του τόπου». Σημειώναμε τότε («Καθημερινή» 30.7.2008) πως «το συμπέρασμα είναι ορθό, αλλά μπαίνει κι ένα ερώτημα: Αν οι πολιτικοί επιστρέψουν στην πολιτική, ποιους θα βρουν εκεί; Σίγουρα όχι τους δημοσιογράφους, οι οποίοι με άλλα ασχολούνται. Για την ακρίβεια, με όσα ασχολούνται και οι πολιτικοί: Με δηλώσεις που έχουν αιχμές ή ιδιαίτερο νόημα, ψιθύρους κ.λπ.». Τον Δεκέμβριο του ιδίου έτους ο κ. Κώστας Σημίτης προειδοποιούσε στη Βουλή για την επικείμενη έλευση του ΔΝΤ. Η συζήτηση είχε επικεντρωθεί στο γεγονός ότι ο πρώην πρωθυπουργός δεν είχε εκφέρει στην ομιλία του τη λέξη ΠΑΣΟΚ, ή Γιώργος Παπανδρέου. Τόσο χολωμένος ήταν με το κόμμα του κι αυτή ήταν η μεγάλη σκασίλα της χώρας.
Πέρασαν δέκα χρόνια και μία κρίση μετά, τα ερωτήματα παραμένουν σχεδόν απαράλλαχτα: ο νέος φορέας προτιμά τον ΣΥΡΙΖΑ ή τη Ν.Δ.; Πόσες κοινοβουλευτικές ομάδες πριν και πόσες μετά; Μην παρεξηγηθούμε. Χρήσιμες είναι κι αυτές οι απαντήσεις, αλλά πρωτίστως γι’ αυτούς που σχεδιάζουν πολιτικές κι επιχειρηματικές κινήσεις μετά τις εκλογές.
Δεν τρέφουμε αυταπάτες ότι όλοι οι πολιτικοί μπορούν να δώσουν απαντήσεις στα πραγματικά προβλήματα του τόπου. Η μετάθεση όμως της συζήτησης στο σκηνικό της πολιτικής, αντί της πολιτικής καθαυτής, βοηθά τους σκερβελέδες να κρύβουν πίσω από μεγάλα λόγια, κρυφές κινήσεις και πολλές δημόσιες σχέσεις την ανεπάρκειά τους. Δεν συσκοτίζει μόνο την ουσία της πολιτικής, στρεβλώνει και τη διαδικασία της. Επομένως, αν ερωτηθούν για τα πραγματικά ζητήματα μπορεί να αποκαλυφθούν. Αν μάλιστα φοβούνται ότι θα ερωτηθούν μπορεί και να βελτιωθούν…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 8.11.2017